user preferences

New Events

Βαλκανικές Χώρες

no event posted in the last week

Για τον θάνατο του Σλ.Μιλόσεβιτς

category Βαλκανικές Χώρες | Ιμπεριαλισμός / Πόλεμος | Γνώμη / Ανάλυση author Monday May 15, 2006 13:07author by Αναρχοσυνδικαλιστική Πρωτοβουλία Σερβίας Report this post to the editors

Ανακοίνωση της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβου

Προδημοσίευση από το υπό έκδοση και κυκλοφορία τεύχος του δελτίου «Μαύρα Γράμματα» της Ομοσπονδίας Αναρχικών Ελλάδας (ΟΑΕ)

Τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου, 11 Μαρτίου, ο τέως πρόεδρος της Σερβίας και της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, βρέθηκε νεκρός στο κελί του στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η υψηλή πίεση τον χτύπησε στην καρδιά, με αποτέλεσμα να βρει τον θάνατο, αφήνοντας το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης χωρίς την ολοκλήρωση της πιο σημαντικής διαδικασίας.

Ο θάνατός του έδωσε κίνητρα στα παγκόσμια αστικά ΜΜΕ να ανοίξουν, για μια ακόμα φορά, μια «παρένθεση» στην πρόσφατη ιστορία των Βαλκανίων, στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας.

Χαρακτηρισμένος ως ο κορυφαίος εγκληματικός νους ο οποίος διαμέλισε τη χώρα, διεξήγαγε πολέμους και δημιούργησε κάποια σχέση μεταφυσικής εξάρτησης του εαυτού του με το σερβικό έθνος, ο Μιλόσεβιτς - ως η προσωποποίηση του αντεπαναστατικού κύματος - ήταν ο μεγαλύτερος αίτιος της καταστροφής που χτύπησε τα Βαλκάνια και τα έπνιξε στο αίμα. Αυτός ήταν πιθανότατα ο πιο κομπλεξικός, αλλά και ο πιο ισχυρός παίκτης εκ μέρους της νέας «φουρνιάς» των γραφειοκρατών που εμφανίστηκε σε όλες τις Δημοκρατίες στα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Γεννημένος το 1941 στο Ποζάρεβατς κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής, ο Μιλόσεβιτς ήταν ακόμα παιδί την εποχή που το ηρωικό παρτιζάνικο κίνημα συγκέντρωνε τα πιο προοδευτικά τμήματα της νεολαίας όλων των εθνών των Βαλκανίων και έκανε την σοσιαλιστική επανάσταση.

Ο Σλόμπονταν ανήκε στην πρώτη εκείνη γενιά φοιτητών η οποία απολάμβανε ελεύθερη πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και που περνούσε τη ζωή της με τα πλεονεκτήματα των οικονομικών πλάνων. Ήρθε σε επαφή με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας από τα γυμνασιακά του χρόνια, ξεκινώντας την κομματική του καριέρα αμέσως μετά το τέλος των σπουδών του στη Νομική Σχολή Βελιγραδίου το 1964 - τον καιρό της «οικονομικής φιλελευθεροποίησης» στη Γιουγκοσλαβία, δηλαδή τα δεκάδες μέτρα που εισήγαγε η τιτοϊκή γραφειοκρατία, γνωστά ως «φιλελευθεροποίηση του εμπορίου» ως λύση στην ένταση των αντιφάσεων της οικονομίας.

Μέτριος φοιτητής, από τους φίλους του περιγράφεται ως κλειστός χαρακτήρας που απέφευγε τη διασκέδαση και καθόταν πάντα στην πρώτη σειρά, ντυμένος με κλασικό άσπρο πουκάμισο και μαύρη γραβάτα, ο Μιλόσεβιτς εμφορείτο από τότε ακόμα από την ψυχολογία μιας πετυχημένης γραφειοκρατικής καριέρας.

Στην αρχή, εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος στην εταιρία «Tehnogas» και, σιγά-σιγά, αναρριχήθηκε στην ιεραρχία της. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στάλθηκε στη Νέα Υόρκη ως αντιπρόσωπος της τράπεζας Beobanka.

Ήταν εκπρόσωπος της νέας γενιάς των Γιουγκοσλάβων «Κομμουνιστών» (των επονομαζόμενων «τεχνοκρατών»), στρώμα του οποίου τα μέλη όταν εισήλθαν στο κόμμα κατείχαν ήδη τις υψηλότερες θέσεις στα λεγόμενα ανεξάρτητα «αυτοδιαχειριζόμενα» εργοστάσια.

