user preferences

Σχετικά με τον μηδενισμό

category Ρωσία / Ουκρανία / Λευκορωσία | Πολιτισμός | Κριτική / Παρουσίαση author Sunday June 10, 2007 20:05author by ΠΙΟΤΡ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ Report this post to the editors

Kαι το «Πατέρες και γιοι» του Τουργκιένιεφ

Το παρακάτω κείμενο βρίσκεται στο βιβλίο του Πιοτρ Κροπότκιν Russian Literature, Ideals and Realitis, που γράφτηκε από τον Κροπότκιν στα αγγλικά και εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1905.

Μετάφραση: Κώστας Δεσποινιάδης

[Το παρακάτω κείμενο βρίσκεται στο βιβλίο του Πιοτρ Κροπότκιν Russian Literature, Ideals and Realitis, που γράφτηκε από τον Κροπότκιν στα αγγλικά και εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1905. Κάποια κεφάλαια από αυτό το βιβλίο θα εκδοθούν από τις εκδόσεις Πανοπτικόν. Η παρούσα μετάφραση γίνεται από την έκδοση Black Rose Books, 1991]

Το μυθιστόρημα Πατέρες και γιοι του Τουργκιένιεφ γράφτηκε το 1859, όταν απέναντι απ’ τους αισθησιοκράτες και «αισθητιστές» ανθρώπους του παλιού καιρού, εμφανίστηκε στα μορφωμένα στρώματα της ρώσικης κοινωνίας ένας εντελώς καινούργιος τύπος ανθρώπου - ο μηδενιστής. Αυτοί που δεν έχουν διαβάσει τα έργα του Τουργκιένιεφ πιθανόν να συνδέσουν τη λέξη «μηδενιστής» με τον αγώνα που έλαβε χώρα στη Ρωσία την περίοδο 1879-1881 ανάμεσα στην αυτοκρατορική εξουσία και τους τρομοκράτες, αλλά αυτό θα ήταν μεγάλο λάθος. Ο «Μηδενισμός» δεν είναι «τρομοκρατία», και ο τύπος του μηδενιστή είναι απείρως βαθύτερος και πλατύτερος από αυτόν του τρομοκράτη. Το Πατέρες και γιοι του Τουργκιένιεφ πρέπει να διαβαστεί προκειμένου αυτό να γίνει κατανοητό. Στο μυθιστόρημα, αυτόν τον τύπο ανθρώπου αντιπροσωπεύει ο Μπαζάροφ - «ένας άνθρωπος που δεν σκύβει μπροστά σε καμιά εξουσία, όσο κύρος κι αν έχει, και δεν αποδέχεται καμιά αναπόδεικτη αρχή».

Συνεπώς, τηρεί αρνητική στάση απέναντι σε όλους τους θεσμούς της εποχής του, και πετά στα σκουπίδια όλες τις συμβατικότητες και τα μικροψέματα της συνηθισμένης κοινωνικής ζωής. Έρχεται για να επισκεφτεί τους ηλικιωμένους γονείς του, και μένει και στην εξοχική κατοικία ενός νεαρού φίλου του, του οποίου ο πατέρας κι ο θείος είναι δύο τυπικοί εκπρόσωποι της παλιάς γενιάς. Αυτό δίνει στον Τουργκιένιεφ τη δυνατότητα να σκιαγραφήσει με μια σειρά από αριστοτεχνικές σκηνές τη σύγκρουση ανάμεσα στις δύο γενιές - τους «πατέρες» και τους. «γιους». Η ίδια σύγκρουση διεξαγόταν εκείνα τα χρόνια με μεγάλη δριμύτητα σε ολόκληρη τη Ρωσία.

Ο ένας από τους δύο αδερφούς, ο Νικολάι Πέτροβιτς, είναι ένας έξοχος, ελαφρώς ενθουσιώδης, ονειροπόλος, ο οποίος στα νιάτα του αγαπούσε τον Σίλλερ και τον Πούσκιν, αλλά ποτέ δεν έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για πρακτικά ζητήματα» πλέον ζει, στο κτήμα του, την τεμπέλικη ζωή ενός γαιοκτήμονα, θα ήθελε, ωστόσο, να δείξει στους νέους ότι κι αυτός μπορεί να συμπορευτεί μαζί τους: προσπαθεί να διαβάσει τα υλιστικά βιβλία που διαβάζει ο Μπαζάροφ και ο γιος του, ακόμα και να μιλήσει τη γλώσσα τους» αλλά ολόκληρη η παιδεία του είναι προσανατολισμένη προς μια πραγματικά ρεαλιστική κατανόηση της αληθινής κατάστασης των πραγμάτων.

