user preferences

Εξεγερτικοί εναντίον ταξικής πάλης

category Διεθνή | Αναρχικό κίνημα | Γνώμη / Ανάλυση author Monday March 02, 2015 19:39author by Wayne Price - Anarkismo Report this post to the editors

Ο πλήρης τίτλος του κειμένου είναι: Ο Εξεγερσιακός Αναρχισμός ενάντια στον Αναρχισμό της Ταξικής Πάλης.
.jpg

Ο Εξεγερσιακός Αναρχισμός ενάντια στον Αναρχισμό της Ταξικής Πάλης

Τον τελευταίο καιρό υπήρξε ένα απότομο και έντονο ενδιαφέρον γύρω από ένα μικρό ριζοσπαστικό βιβλίο με τίτλο “Η Επερχόμενη Εξέγερση" (TCI), το οποίο γράφτηκε από την “Αόρατη Επιτροπή” (IC) και δημοσιεύθηκε αρχικά στη Γαλλία το 2007. H γαλλική αστυνομία το παρέθεσε ως αποδεικτικό στοιχείο στη δίκη των “Tarnaq 9”, όπου αγωνιστές κατηγορούνται για σχεδιασμό σαμποτάζ. Ο υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας ονόμασε το εν λόγω βιβλίο ως “εγχειρίδιο για την τρομοκρατία” (όπως αναφέρεται στη σελ. 5). Στις ΗΠΑ το βιβλίο έγινε γνωστό από την ακροδεξιά τηλεοπτική εκπομπή του κατάπτυστου καραγκιόζη Glen Beck, o οποίος επανειλημμένα αποκαλούσε το βιβλίο ως ένα εγχειρίδιο για την κατάληψη των ΗΠΑ από την αριστερά, όπου με τον όρο αυτό αναφερόταν σε όλο το πολιτικό φάσμα που κυμαίνεται από τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες και πέρα προς τα αριστερά. "Αυτό [είναι] ένα επικίνδυνο αριστερό βιβλίο .... Το οποίο πρέπει να διαβάσετε για να ξέρετε τι έρχεται και να είστε έτοιμοι για όταν συμβεί” (Beck, 2009). Οι παραπάνω δηλώσεις κέντρισαν το ενδιαφέρον μεγάλου μέρους ολόκληρου του φάσματος της αριστεράς, για παράδειγμα ο Μάικλ Μουρ φέρεται να έχει διαβάσει το εν λόγω βιβλίο.

Από τη σκοπιά του επαναστατικού-ελευθεριακού σοσιαλισμού (του αναρχισμού που επικεντρώνεται στην ταξική πάλη), πιστεύω ότι υπάρχουν αρκετά πράγματα που είναι λάθος σε αυτό το βιβλίο, όμως παράλληλα το εν λόγω βιβλίο έχει δίκιο σε μια σειρά από αρκετά σημαντικά ζητήματα. Πράγμα που αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους που ελκύει πολύ κόσμο, παρά το ασαφές ύφος του (οι συγγραφείς έχουν μελετήσει γαλλική ριζοσπαστική φιλοσοφία και αυτό μπορεί να φανεί μέσα από το κείμενο). Τα μέλη της IC αναφέρουν ότι, σε παγκόσμια κλίμακα, η κοινωνία μας είναι ηθικά σάπια και σε δομικό επίπεδο βρίσκεται στην βαθύτερη κρίση. Καταγγέλλουν αυτή την κοινωνία με κάθε τρόπο και αντιτάσσονται σε όλα τα ρεφορμιστικά προγράμματα. Αναφέροντας ότι μια συνολική αλλαγή είναι αναγκαία και ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω κάποιου είδους επανάστασης. Οι στόχοι τους είναι οι σωστοί, αναφερόμενοι σε μια αταξική, οικολογικά ισορροπημένη, αποκεντρωμένη και αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία. Οι απόψεις τους σίγουρα βρίσκονται έξω από το συνηθισμένο φάσμα των αποδεκτών πολιτικών συζητήσεων. Δυστυχώς, πιστεύω ότι η τακτική και η στρατηγική που προτείνουν είναι λανθασμένη, με αποτέλεσμα να καθίσταται απίθανη η επίτευξη των αδιαμφισβήτητα θεμιτών στόχων τους.