Η έλλειψη αυθεντικής εργατικής δημοκρατίας στους χώρους δουλειάς έδωσε τη δυνατότητα στους ειδικούς αυτούς να ασκήσουν επιρροή. Τα στελέχη αυτά διέφεραν από τα παλιά τιτοϊκά στελέχη που εντάχθηκαν στο κόμμα στις πιο δύσκολες μέρες της μοναρχικής δικτατορίας του 1930, κατέβαλαν τους ναζί και οδήγησαν στη νίκη της επανάστασης.

Τα μέλη του νέου αυτού στρώματος είχαν τακτικές επαφές με στελέχη ξένων εταιριών, γνώριζαν αρκετές γλώσσες και δεν τα απασχολούσαν ιδιαιτέρως τα «ιδεολογικά» προβλήματα. Πολλοί από αυτούς τους τεχνοκράτες είχαν και χρησιμοποιούσαν την κομματική τους ταυτότητα μόνο ως «εισιτήριο» για δημιουργία καριέρας.

Το 1983, ο Μιλόσεβιτς άφησε τη θέση του διευθυντή και διέθεσε όλη του την ενέργεια για να ανέβει τα σκαλοπάτια της κομματικής ιεραρχίας. Μόνο μετά από τρία χρόνια υπό την προστασία του πεπειραμένου Ιβάν Στάμπολιτς, έγινε γενικός γραμματέας της Ένωσης Κομμουνιστών Σερβίας. Αυτή την εποχή, ο Μιλόσεβιτς ήταν ένα ακόμα «γκρίζο κοστούμι» (δηλαδή σωστός γραφειοκράτης) του κομματικού μηχανισμού που επαναλάμβανε σαν παπαγάλος το τιτοϊκό σύνθημα «Αδελφότητα και Ενότητα» και ο οποίος άρχισε να παρουσιάζεται ως αγωνιστής ενάντια στον εθνικισμό, στα πλαίσια του Σέρβικου Τμήματος της Ένωσης Κομμουνιστών. Ο Στάμπολιτς γνώριζε τον Μιλόσεβιτς ως μια σκληρή φυσιογνωμία και τον χρησιμοποιούσε σε «βρώμικες» δουλειές και φραξιονιστικές (ενδοκομματικές) διαμάχες. Λόγω του ότι η Γιουγκοσλαβία, ως υπερχρεωμένη χώρα, έπρεπε να ξεπληρώσει τα χρέη της στο Διεθνούς Νομισματικό Ταμείο που ασκούσε φοβερές πιέσεις στην κυβέρνηση, η οικονομική κρίση είχε αρχίσει να γίνεται αρκετά αισθητή στα πλατιά στρώματα και ειδικά οι πιο φτωχές περιοχές όπως το Κόσοβο, υπέφεραν έντονα.

Κύμα απεργιών κυρίευσε τη χώρα στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980, ένα απεργιακό κίνημα που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη κοινωνική εξέγερση από το 1968. Μέρος της κομματικής γραφειοκρατίας όλων των Δημοκρατιών άρχισε να επεξεργάζεται τρόπους διαφυγής από το «καράβι που βούλιαζε». Τότε ήταν που άρχισαν να ξετυλίγονται οι εθνικές σημαίες και να καταβάλλονται προσπάθειες για εγκατάλειψη των όποιων οικονομικών πλάνων. Το φταίξιμο για τις οικονομικές δυσκολίες έριχνε συστηματικά η μια τοπική γραφειοκρατία στη γείτονα και στους καθοδηγητές της.

Το 1987, ο Μιλόσεβιτς στάλθηκε, χωρίς την θέλησή του, στο Κόσοβο με αντιεθνικιστικά συνθήματα, για να περιορίσει στο ελάχιστο τα εθνικιστικά προβλήματα στην περιοχή. Κατά τον Στάμπολιτς, ο Μιλόσεβιτς ήταν ένας γραφειοκράτης του Βελιγραδίου που ούτε καν ενδιαφερόταν για το Κόσσοβο και ήταν παντελώς ανέτοιμος για όλα όσα τον περίμεναν εκεί. Στη συνάντηση με τους τοπικούς εκπροσώπους στη Κόσοφσκα Μιτρόβιτσα, μια ομάδα Σέρβων εργατών προσπάθησε να μπει στο εσωτερικό χώρο του κτιρίου για να επιδώσει ένα ψήφισμα με διάφορα αιτήματα στους αντιπροσώπους του Βελιγραδίου.

