user preferences

Αναρχισμός και Ιμπεριαλισμός ΙΙ

category Διεθνή | Αναρχική Ιστορία | Γνώμη / Ανάλυση author Friday June 19, 2015 21:48author by Michael Schmidt & Lucien van der Walt Report this post to the editors

Διεθνισμός, Κοινωνική Ισότητα και Αντιιμπεριαλ_

Ο αναρχισμός είναι ένα διεθνιστικό κίνημα. Όπως ακριβώς η εργατική τάξη και οι αγρότες βρίσκονται σε όλον τον κόσμο και όπως ακριβώς ο καπιταλισμός και η γαιοκτησία υπάρχουν παντού, έτσι και οι αγώνες είναι απαραίτητο να διεξάγονται και να συντονίζονται πέρα από τα όρια των συνόρων. Το κράτος αποτελεί εργαλείο των πλουσίων και των ισχυρών, όχι τη φωνή ενός λαού ή μιας χώρας, συνεπώς ο αγώνας δεν θα πρέπει να περιορίζεται στα κρατικά σύνορα· τα βασικά συμφέροντα των λαϊκών τάξεων είναι ουσιαστικά παντού τα ίδια.
1982088_284166421738901_314659921_n.jpg

Ο αναρχισμός είναι ένα διεθνιστικό κίνημα. Όπως ακριβώς η εργατική τάξη και οι αγρότες βρίσκονται σε όλον τον κόσμο και όπως ακριβώς ο καπιταλισμός και η γαιοκτησία υπάρχουν παντού, έτσι και οι αγώνες είναι απαραίτητο να διεξάγονται και να συντονίζονται πέρα από τα όρια των συνόρων. Το κράτος αποτελεί εργαλείο των πλουσίων και των ισχυρών, όχι τη φωνή ενός λαού ή μιας χώρας, συνεπώς ο αγώνας δεν θα πρέπει να περιορίζεται στα κρατικά σύνορα· τα βασικά συμφέροντα των λαϊκών τάξεων είναι ουσιαστικά παντού τα ίδια. Άρα ο αγώνας δεν μπορεί να περιορίζεται σε μια χώρα· οι απομονωμένοι αγώνες σε μια χώρα δεν μπορούν πλέον να είναι περισσότερο επιτυχημένοι από τους αγώνες ενός επαγγελματικού κλάδου.Όπως διαβεβαιώνει ο Μπακούνιν: «Το ζήτημα της επανάστασης ... μπορεί να λυθεί μόνο στο διεθνές επίπεδο». Είναι απαραίτητο να σφυρηλατηθούν οι ισχυρότεροι δυνατοί «δεσμοί οικονομικής αλληλεγγύης και αδελφικών συναισθημάτων» ανάμεσα στους εργάτες «όλων των κλάδων σε όλα τα μέρη». Έβλεπε στις διεθνείς οργανώσεις όπως η Πρώτη Διεθνής τον πυρήνα ενός διεθνούς κινήματος και τη βάση μια νέας διεθνούς τάξης πραγμάτων. Τέτοιες οργανώσεις μπορούν τελικά να «ανυψώσουν πάνω απ' τα συντρίμμια του παλιού κόσμου την ελεύθερη ομοσπονδία των εργατικών ενώσεων», «τους ζωντανούς σπόρους της νέας κοινωνίας που θα αντικαταστήσει τον παλιό κόσμο».

Ο Μπακούνιν επιχειρηματολογούσε ξανά και ξανά υπέρ μιας «σοβαρής διεθνούς οργάνωσης των εργατικών ενώσεων σε όλους τους τόπους, ικανής να αντικαταστήσει τον απερχόμενο κόσμο των κρατών».