Ο μεγαλύτερος αδερφός, ο Πάβελ Πέτροβιτς, είναι, αντιθέτως, ένας απευθείας απόγονος του Πετσόριν του Λέρμοντοφ (σ.τ.μ. ήρωας του μυθιστορήματος Ένας ήρωας του καιρού μυς, ελλ. εκδ. Ζαχαρόπουλος).- δηλαδή ένας καθαρόαιμος εγωιστής.

Έχοντας περάσει τη νιότη του στους κύκλους της υψηλής κοινωνίας, θεωρεί, ακόμα και τώρα, μέσα στην πλήξη της μικρής επαρχίας, «καθήκον» του να είναι συνεχώς ντυμένος καθώς πρέπει «ως ένας έξοχος κύριος», να υπακούει αυστηρά στους κανόνες της «κοινωνίας», να παραμένει πιστός στην Εκκλησία και το Κράτος, και να μην εγκαταλείπει ποτέ τη στάση ακραίας αυτοσυγκράτησης, την οποία, ωστόσο, εγκαταλείπει κάθε φορά που εμπλέκεται σε μια συζήτηση περί «αρχών» με τον Μπαζάροφ. Ο «μηδενιστής» τον γεμίζει με μίσος.

Ο μηδενιστής, φυσικά, είναι η ολοκληρωτική άρνηση όλων των «αρχών» του Πάβελ Πέτροβιτς. Δεν πιστεύει στις κατεστημένες αρχές της Εκκλησίας και του Κράτους, και εκφράζει ανοιχτά μια βαθιά περιφρόνηση για όλες τις κατεστημένες μορφές της κοινωνικής ζωής. Δεν θεωρεί ότι το να φορά κανείς ένα καθαρό κολάρο και μια τέλεια γραβάτα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως εκτέλεση ενός καθήκοντος. Όταν μιλάει, λέει ό,τι σκέφτεται. Τα κύρια γνωρίσματα του χαρακτήρα του είναι απόλυτη ειλικρίνεια - όχι μόνο σε ό,τι λέει, αλλά και απέναντι στον εαυτό του - και ένα επίπεδο κοινής λογικής στις κρίσεις του, χωρίς τις παλιές προκαταλήψεις. Αυτό οδηγεί, προφανώς, σε έναν τρόπο έκφρασης που σίγουρα θεωρείται σκαιός, και η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο γενιές παίρνει αναγκαστικά μια τραγική κατεύθυνση. Αυτό συνέβαινε παντού στη Ρωσία εκείνη την εποχή. Το μυθιστόρημα εξέφρασε και τόνισε την αληθινή τάση της εποχής, έτσι ώστε - όπως παρατήρησε ένας προικισμένος Ρώσος κριτικός, ο S. Vengueroff - μυθιστόρημα και πραγματικότητα αλληλοεπηρεάστηκαν. Το Πατέρες και γιοι έκανε τεράστια εντύπωση. Ο Τουργκιένιεφ δέχτηκε από παντού επιθέσεις: από την παλιά γενιά, η οποία τον κατηγορούσε ότι ήταν «κι ο ίδιος ένας μηδενιστής», και από τη νεολαία, η οποία ήταν δυσαρεστημένη επειδή την ταύτιζε με τον Μπαζάροφ. Η αλήθεια είναι ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μεταξύ των οποίων και ο μεγάλος κριτικός Πισάρεφ, η νέα γενιά δεν καταλάβαινε καλά τον Μπαζάροφ.