Στην προσπάθειά τους να πλησιάσουν συγκρούστηκαν με την αλβανική αστυνομία η οποία έκανε χρήση γκλομπς. Σίγουρος καθώς ήταν για τον εαυτό του, ο γραφειοκράτης Μιλόσεβιτς προσπάθησε από το μπαλκόνι του κτιρίου να ηρεμίσει τους συγκεντρωμένους εργάτες με τη ρητορική του ικανότητα. Οι μάζες όμως ήταν ασυγκράτητες και επειδή δεν υπήρχε άλλη έξοδος ο Μιλόσεβιτς βγήκε έξω να συνομιλήσει με τους εργάτες πρόσωπο με πρόσωπο. Το αστυνομικό μπλοκ έσπασε και ο Μιλόσεβιτς, συνοδευμένος από κάμερες, πέρασε την αστυνομική σειρά και μπήκε ανάμεσα στους εργάτες. «Κανείς δεν θα σας πειράξει!», δήλωσε. Τούτη η φράση πέρασε στο εθνικιστικό λεξιλόγιο, την επαναλάμβανε και την χρησιμοποιούσε συχνά η εθνική τηλεόραση. Με την επιστροφή του στο Βελιγράδι, ο Μιλόσεβιτς πλησίασε περισσότερο την εθνικιστική πτέρυγα των Σέρβων κομμουνιστών και έγινε σύμβολό της.

Η μετριοπαθής πτέρυγα υπό την καθοδήγηση του Στάμπολιτς, ηττήθηκε και χάθηκε από τη δημοσιότητα. Ο Μιλόσεβιτς τόλμησε να προσανατολίσει το κύμα λαϊκής δυσαρέσκειας στο δρόμο του εθνικισμού και των μεταρρυθμίσεων. Τα βήματα για την αποκατάσταση του καπιταλισμού επιταχύνθηκαν.

Τους επόμενους μήνες και χρόνια, η «πράξη του Κοσόβου» επαναλαμβάνεται από συγκέντρωση σε συγκέντρωση και από εργοστάσιο σε εργοστάσιο. Ο Μιλόσεβιτς προβάλλεται τώρα ως ο «εσωτερικός αντάρτης του συστήματος», ως κάποιος ο οποίος έχει επαναστατήσει οριστικά ενάντια στη συσσωρευμένη «λαιμαργία» της κομματικής γραφειοκρατίας. Μετά τη διαδήλωση των εργατών της βιομηχανικής ζώνης του προαστίου Ρακόβιτσα του Βελιγραδίου, κάποιος παρατηρητής διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι πήγαιναν στη συγκέντρωση ως εργάτες και αμέσως μετά την ομιλία του Μιλόσεβιτς επέστρεφαν στα σπίτια τους ως Σέρβοι. Όμως, ο θρίαμβος της εθνικιστικής πτέρυγας του κόμματος στη Σερβία βοήθησε τις εθνικιστικές δυνάμεις στις άλλες Δημοκρατίες. Οι γειτονικές σοβινιστικές γραφειοκρατίες έτρεφαν μίσος η μια για την άλλη. Στους εργάτες της κάθε Δημοκρατίας παρουσίαζαν ως φόβητρο τη διπλανή Δημοκρατία και έτσι οι εργάτες διέσπασαν τις μεταξύ τους σχέσεις, για την εθνική ενότητα...

Η επονομαζόμενη αντιγραφειοκρατική επανάσταση συνέβη στο εσωτερικό της Σερβίας όταν η κλίκα του Μιλόσεβιτς χτύπησε τις ρίζες του κρατικού μηχανισμού και συγκέντρωσε όλη την εξουσία στο Βελιγράδι. Άρχισε την ετοιμασία για όσο το δυνατόν καλύτερες θέσεις απέναντι στην αδυσώπητη διάσπαση της χώρας. Εισήχθη νέο σερβικό Σύνταγμα με το οποίο καταργήθηκε η αυτονομία του Κοσόβου και της Βοϊβοντίνας και χτυπήθηκαν τα δικαιώματα των μειονοτήτων που αποκτήθηκαν κατά τα επαναστατικά χρόνια. Στο εσωτερικό του «Γιουγκοσλαβικού λαϊκού στρατού» σχηματίστηκαν ομάδες σε εθνικιστικές βάσεις.