Ο Μπακούνιν πίστευε πως «υπάρχει μόνο ένας κανόνας που είναι πραγματικά υποχρεωτικός για όλα τα μέλη, άτομα, τομείς και ομοσπονδίες της Διεθνούς» και αυτός είναι η «διεθνής αλληλεγγύη των εργατών σε όλους τους κλάδους και σε όλες τις χώρες για τον οικονομικό τους αγώνα ενάντια στους εκμεταλλευτές της εργασίας». Και συνέχιζε: «Η αληθινή και ζωντανή ενότητα της Διεθνούς βρίσκεται στην πραγματική οργάνωση αυτής της αλληλεγγύης, μέσα απ' την αυθόρμητη οργάνωση των εργατικών μαζών και την πλήρως ελεύθερη ομοσπονδιοποίησή τους σε όλα τα έθνη και τις γλώσσες, που είναι ισχυρή γιατί είναι ελεύθερη, και όχι στην ένωσή τους μέσω διαταγμάτων και υπό από τις προσταγές οποιασδήποτε κυβέρνησης».

Αυτή η «αληθινή και ζωντανή ενότητα» είναι η ενότητα ανάμεσα στους ειδικευμένους και τους λιγότερο ειδικευμένους εργάτες και η ενότητα των λαϊκών τάξεων σε όλον τον κόσμο. Σύμφωνα με τον Μπακούνιν, η διαίρεση ανάμεσα στην εργατική τάξη των πόλεων και τους αγρότες αποτελεί τον «θανάσιμο ανταγωνισμό» που έχει «παραλύσει τις επαναστατικές δυνάμεις» – πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει κάθε σοβαρό επαναστατικό σχέδιο. Αν και ο Μπακούνιν δεν ήταν σε καμία περίπτωση πλήρως απελευθερωμένος απ' τις δικές του προκαταλήψεις, είχε ως αρχή τη λαϊκή ενότητα πέρα από τα όρια των φυλών και των εθνικοτήτων: «Τι περισσότερο εννοούμε όταν μιλάμε για σεβασμό στην ανθρωπότητα» από «την αναγνώριση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κάθε ανθρώπου, ανεξαρτήτως φυλής» ή «χρώματος»; «Όντας πεπεισμένη ότι η πραγματικά οριστική λύση του κοινωνικού ζητήματος μπορεί να επιτευχθεί μονάχα στη βάση της οικουμενικής αλληλεγγύης των εργατών σε όλες τις χώρες, η Συμμαχία απορρίπτει όλες τις πολιτικές που βασίζονται στον αποκαλούμενο πατριωτισμό και την αντιπαλότητα μεταξύ των εθνών».

Παρά την περιστασιακή τάση του να αναπαράγει στερεότυπα για τους Γερμανούς και να εγκωμιάζει τους Σλάβους (πράγμα που γίνεται ίσως κατανοητό δεδομένης της δέσμευσις του στην αποαποικιοποίηση της Ανατολικής Ευρώπης), ο Μπακούνιν ελπίζει σε μια συνθήκη στην οποία «οι Γερμανοί, Αμερικάνοι και Άγγλοι εργάτες, όπως και αυτοί των άλλων εθνών» θα «πορευτούν με την ίδια ενέργεια προς την καταστροφή της πολιτικής εξουσίας». Δεν είχε «καμία αμφιβολία ότι θα έρθει η ώρα που το ίδιο το γερμανικό προλεταριάτο» θα απαρνηθεί την πολιτική του κρατισμού και θα ενωθεί με το διεθνές εργατικό κίνημα «που θα απελευθερώσει του πάντες από την κρατικίστικη πατρίδα τους».

Αντίστοιχα, και παρά τις διαφορές τους, ο Γερμανός κάιζερ, ο Ρώσος τσάρος και ο Γάλλος αυτοκράτορας, είναι θεμελιωδώς ενωμένοι στη βάση της πρόθεσής τους να διατηρήσουν το ταξικό σύστημα.Αυτή είναι μια από τις πιο διορατικές ιδέες της ευρύτερης αναρχικής παράδοσης: από τη στιγμή που οι κυρίαρχες τάξεις εφαρμόζουν τη διεθνή αλληλεγγύη μεταξύ τους πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα, το ίδιο θα πρέπει να κάνουν και οι λαϊκές τάξεις. Είναι μια αξιοσημείωτη πρώιμη διατύπωση της ιδέας της «παγκοσμιοποίησης από τα κάτω» προκειμένου να αλλάξει ο κόσμος.