Ο Τουργκιένιεφ μας είχε συνηθίσει τόσο πολύ σε ένα ορισμένο ποιητικό φωτοστέφανο που περιέβαλλε τους ήρωες του, και στη δική του τρυφερή αγάπη που τους ακολουθούσε, ακόμα κι όταν τους καταδίκαζε, ώστε μη βρίσκοντας τίποτα τέτοιο στη στάση του απέναντι στον Μπαζάροφ, βλέπαμε στην απουσία αυτών των χαρακτηριστικών μια εχθρότητα του συγγραφέα απέναντι στον ήρωα. Επιπλέον, ορισμένα χαρακτηριστικά του Μπαζάροφ μας δυσαρεστούσαν αναμφισβήτητα. Γιατί θα έπρεπε ένας άνθρωπος με τις δικές του δυνάμεις να επιδεικνύει τέτοια σκληρότητα απέναντι στους γέρους γονείς του, τη στοργική μητέρα του και τον πατέρα του - τον φτωχό γερογιατρό του χωριού, ο οποίος διατηρεί, σε μεγάλη ηλικία, πίστη στην επιστήμη του; Γιατί θα ‘πρεπε ο Μπαζάροφ να ερωτευτεί αυτήν τη δίχως ενδιαφέρον, αυτοθαυμαζόμενη δεσποινίς, τη μαντάμ Odintsoff, και να μην είναι σε θέση να τον ερωτευτεί ούτε καν αυτή; Και τότε γιατί, σε μια περίοδο κατά την οποία είχαν ήδη ωριμάσει στη νέα γενιά οι σπόροι ενός μεγάλου κινήματος για την απελευθέρωση των μαζών, γιατί βάζει τον Μπαζάροφ να λέει ότι είναι έτοιμος να εργαστεί για έναν χωρικό, αλλά αν έρθει κάποιος να του πει ότι κι αυτός αισθάνεται υποχρεωμένος να κάνει κάτι τέτοιο, θα μισήσει αυτόν τον χωρικό; Στο οποίο ο Μπαζάροφ προσθέτει σε μια στιγμή περισυλλογής, «και τι μ’ αυτό; Το χορτάρι θα μεγαλώνει χάρη σε μένα όταν αυτός ο χωρικός αποκτήσει ευημερία!» Δεν καταλάβαμε αυτή τη στάση του μηδενιστή του Τουργκιένιεφ, και μόνο ξαναδιαβάζοντας το Πατέρες και γιοι προσέξαμε, στα ίδια λόγια που τόσο μας ενόχλησαν, το σπέρμα μιας ρεαλιστικής φιλοσοφίας της αλληλεγγύης και του καθήκοντος που μόνο τώρα αρχινά να παίρνει ένα, λιγότερο ή περισσότερο, καθορισμένο σχήμα. Το 1860 εμείς, η νέα γενιά, θεωρούσαμε ότι ο Τουργκιένιεφ ήθελε να πετάξει μια πέτρα σε έναν καινούργιο τύπο ανθρώπου με τον οποίο δεν συμφωνούσε.

Κι όμως, όπως κατάλαβε αμέσως ο Πισάρεφ, ο Μπαζάροφ ήταν ένας αληθινός εκπρόσωπος της νέας γενιάς. Ο Τουργκιένιεφ, όπως αργότερα έγραψε ο ίδιος, απλώς δεν «πρόσθεσε σιρόπι» για να κάνει τον ήρωα του πιο γλυκό. «Ο Μπαζάροφ», έγραφε, «επισκιάζει όλα τα άλλα πρόσωπα του μυθιστορήματος μου. Είναι ειλικρινής, ευθύς και ένας δημοκράτης απ’ τους πιο γνήσιους, και δεν βρίσκετε καμιά καλή ιδιότητα σ’ αυτόν! Η διαμάχη με τον Πάβελ Πέτροβιτς παρουσιάζεται μονάχα για να δείξει τη διανοητική κενότητα του κομψού, ευγενή ιππότη· στην πραγματικότητα, υπερβάλλω κιόλας και την κάνω γελοία. Η σύλληψή μου για τον Μπαζάροφ είναι τέτοια για να τον κάνω να φαίνεται καθ’ ολοκληρίαν πολύ ανώτερος απ’ τον Πάβελ Πέτροβιτς. Παρ’ όλ’ αυτά, όταν αποκαλεί τον εαυτό του μηδενιστή, εσείς πρέπει να διαβάζετε επαναστάτη! Το να δημιουργήσω απ’ τη μία μεριά έναν αξιωματούχο που δωροδοκείται, και από την άλλη έναν ιδανικό νέο - αυτό αφήνω να το κάνουν άλλοι συγγραφείς. Ο στόχος μου ήταν πολύ υψηλότερος απ’ αυτόν. Τελειώνω με μια παρατήρηση: αν ο Μπαζάροφ δεν κερδίζει τους αναγνώστες, αν δεν αντέχουν τη σκληρότητα του, το ότι είναι άκαρδος, άσπλαχνος, ψυχρός και λακωνικός, τότε το λάθος είναι δικό μου - έχασα τον στόχο μου» αλλά το να τον κάνω πιο γλυκό, βάζοντας του σιρόπι (για να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα του), είναι κάτι που δεν θα’ θελα να κάνω, μολονότι αν το έκανα, θα είχα πάρει με το μέρος μου εξ αρχής τη ρώσικη νεολαία».