Οι εθνικιστικές γραφειοκρατίες στο εσωτερικό των υπολοίπων Δημοκρατιών παρακολουθούσαν άγρυπνες την όλη διαδικασία και εκμεταλλευόμενες τη δράση του Μιλόσεβιτς θεώρησαν ότι δεν γίνεται πλέον να υπάρξει ενωμένη χώρα και ξεκίνησαν διαδικασίες απόσχισης. Ωστόσο, φαινόταν ότι η σερβική γραφειοκρατία κρατούσε το πιο ισχυρό χαρτί στα χέρια της. Η Σερβία ήταν η μεγαλύτερη Δημοκρατία και είχε τον έλεγχο του στρατού. Επίσης, η σερβική γραφειοκρατία είχε καλές σχέσεις με πολλές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις οι οποίες στην αρχή ήταν σκεπτικές όσον αφορά τη διάσπαση της χώρας και μάλιστα εξέφραζαν ευχαριστίες προς τον Μιλόσεβιτς για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες εισήγαγε. Το Βελιγράδι, εν τω μεταξύ, υπολόγιζε στο σερβικό πληθυσμό των άλλων Δημοκρατιών, ο οποίος, φυσικά, ήταν ενάντια στην απόσχιση. Έτσι, λοιπόν, η σερβική γραφειοκρατία προσπάθησε από θέση ισχύος να πείσει για την ανάγκη ενός ενωμένου κράτους στο οποίο θα είχε αυτή την κυρίαρχη θέση. Οι γραφειοκρατίες των μικρότερων Δημοκρατιών ήταν πιο αδύνατες και δεν είχαν άλλη εκλογή παρά να ζητήσουν προστασία από άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, κινούμενες με αποφασιστικό τρόπο στο να γίνουν ανεξάρτητα κράτη στα οποία θα μπορούσαν οι ίδιες να μετεξελιχθούν σε τοπικές αστικές τάξεις απελευθερωμένες από ισχυρούς ανταγωνισμούς.

Έτσι, με την ενδυνάμωση της θέσης της Σερβίας στο εσωτερικό της Ομοσπονδίας, ο Μιλόσεβιτς μπορεί, ταυτόχρονα, να παριστάνει υποκριτικά τον προστάτη της Ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και να θεωρεί τον εαυτό του ως προστάτη της σερβικής εργατικής τάξης και της «σοσιαλιστικής νομιμότητας», έχοντας απέναντί του τους καθοδηγητές των αποσχιστικών τάσεων στις άλλες δημοκρατίες καθώς και την αντιδραστική φιλοκαπιταλιστική αντιπολίτευση στο εσωτερικό της Σερβίας. Οι μέσοι Σέρβοι εργαζόμενοι θεωρούσαν τον Μιλόσεβιτς αυτή τη χρονική στιγμή μια μετριοπαθή προσωπικότητα που προσπαθούσε κατά κάποιο τρόπο να διαφυλάξει την τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία και τα βασικά οικονομικά πλάνα. Η πλειοψηφία της γιουγκοσλαβικής εργατικής τάξης είχε ακόμα τις αμφιβολίες της για τις πιθανότητες αποκατάστασης του καπιταλισμού. Σε αντίθεση με τους πρώην κομμουνιστές των άλλων Δημοκρατιών οι οποίοι ίδρυσαν νέα δεξιά κόμματα, ο Μιλόσεβιτς ονόμασε το κόμμα του Σοσιαλιστικό Κόμμα Σερβίας και θεώρησε τον εαυτό του συνεχιστή του κόμματος του Τίτο σε νέα μορφή. Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος, ως ο κύριος φορέας αποφασιστικών μεταρρυθμίσεων, άσκησε θανατηφόρα επιρροή στις ιδέες της πραγματικής αριστεράς στη Γιουγκοσλαβία και το αποτέλεσμα το ζούμε σήμερα. Οι δε μάζες στις άλλες Δημοκρατίες συνδύαζαν τον κομμουνισμό και τη Γιουγκοσλαβία με την ιδέα για μια μεγάλη Σερβία. Στην ανάπτυξη αυτού του γενικού μπερδέματος στη Σερβία, βοήθησε και η χυδαία αστική αντιπολίτευση η οποία κολλούσε επίμονα στον Μιλόσεβιτς, μέχρι και τις τελευταίες του μέρες, την ετικέτα του κομμουνιστή.