Σύμφωνα με τους Μπακούνιν και Κροπότκιν, το κρατικό σύστημα πυροδοτεί τεχνηέντως τα εθνικά μίση και αντιπαλότητες με αποτέλεσμα να «πρέπει η επαναστατική πολιτική του προλεταριάτου να έχει απαραίτητα ως άμεσο και μοναδικό στόχο την καταστροφή των κρατών». Πώς μπορεί να κανείς «να μιλά για διεθνή αλληλεγγύη όταν θέλει να διατηρήσει το κράτος – εκτός αν ονειρεύεται το καθολικό κράτος, δηλαδή ... την καθολική σκλαβιά, όπως οι πάπες και οι αυτοκράτορες – το κράτος, που απ' τη φύση του είναι ακριβώς η ρήξη με αυτή την αλληλεγγύη και μια διαρκής αιτία πολέμου»; Παρ' όλα αυτά, οι αναρχικοί ξεπερνούν τις απλές αφηρημένες επικλήσεις για τερματισμό των προκαταλήψεων και του μίσους· όπως θα δούμε στο κεφάλαιο 10, η ευρύτερη αναρχική παράδοση έχει γενικά την πεποίθηση ότι ο αγώνας για λαϊκή ενότητα απαιτεί επίσης τον αγώνα ενάντια στις θεσμοθετημένες διακρίσεις και την καταπίεση βάσει φυλής και εθνικότητας.

Τα παραπάνω απορρέουν από την αναρχική δέσμευση στην ελευθερία και την ισότητα και εκφράζονται επίσης στο φεμινιστικό ένστικτο του ευρύτερου αναρχικού κινήματος. Σίγουρα υπήρξαν αναρχικοί και συνδικαλιστές που υπηρέτησαν τη γυναικεία χειραφέτηση μόνο στα λόγια και είναι αλήθεια ότι το πρώιμο κίνημα συχνά αποτύγχανε να αντιμετωπίσει τη σεξουαλική διαίρεση της εργασίας, η οποία εγκλώβιζε τις γυναίκες σε συγκεκριμένους ρόλους και επαγγέλματα. Όμως, οι αναρχικοί ζητούν από θέση αρχής την ένωση ανδρών και γυναικών στην ταξική πάλη και υποστηρίζουν τα ίσα δικαιώματα των γυναικών, καθώς και τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία. Η στάση του Μπακούνιν απέναντι στις γυναίκες ήταν «πολύ πιο μπροστά από τους περισσότερους συγχρόνους του». Σημείωνε ότι ο νόμος θέτει τις γυναίκες υπό την «απόλυτη κυριαρχία» των ανδρών, ότι οι γυναίκες δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τους άνδρες και ότι στην πιο δεινή θέση βρίσκονται οι «φτωχές και στερημένες δικαιωμάτων γυναίκες». Όμως, δεδομένης της ταξικής του πολιτικής, ο Μπακούνιν πίστευε ότι τα συμφέροντα των εργατριών και των αγροτισσών είναι «άρρηκτα συνδεδεμένα με τον κοινό σκοπό όλων των καταπιεσμένων εργατών – ανδρών και γυναικών» – και είναι τελείως διαφορετικά από αυτά των κυρίαρχων τάξεων, «των παρασίτων και των δυο φύλων».

Η τελική «χειραφέτηση όλων» μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την επανάσταση: οι γυναίκες δεν θα εξαρτώνται πλέον οικονομικά από τους άνδρες, καθώς οι βασικές τους ανάγκες θα καλύπτονται μέσα από την κοινωνία και άρα θα είναι «ελεύθερες να χτίσουν τον δικό τους τρόπο ζωής». Η κατάργηση του κράτους και η δημιουργία της κοινωνικής και οικονομικής ισότητας θα εξαφανίσει την «εξουσιαστική νόμιμη οικογένεια» για να την αντικαταστήσει με τις ελεύθερες και συναινετικές σχέσεις και την «πλήρη σεξουαλική ελευθερία των γυναικών».