Το αληθινό κλειδί για την κατανόηση του Πατέρες και γιοι, και, στην πραγματικότητα, για ό,τι έχει γράφει ο Τουργκιένιεφ, δίνεται, θα μπορούσα να πω, στη θαυμάσια διάλεξη του, Άμλετ και Δον Κιχώτης (1860) (σ.τ.μ. ελλ. εκδ. Αρμός - από εκεί και η μετάφραση παρακάτω). Το έχω ήδη αναφέρει και αλλού, αλλά είμαι υποχρεωμένος να το επαναλάβω εδώ, καθώς θεωρώ ότι αυτή η διάλεξη μας επιτρέπει, καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο γραπτό του Τουργκιένιεφ, να δούμε ακριβώς τη φιλοσοφία του μεγάλου μυθιστοριογράφου. Ο Άμλετ και ο Δον Κιχώτης - έγραψε ο Τουργκιένιεφ - προσωποποιούν τις αντίθετες ιδιομορφίες της ανθρώπινης φύσης. Όλοι οι άνθρωποι ανήκουν λιγότερο ή περισσότερο σε έναν από τους δύο αυτούς τύπους. Και, με τη δύναμη της ανάλυσης του, χαρακτηρίζει ως εξής τους δύο αυτούς ήρωες:

«Ο Δον Κιχώτης, διακατέχεται ολοκληρωτικά από την αφοσίωση του στο ιδανικό, για το οποίο είναι έτοιμος να υποστεί κάθε πιθανή απώλεια, να θυσιάσει ακόμα και την ίδια του τη ζωή. Τη ζωή του την εκτιμά μόνο στο βαθμό που αυτή μπορεί να είναι το μέσο για την ενσάρκωση του ιδανικού, για την εγκαθίδρυση της αλήθειας και της δικαιοσύνης επί της γης. [...] Ζει για τους αδερφούς του, για την εξόντωση του κακού, για την αντίσταση στις εχθρικές προς τον άνθρωπο δυνάμεις, τους μάγους και τα τέρατα, δηλαδή τους-καταπιεστές. [...] Εξ αιτίας αυτού είναι ατρόμητος, υπομονετικός, είναι ικανοποιημένος με την πιο φτωχική τροφή, με την πλέον φτωχική ενδυμασία» δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί μ’ αυτά. Η καρδιά του είναι ειρηνευμένη, το πνεύμα του είναι υψηλόφρον και γενναίο. [...] Τι εκπροσωπεί ο Άμλετ; Ανάλυση πριν απ’ όλα και εγωισμό και ως εκ τούτου αποθηρίωση. Ζει μόνο για τον εαυτό του, είναι εγωιστής.

Αλλά, αν και εγωιστής, δεν πιστεύει στον εαυτό του· μπορεί να πιστέψει μόνο σε ό,τι βρίσκεται έξω από εμάς και πάνω από εμάς. [...] Αμφιβάλλοντας για όλα ο Άμλετ, εννοείται ότι δεν λυπάται ούτε καν τον εαυτό του. Η διάνοια του είναι πολύ ανεπτυγμένη για να ικανοποιηθεί με όλα όσα βλέπει μέσα του: συνειδητοποιεί την αδυναμία του, αλλά οποιαδήποτε αυτογνωσία είναι δύναμη· από αυτό απορρέει η ειρωνεία του, η αντίθεση του προς τον ενθουσιασμό του Δον Κιχώτη. [...] Ο Δον Κιχώτης - ένας φτωχός άνθρωπος, σχεδόν ζητιάνος, δίχως μέσα και σχέσεις, γέρος και απομονωμένος - αναλαμβάνει να πολεμήσει το κακό και να υπερασπισθεί τους καταφρονεμένους (που του είναι απολύτως ξένοι) σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Αρπάζεται από την πρώτη ευκαιρία και η απόπειρα για απαλλαγή της αθωότητας από την καταπίεση καταλήγει σε διπλή συμφορά επί της αθωότητας. [...]