Καθώς περνούσε ο καιρός, ο ιμπεριαλισμός δεν ήταν ικανοποιημένος από τον τρόπο διακυβέρνησης του Μιλόσεβιτς. Ήταν υπερβολικά φιλόδοξος και αναξιόπιστος. Παράλληλα, διηύθυνε μια σειρά αιματηρών εθνικών εκκαθαρίσεων σε περιοχές των αποσχισθέντων Δημοκρατιών όπου ζούσε ανάμεικτος πληθυσμός. Σε αντίθεση με τις κρατικές γραφειοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης των οποίων τα όνειρα να μεταμορφωθούν σε νέες αστικές τάξεις εξανεμίστηκαν γρήγορα από το ισχυρό ξένο κεφάλαιο το οποίο δεν ανέχεται μεσολαβητές, ο Μιλόσεβιτς και η κλίκα του – που ήθελαν πραγματικά να γίνουν η νέα άρχουσα τάξη η οποία να κρατήσει τα ηνία στα χέρια της – ήταν πολύ προσεκτικοί. Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης έγινε πολύ αργά και προσεκτικά, η βασική «λεηλασία» έγινε από τον Μιλόσεβιτς και την καμαρίλα του ενώ οι ξένοι καπιταλιστές καρπώθηκαν τα υπόλοιπα. Ο Μιλόσεβιτς, επίσης, δεν διέκοψε ποτέ τις στενές του σχέσεις με την ισχυρή πτέρυγα της Μόσχας, όπου πρέσβης της χώρας ήταν ο αδελφός του. Προσπαθούσε να συμμετάσχει ως μοναδικός παρτενέρ στο παιχνίδι με τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες, όμως, δεν ήθελαν με τίποτα να επιτρέψουν τον σχηματισμό μιας πιθανής ανεξάρτητης τοπικής δύναμης στα Βαλκάνια.

Η Δύση, εν τω μεταξύ, ήταν έτοιμη να προσφέρει στον αποπλανημένο παρτενέρ της και άλλη ευκαιρία. Αφού στέρησαν από τον Μιλόσεβιτς όλα τα εδάφη που κέρδισε στη Βοσνία και την Κροατία, είτε έμμεσα είτε με άμεσα (βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Βοσνία) και ίδρυσαν μια σειρά εξαρτημένα κρατίδια, ήρθε ο καιρός για μπίζνες. Οι κυρώσεις ανεστάλησαν και ο Μιλόσεβιτς ανακηρύχτηκε παράγοντας «ειρήνης και σταθερότητας» στα Βαλκάνια.

Εν τω μεταξύ, μέχρι το 1995 ο Μιλόσεβιτ&

author by OAE (translation)publication date Mon May 15, 2006 13:08author address author phone Report this post to the editors

Εν τω μεταξύ, μέχρι το 1995 ο Μιλόσεβιτς και το καθεστώς του υπήρξαν οργανικά ανίκανοι για αλλαγές. Η δύναμή τους εκείνη την περίοδο βρισκόταν στο νέο στρώμα των γκάνγκστερ και των «ύποπτων» πρακτόρων του καπιταλισμού στους οποίους δόθηκαν πολλά δικαιώματα τον καιρό του πολέμου και των κυρώσεων. Η ιδιωτικοποίηση πήρε μεγάλες διαστάσεις, αλλά όχι πάλι σε τέτοιο βαθμό ώστε να ικανοποιήσει τις ορέξεις των ιμπεριαλιστικών όρνεων. Γι’ αυτό ο Μιλόσεβιτς έπρεπε, τελικά, να ανατραπεί.

Παρά το γεγονός ότι η Δύση διέθεσε εκατομμύρια δολάρια και στήριξε τους φιλοκαπιταλιστές παρατρεχάμενούς της στη Γιουγκοσλαβία, όπως τους Ντράσκοβιτς και Τζίντζιτς, οι οποίοι έγιναν γνωστοί και ως «δημοκρατική αντιπολίτευση», οι τελευταίοι ήταν περισσότερο διεφθαρμένοι από ό,τι ο Μιλόσεβιτς και το κόμμα του.

Έτσι, ο αγώνας των αλβανικών μαζών στο Κόσοβο - όπου το καθεστώς του Μιλόσεβιτς, ακόμα μάλιστα από τον καιρό της κατάργησης της αυτονομίας, εφάρμοσε κανονικό απαρτχάιντ σε βάρος του αλβανικού πληθυσμού - χρησιμοποιήθηκε από το ΝΑΤΟ ως πρόφαση για επίθεση στη Σερβία με σκοπό την ανατροπή του Μιλόσεβιτς.