Το πρόγραμμα της Συμμαχίας υπογράμμιζε πως «πάνω απ' όλα» προσπαθεί για την «οικονομική, πολιτική και κοινωνική ισότητα των δυο φύλων». «Τα παιδιά και των δυο φύλων θα πρέπει, από τη γέννησή τους, να απολαμβάνουν ίσα εφόδια και ευκαιρίες για την ολόπλευρη ανάπτυξή τους, δηλαδή την υποστήριξη, την ανατροφή και την εκπαίδευση». Αυτό το μέτρο είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς, «πλάι στην κοινωνική και οικονομική ισότητα», δημιουργεί «μεγαλύτερη και διαρκώς διευρυνόμενη ατομική ελευθερία και οδηγεί στην κατάργηση των τεχνητών και επιβεβλημένων ανισοτήτων».

Επίσης, ο Μπακούνιν δηλώνει «ισχυρή συμπάθεια για κάθε εθνική εξέγερση ενάντια σε οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης» αναφέροντας πως κάθε λαός «έχει το δικαίωμα να είναι ο εαυτός του ... κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του επιβάλει την ενδυμασία, τα έθιμα, τη γλώσσα και τους νόμους του». Αμφιβάλλει για το αν θα μπορέσει η «ιμπεριαλιστική Ευρώπη» να κρατήσει υποταγμένους τους υπηκόους λαούς: «Τα δυο τρίτα της ανθρωπότητας, 800 εκατομμύρια Ασιάτες, κοιμισμένοι μέσα στην υποτέλεια τους, αναγκαστικά θα ξυπνήσουν και θα κινητοποιηθούν». Η αποαποικιοποίηση είναι κάτι το εντελώς αποδεκτό: «Το δικαίωμα της ελεύθερης ένωσης ή απόσχισης είναι το πρώτο και σημαντικότερο πολιτικό δικαίωμα».

Παρ' όλα αυτά, δεδομένης της δέσμευσής του στην ταξική πάλη και τον σοσιαλισμό, αναρωτιέται: «Σε ποια κατεύθυνση και σε ποιο στόχο» μπορούν και πρέπει να κατευθυνθούν οι αγώνες αυτοί; Σύμφωνα με τον Μπακούνιν, η εθνική απελευθέρωση πρέπει να επιτευχθεί «τόσο ως προς τα οικονομικά όσο και ως προς τα πολιτικά συμφέροντα των μαζών». Αν ο αγώνας για εθνική απελευθέρωση διεξάγεται με «φιλοδοξίες για εγκαθίδρυση ενός ισχυρού Κράτους» ή «αν διεξάγεται χωρίς το λαό κι ως εκ τούτου βασίζει την επιτυχία του σε μια προνομιούχο τάξη», θα καταλήξει σε ένα «οπισθοδρομικό, καταστροφικό, αντεπαναστατικό κίνημα». Πιστεύει πως «κάθε αποκλειστικά πολιτική επανάσταση – είτε αυτή υπερασπίζεται την εθνική ανεξαρτησία είτε μια πολιτειακή αλλαγή ... – που δεν στοχεύει στην άμεση και πραγματική πολιτική και οικονομική χειραφέτηση των λαών, είναι μια ψεύτικη επανάσταση. Οι στόχοι της θα είναι ανέφικτοι και οι συνέπειές της αντιδραστικές».