Μόλις παρουσιάζεται η ευκαιρία και νομίζοντας πως έχει να κάνει με φθονερούς γίγαντες, ο Δον Κιχώτης επιτίθεται στους χρήσιμους ανεμόμυλους. [...] Με τον Άμλετ δεν μπορεί να συμβεί τίποτα τέτοιο: αυτός, με τον διορατικό νου, με τον σκεπτικισμό του, μάλλον είναι αδύνατον να κάνει τέτοιο λάθος: όχι, δεν πρόκειται να πέσει στη μάχη με τους ανεμόμυλους, δεν πιστεύει στην ύπαρξη γιγάντων, δεν θα τους επετίθετο όμως, ακόμη κι αν υπήρχαν. [...] Κι όμως, μολονότι ο Άμλετ είναι σκεπτικιστής, μολονότι δυσπιστεί στο καλό, δεν πιστεύει στο κακό. Το κακό και το ψέμα είναι οι προ-αιώνιοι εχθροί του. Ο σκεπτικισμός του Άμλετ δεν είναι διφορούμενος. [...] Αλλά και στην άρνηση, όπως και στη φωτιά, υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις, και το ερώτημα που τίθεται έχει να κάνει με το πώς θα συγκρατηθεί η δύναμη αυτή στα όρια, πώς θα οριοθετηθεί, πού θα σταματήσει, όταν εκείνο που αυτή πρέπει να καταστρέψει και εκείνο που πρέπει να λυπηθεί έχουν ενωθεί και δεθεί αδιατάρακτα. Να ποια είναι η τόσο συχνά αναφερόμενη από εμάς τραγική πλευρά της ανθρώπινης ζωής: για να γίνει κάτι απαιτείται βούληση, για να γίνει κάτι απαιτείται σκέψη» η σκέψη όμως και η βούληση έχουν απομακρυνθεί η μία από την άλλη και κάθε μέρα που περνά απομακρύνονται όλο και πιο πολύ...

And thus the native hue of resolution / Is sick lied o’er by the pale cast of thought [κι έτσι το φυσικό το χρώμα της απόφασης / ξασπρίζει με τ’ ωχρό φκιασίδωμα της σκέψης (μτφρ. Β.Ρώτας)]

Η διάλεξη αυτή πιστεύω ότι εξηγεί πλήρως τη στάση του Τουργκιένιεφ απέναντι στον Μπαζάροφ. Ο ίδιος ο Τουργκιένιεφ ανήκει σε μεγάλο βαθμό στους Άμλετ. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρίσκονται οι καλύτεροί του φίλοι. Αγαπά τον Αμλετ κι όμως, θαυμάζει τον Δον Κιχώτη, τον άνθρωπο της πράξης. Νιώθει την ανωτερότητα του» αλλά, καθώς περιγράφει αυτόν τον δεύτερο τύπο ανθρώπου, δεν μπορεί ποτέ να τον περιβάλλει μ’ αυτή την τρυφερή ποιητική αγάπη που δείχνουμε σε έναν άρρωστο φίλο, η οποία δημιουργεί την ακαταμάχητη γοητεία των μυθιστορημάτων του που ασχολούνται με τον έναν ή τον άλλο τύπο του Άμλετ. θαυμάζει τον Μπαζάροφ - τόσο τη σκληρότητα του όσο και τη δύναμη του· ο Μπαζάροφ τον καταβάλλει, αλλά δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να έχει γι’ αυτόν τα τρυφερά αισθήματα που είχε για ανθρώπους της δικής του γενιάς και της δικής του ευγένειας. Στην πραγματικότητα, δίπλα στον Μπαζάροφ θα ένιωθαν παρείσακτοι.

author by Π. Κροπότκινpublication date Sun Jun 10, 2007 20:08author address author phone Report this post to the editors

Αυτό δεν το επισημάναμε εγκαίρως και συνεπώς δεν καταλάβαμε την πρόθεση του Τουργκιένιεφ να παρουσιάσει την τραγική θέση του Μπαζάροφ μέσα στο περιβάλλον του. «Μοιράζομαι εξ ολοκλήρου τις ιδέες του Μπαζάροφ», έγραψε αργότερα. «Όλες, με εξαίρεση την απόρριψη της τέχνης». «Αγαπάω τον Μπαζάροφ, θα σας το αποδείξω με το ημερολόγιο μου», μου είπε κάποτε στο Παρίσι.

Σίγουρα τον αγαπούσε αλλά με μια διανοητική αγάπη θαυμασμού, αρκετά διαφορετική απ’ τη συμπονετική αγάπη την οποία είχε επιδείξει για τον Rudin και τον Lavretskiy (σ.τ.μ Άλλοι ήρωες του Τουργκιένιεφ). Αυτή η διαφορά μας διέφυγε, και ήταν η βασική αιτία της παρανόησης η οποία ήταν τόσο επώδυνη για τον μεγάλο ποιητή.

* Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πανοπτικόν», τεύχος 8, Οκτώβριος 2005.

 
This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]