Στη "Μαύρη Φλόγα", ο Michael Schmidt και ο Lucien van der Walt παραθέτουν την ιστορία της κύριας τάσης του αναρχικού κινήματος, αυτού που συχνά αναφέρεται ως αναρχικός κομμουνισμός. Περιγράφουν δύο κύριες στρατηγικές μέσα από την ευρύτερη αναρχική παράδοση. "Η πρώτη στρατηγική, πρόκειται για τον εξεγερσιακό αναρχισμό, σύμφωνα με τον οποίο η οποιαδήποτε προσπάθεια αγώνα για μεταρρυθμίσεις είναι ανούσια και τα οργανωμένα μαζικά κινήματα είναι ασύμβατα με τον αναρχισμό, όπου αντίθετα υποστηρίζεται η προπαγάνδα μέσω της ένοπλης δράσης ενάντια στην άρχουσα τάξη και τους θεσμούς της ως το κύριο μέσο που θα προκαλέσει μια αυθόρμητη επαναστατική έκρηξη" (σελ. 123). Ιστορικά πρόκειται για την μη κύρια τάση του αναρχισμού, άλλα από την άλλη πρόκειται μάλλον για αυτό το οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν στο μυαλό τους ως “αναρχισμό”.

“Η δεύτερη στρατηγική στην οποία αναφερόμαστε, εν ελλείψει καλύτερου όρου, πρόκειται για τον μαζικό αναρχισμό ... ο οποίος υπογραμμίζει την άποψη ότι μόνο μέσω ενός μαζικού κινήματος μπορεί να δημιουργηθεί ένας επαναστατικός μετασχηματισμός στην κοινωνία και πως τέτοια κινήματα συνήθως χτίζονται μέσα από αγώνες γύρω από άμεσα ζητήματα, διεκδικήσεις και μεταρρυθμίσεις (...) και ότι οι αναρχικοί πρέπει να συμμετέχουν σε τέτοια κινήματα, έτσι ώστε να τα ριζοσπαστικοποιήσουν και να τα μετατρέψουν στους μοχλούς της επαναστατικής αλλαγής » (σελ. 134). Προσωπικά προτιμώ να ονομάζω αυτή τη δεύτερη στρατηγική με έναν πιο ευρέως διαδεδομένο όρο, αυτό του “του αναρχισμού της ταξικής πάλης”. (Αυτή πρόκειται για μια συζήτηση γενικότερων πολιτικών τάσεων. Επίσης οι ατομικιστές αναρχικοί δεν διαχωρίζονται ακριβώς ανάμεσα σε αναρχικούς “εξεγερσιακούς” ή αναρχικούς της “ταξικής πάλης” τύπους. Ανεξαρτήτως της κατηγορίας, οι δραστηριότητές τους είναι πιθανό να λαμβάνουν πρακτικές και των δυο τάσεων και στρατηγικών).