Εν τω μεταξύ, μετά από 78 μέρες βομβαρδισμών και καταστροφής της σερβικής οικονομίας, οι ιμπεριαλιστές δεν μπόρεσαν να κάνουν αρκετά πράγματα, εκτός του ότι δυνάμωσαν τον Μιλόσεβιτς. Στο τέλος, ένα μαζικό κίνημα εργατών και νεολαίας τον Οκτώβρη του 2000, ήταν εκείνο που ανέτρεψε το δικτάτορα.

Ο τρόπος με τον οποίο αναλύονται σήμερα η άνοδος και η πτώση του Μιλόσεβιτς περικλείει πολλούς κινδύνους. Η επίρριψη όλων των ευθυνών στις πλάτες του απαιτητικού αυτού εθνικιστή γραφειοκράτη, διαγράφει εντελώς τις ευθύνες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων γενικά. Ήταν ακριβώς οι ιμπεριαλιστικές αυτές δυνάμεις που παρείχαν στήριξη με το κουταλάκι σε διαφορετικούς τοπικούς γκάνγκστερ στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας μέχρις ότου χυθεί αρκετό αίμα.

Καταβάλλεται προσπάθεια από τα αστικά ΜΜΕ των πρώην γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών - τα οποία θυμήθηκαν ξαφνικά τα ματωμένα χέρια του Μιλόσεβιτς στη διάρκεια του πολέμου - να μεγαλοποιήσουν τις σχέσεις μεταξύ του Μιλόσεβιτς και των σερβικών μαζών. Καταβάλλεται προσπάθεια να διαφανεί ότι αυτή τη στιγμή επικρατεί μαζική λύπη για το θάνατο του Μιλόσεβιτς σε όλη τη Σερβία. Η άρχουσα τάξη των κρατών αυτών δικαιώνει με τον τρόπο αυτό την ύπαρξή της και επιτείνει την προκατάληψη μεταξύ του πληθυσμού με σκοπό να καθυστερήσει η επανασύνδεση των αδερφών εργατικών τάξεων. Δεν λένε τίποτα για την ισχυρή στήριξη την οποία είχε ο Μιλόσεβιτς για μια περίοδο μέσα στις κυβερνητικές γραμμές. Το ουσιαστικό ζήτημα που πρέπει να καταδειχτεί είναι ότι οι βασικοί σύμβουλοι του Μιλόσεβιτς δεν ήταν Σέρβοι, αλλά δικά του ταξικά αδέρφια από άλλες Δημοκρατίες. Την εποχή των φοβερών συγκρούσεων μεταξύ Σέρβων και Κροατών, οι Μιλόσεβιτς και Τούτζμαν συναντήθηκαν χωρίς κανένα πρόβλημα σε υπερπολυτελή βίλα και σχεδίασαν χάρτες σε πλούσια τραπέζια. Ο Τούτζμαν στην ιδιωτική του ζωή ήταν μεγάλος λάτρης του Μιλόσεβιτς.

Επίσης, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τους δυτικούς διπλωμάτες, στους οποίους ήταν αρκετά αρεστές οι συνεχείς αφίξεις τους στη χώρα για μαραθώνιες συνομιλίες με τον Μιλόσεβιτς, πίνοντας ουίσκι στη βίλα του έως αργά τα βράδια. Τώρα βλέπουμε στις οθόνες των τηλεοράσεων τους διάφορους Τσίμερμαν και Χόλμπρουκ να μην έχουν τα μούτρα που είχαν τότε και να αποκαλούν το Μιλόσεβιτς «σκοτεινό πνεύμα». Η περιφρόνησή μας για τους κήρυκες αυτούς του θανάτου μας ενώνει το ίδιο, όπως και το μίσος μας για τους τοπικούς δυνάστες οι οποίοι μας έσπρωξαν σε πόλεμο με τα αδέρφια μας.

Η πλειοψηφία των ανθρώπων στη Σερβία δεν έχουμε δάκρυ για τον Μιλόσεβιτς. Ο θάνατός του δείχνει το τέλος μιας τραγικής εποχής όπου αφήσαμε το δηλητήριο του εθνικισμού να επισκιάσει το ταξικό μας ένστικτο. Τα Βαλκάνια δεν μπορούν και δεν θα μείνουν χωρίς αλλαγές μέσα στο παγκόσμιο περιβάλλον. Σήμερα, οι πρώην «πατέρες του έθνους» είναι στο χώμα και ο ταξικός αγώνας βρίσκεται πάλι στην καθημερινή ημερήσια διάταξη. Περπατώντας πάνω από τους τάφους τους, διασκεδάζουμε για τις επερχόμενες νίκες μας.

 
This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]