Ο Μπακούνιν επιμένει ότι «το μονοπάτι του κρατισμού, το οποίο περιλαμβάνει την εγκαθίδρυση ξεχωριστών ... Κρατών» είναι «εντελώς καταστροφικό για τις μεγάλες μάζες του λαού», καθώς δεν καταργεί την κρατική εξουσία, απλώς αλλάζει την εθνικότητα της άρχουσας τάξης. Στα μέρη όπου οι εγχώριοι καπιταλιστές και γαιοκτήτες είναι ανίσχυροι μετά την ανεξαρτητοποίηση, μπορεί να συνασπιστεί μια νέα εξουσιαστική ελίτ μέσα απ' το ίδιο το καινούριο κράτος. Στη Σερβία, η οποία είχε απελευθερωθεί απ' την Τουρκία, δεν υπήρχαν «ούτε ευγενείς, ούτε μεγάλοι γαιοκτήμονες, ούτε βιομήχανοι, ούτε πολύ πλούσιοι έμποροι» μετά την ανεξαρτητοποίηση· όμως σύντομα στο καινούριο κράτος αναδύθηκε μια «νέα γραφειοκρατική αριστοκρατία», αποτελούμενη από μορφωμένους νεαρούς πατριώτες. Η «σιδερένια λογική» των θέσεών τους τούς μετέτρεψε σε «κυνικούς γραφειοκράτες τυράννους» που έγιναν «εχθροί του λαού», σε μια νέα άρχουσα τάξη. Αυτή η θέση φαίνεται να επιβεβαιώνεται από την εμπειρία πολλών μετα-αποικιοκρατούμενων χωρών, όπου τα ηγετικά στελέχη των κινημάτων ανεξαρτησίας χρησιμοποίησαν την κρατική εξουσία και εξελίχθηκαν σε νέες κυρίαρχες τάξεις – οι οποίες συχνά αποδείχθηκαν τόσο καταπιεστικές όσο ήταν και οι αποικιοκράτες προκάτοχοί τους.

Η ρητορική περί ανεξαρτησίας, ελευθερίας και εθνικής ενότητας γίνεται προκάλυμμα για τις δραστηριότητες των καινούριων εξουσιαστών και όπλο για τη συντριβή της εργατικής τάξης, των αγροτών και των φτωχών. Ο Μπακούνιν παρατηρεί ότι «οι αστοί αγαπούν τις χώρες τους μόνο και μόνο γιατί γι' αυτούς η χώρα, η οποία αντιπροσωπεύεται από το Κράτος, διασφαλίζει τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά τους προνόμια. ... Από Πατριώτες του Κράτους, γίνονται οργισμένοι εχθροί της μάζας του λαού». Συνεπώς, σύμφωνα με τον Μπακούνιν, η εθνική απελευθέρωση χωρίς κοινωνικούς επαναστατικούς στόχους είναι απλώς μια εναλλαγή ελίτ, καθώς μεταφέρει την εξουσία από μια ξένη σε μια εγχώρια άρχουσα τάξη.

Εκτός αυτού, τα πρόσφατα ανεξαρτητοποιημένα κράτη επαναδημιουργούν διαρκώς το πρόβλημα των κατακτήσεων και της εθνικής καταπίεσης: «ένα κράτος, για να υπάρξει, πρέπει να κάνει επιδρομές σε άλλα κράτη ... πρέπει να είναι έτοιμο να καταλάβει μια ξένη χώρα και να υποτάξει εκατομμύρια ανθρώπους». Το κρατικό σύστημα, σύμφωνα με τον Μπακούνιν, γεννά διαρκώς πολέμους· σε αυτό ο Κροπότκιν προσθέτει τη θέση ότι οι πόλεμοι συνδέονται επίσης με τα οικονομικά συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων: «οι άνδρες δεν πολεμούν πλέον για την ευημερία των βασιλιάδων τους· πολεμούν για να διασφαλίσουν τα εισοδήματα και να αυξήσουν τα υπάρχοντα των Οικονομικών Μεγαλειοτήτων τους, των κ.κ. Ρόθτσιλντ, Σνάιντερ και Σία, καθώς και για να παχύνουν τους άρχοντες της χρηματαγοράς και των εργοστασίων».

Ο Κροπότκιν υποστηρίζει ότι ακριβώς επειδή ο καπιταλισμός τείνει να παράγει περισσότερα από όσα μπορούν να πουληθούν, οι καπιταλιστές συγκρούονται καθώς αναζητούν νέες πηγές πρώτων υλών και νέες αγορές:Αυτό για το οποίο πολεμούν αυτή τη στιγμή η Γερμανία, η Γαλλία, η Ρωσία, η Αγγλία και η Αυστρία δεν είναι η στρατιωτική επικράτηση αλλά η οικονομική επικράτηση, το δικαίωμα να επιβάλλουν τους κατασκευαστές και τους δασμούς τους στους γείτονές τους· το δικαίωμα να αναπτύξουν μέσα στη βιομηχανία τους πόρους των υποανάπτυκτων λαών· το δικαίωμα να φτιάχνουν σιδηροδρόμους σε χώρες που δεν έχουν και με αυτό το πρόσχημα να βάζουν χέρι στις αγορές τους· το δικαίωμα, με λίγα λόγια, να ληστεύουν κάθε τόσο από έναν γείτονά τους ένα λιμάνι που θα τονώνει το εμπόριό τους ή μια επαρχία που θα απορροφά το πλεόνασμα της παραγωγής τους. ...Το άνοιγμα νέων αγορών και η επιβολή προϊόντων, καλών και κακών, στους ξένους, είναι η αρχή που βρίσκεται σήμερα κάτω από κάθε πολιτική σε ολόκληρη την ήπειρό μας και η πραγματική αιτία των πολέμων του δεκάτου ένατου αιώνα.

Η επόμενη γενιά αναρχικών είχε παρόμοιες απόψεις. Ο Ρόκερ υποστηρίζει ότι «είναι ανούσιο να μιλάει κανείς για κοινότητα εθνικών συμφερόντων, γιατί αυτό που υπερασπίζεται η άρχουσα τάξη κάθε χώρας ως εθνικό συμφέρον δεν είναι τίποτα πέρα απ' το ειδικό συμφέρον προνομιούχων μειοψηφιών της κοινωνίας, το οποίο εξασφαλίζεται μέσα από την εκμετάλλευση και την πολιτική καταστολή της μεγάλης μάζας». Γιατί, πίσω από τις εθνικιστικές ιδέες, γράφει ο Ρόκερ, «κρύβεται ... το εγωιστικό συμφέρον των πολιτικών εραστών της εξουσίας και των επιχειρηματιών εραστών του χρήματος, για τους οποίους το έθνος είναι το βολικό προκάλυμμα της δικής τους απληστίας και των σχεδίων τους για πολιτική εξουσία».

Ο Γκριγκόρι Πέτροβιτς «G.P.» Μαξίμοφ (1893-1950) ισχυρίζεται ότι «τα αποκαλούμενα εθνικά συμφέροντα ... είναι στην πραγματικότητα τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων», για τις οποίες το δικαίωμα «της ανεξαρτησίας και της αυτοδιάθεσης δεν είναι παρά το δικαίωμα της εθνικής αστικής τάξης να εκμεταλλεύεται απεριόριστα το προλεταριάτο της». Επιπλέον, τα καινούρια εθνικά κράτη «με τη σειρά τους αρχίζουν να αρνούνται τα εθνικά δικαιώματα των μειονοτήτων της επικράτειάς τους, να διώκουν τις γλώσσες, τις επιθυμίες και το δικαίωμα τους να είναι ο εαυτός τους» και «με αυτόν τον τρόπο η “αυτοδιάθεση” ... αποτυγχάνει επιπλέον να λύσει το ίδιο το εθνικό ζήτημα»· «απλώς το δημιουργεί εκ νέου». Ο Μαξίμοφ, που ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην αγρονομία το 1915 στην Πετρούπολη, εντάχθηκε στο επαναστατικό κίνημα της εποχής του. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Ένωση Αναρχοσυνδικαλιστικής Προπαγάνδας και μετέπειτα Συνομοσπονδία των Ρώσων Αναρχοσυνδικαλιστών και ήταν συντάκτης της εβδομαδιαίας εφημερίδας Golos Truda(«Η Φωνή Της Εργασίας»). Η εφημερίδα αυτή εκδόθηκε αρχικά στις Η.Π.Α. και αποτελούσε όργανο της αναρχοσυνδικαλιστικής Ένωσης Ρώσων Εργατών, μιας ομάδας με περίπου 10.000 μέλη196. Το 1917 η εφημερίδα εγκαταστάθηκε στην επαναστατημένη Ρωσία. Ο Μαξίμοφ εξορίστηκε από τη Ρωσία το 1921, αλλά παρέμεινε σημαντικό κομμάτι του αναρχικού κινήματος στη Γερμανία, τη Γαλλία και τις Η.Π.Α.

Σύμφωνα με τον Μπακούνιν, λοιπόν, τα επιτεύγματα της εθνικής απελευθέρωσης πρέπει να συνδεθούν με τον ευρύτερο αγώνα για μια διεθνή επανάσταση. Αν η εθνικότητα είναι διαχωρισμένη από το κράτος και αποτελεί φυσικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας, τότε δεν χρειάζεται το κράτος για να χειραφετηθεί, και, όπως έλεγε ο Μπακούνιν, η ενότητα μιας εθνικότητας μπορεί να προκύψει μονάχα με φυσικό τρόπο και όχι να δημιουργηθεί από τα πάνω, μέσα από κρατικίστικα σχέδια «οικοδόμησης του έθνους». Παρόμοια, αν η απελευθέρωση από την εθνική καταπίεση περιλαμβάνεται στην ταξική πάλη, τότε δεν μπορεί να περιορίζεται από τα όρια του κράτους ή της εθνικότητας, αλλά πρέπει να αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου διεθνούς αγώνα. Η κοινωνική επανάσταση πρέπει να έχει διεθνή προοπτική, «συνεπώς» τα καταπιεσμένα έθνη «πρέπει» «να συνδέσουν τις φιλοδοξίες και τις δυνάμεις τους με τις φιλοδοξίες και τις δυνάμεις όλων των άλλων χωρών».

Υπό αυτό το πρίσμα, οι περισσότεροι αναρχικοί (αλλά σε καμία περίπτωση όλοι) ήταν εχθρικοί προς τον εθνικισμό: «Κάθε εθνικισμός είναι φύσει αντιδραστικός, καθώς επιδιώκει να επιβάλει στα ξεχωριστά τμήματα της μεγάλης ανθρώπινης οικογένειας έναν καθορισμένο χαρακτήρα σύμφωνα με μια προκατειλημμένη ιδέα».

Η αναρχική επιμονή στη σημασία της δημιουργίας μιας ουσιαστικής ισότητας μέσα από μια νέα κοινωνική τάξη πραγμάτων η οποία θα είναι ταυτόχρονα ελευθεριακή και σοσιαλιστική, όπως και στο διεθνισμό, είναι ακόμη ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τον αναρχισμό από τις ιδέες ανθρώπων όπως οι Γκόντγουιν, Στίρνερ και Προυντόν. Οι Γκόντγουιν και Στίρνερ επικεντρώνουν την ανάλυσή τους σε μια αφηρημένη ατομικότητα και γενικώς δίνουν ελάχιστη σημασία στο κοινωνικό πλαίσιο που μπορεί να καταστήσει δυνατή την ελευθερία. Ο Γκόντγουιν θέλει το τέλος της ιδιωτικής ιδιοκτησίας γιατί αυτή παρεμποδίζει την ανάπτυξη της λογικής ενώ ο Στίρνερ δεν βλέπει τον σοσιαλισμό ως στόχο. Ο Προυντόν είναι ένας ωμός μισογύνης και αντιφεμινιστής που πιστεύει πως «μια γυναίκα ξέρει όλα όσα χρειάζεται όταν ξέρει να ράβει τα πουκάμισά μας και να μας μαγειρεύει μπριζόλες». Επίσης, οι απόψεις του είναι εμποτισμένες με εθνικιστικές και φυλετικές προκαταλήψεις. Θα μελετήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος την ευρύτερη αναρχική παράδοση και τη σχέση της με τα ζητήματα φυλής, ιμπεριαλισμού και φύλου στο κεφάλαιο 10.

- Συνεχίζεται

*Απόσπασμα μετάφρασης στα ελληνικά του Κεφάλαιο 10, με τίτλο "Αναρχικός Διεθνισμός και Φυλή, Ιμπεριαλισμός και Φύλο" του βιβλίου των Michael Schmidt Lucien Van Der Walt "Black Flame".

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]