Οι παραπάνω όροι μπορεί να προκαλέσουν κάποια σύγχυση. Με τον όρο “εξέγερση”, οι περισσότεροι άνθρωποι αναφέρονται σε μια επαναστατική εξέγερση από τη μάζα των ανθρώπων με σκοπό να ανατρέψουν την άρχουσα τάξη και την κυριαρχία της. Με βάση αυτόν τον ορισμό τότε είναι οι αναρχικοί της ταξικής πάλης που αγωνίζονται για μια εξέγερση. Από την άλλη πλευρά, οι λεγόμενοι εξεγερσιακοί δεν ενδιαφέρονται ακριβώς για κάποια εξέγερση - μια λαϊκή εξέγερση - αλλά ενδιαφέρονται κυρίως για επαναστατικές δραστηριότητες που υλοποιούνται από τους ίδιους, μια επαναστατική μειοψηφία. Όπως θα δούμε, το TCI είναι ιδιαίτερα ασαφές στο κατά πόσο επιθυμεί μια λαϊκή εξέγερση. Ωστόσο, εγώ θα συνεχίσω χρησιμοποιώντας τους συνήθεις πολιτικούς ορισμούς.
Στην πραγματικότητα οι ανώνυμοι συγγραφείς αυτού του βιβλίου δεν ταυτίζονται ξεκάθαρα με τον “αναρχισμό”, στον οποίο αναφέρονται αρνητικά, προτιμώντας να χρησιμοποιήσουν τον όρο του “κομμουνισμού”. Πολύ πιθανό να έχουν επηρεαστεί από τις αυτόνομες τάσεις που προέρχονται από το μαρξισμό, αν και οι ίδιοι δεν ταυτίζονται ούτε με τον "μαρξισμό". Νομίζω ότι μπορούμε να τους εντάξουμε στην παράδοση του “εξεγερσιακού αναρχισμού", μιας και η υπεράσπιση της αποκέντρωσης (έναντι στον συγκεντρωτισμό) είναι συνήθως αναρχική πεποίθηση και όχι μαρξιστική. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι τώρα έχει υπάρξει μια αρκετά μεγάλη αλληλεπίδραση και πρόσμειξη ανάμεσα στον αναρχισμό και στις ελευθεριακές τάσεις του μαρξισμού, που είναι σχεδόν αδύνατον (ή έστω σχετικό) να βάλουμε μια ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα τους.

Ενάντια στις Οργανώσεις της Εργατικής Τάξης

Σύμφωνα με το ΤCI τα συνδικάτα αποτελούν άμεσο εχθρό. "Το πρώτο εμπόδιο που αντιμετωπίζει κάθε κοινωνικό κίνημα, πολύ πριν από την αστυνομία, είναι τα συνδικάτα ...” (σελ. 121). Αυτή η άποψη έχει μια σειρά από ασαφείς διακρίσεις μεταξύ (1) των εργατών, οι οποίοι αποπροσανατολίζονται από τα συνδικάτα, αλλά αποκομίζουν σαφή οφέλη από αυτά, (2) τις ίδιες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ως οργανώσεις που δημιουργούνται από τους εργάτες και (3) τους γραφειοκράτες των συνδικάτων, οι οποίοι αποτελούν έναν αντιπρόσωπο της καπιταλιστικής τάξης μέσα στις οργανώσεις των εργατών. Με άλλα λόγια στην προκειμένη περίπτωση, οι εργαζόμενοι, τα συνδικάτα και οι γραφειοκράτες θεωρούνται ως ένα κοινό σώμα/μπλοκ, το οποίο είναι ακριβώς ο τρόπος με τον οποίο το βλέπουν και οι γραφειοκράτες (και οι ρεφορμιστές υποστηρικτές τους).

Η ένταξη και συμμετοχή των εργατών στα συνδικάτα συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την διεκδίκηση και απόκτηση καλύτερων μισθών καθώς και συνθηκών εργασίας. Αυτό είναι κάτι το οποίο η IC αγνοεί και κάτι για το οποίο δεν θα νοιαζόταν ούτως ή άλλως. Θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι η IC τουλάχιστον θα ενδιαφέρεται για τους απεργούς οι οποίοι μπορούν να καταλύσουν την κοινωνία όπως κανένα άλλο τμήμα της, αλλά ούτε αυτό τους ενδιαφέρει. "... Οι απεργίες συνήθως απορρίπτουν και ανταλλάσουν την προοπτική της επανάσταση με την επιστροφή στην ομαλότητα και την κανονικότητα " (σελ. 107). "Συνήθως" ναι, εκτός από τις ασυνήθιστες περιπτώσεις όπου οι απεργίες υπήρξαν μέρος των επαναστάσεων. Αντί για την οργάνωση των εργατών, η IC συμβουλεύει τους αναγνώστες της μπροσούρας να βρουν τρόπους εξαπάτησης του συστήματος, μένοντας έξω από τα πλαίσια της μισθωτής εργασίας. "Αυτό που είναι σημαντικό, είναι να καλλιεργήσουμε και να διαδώσουμε αυτή την απαραίτητη τάση προς την εξαπάτηση ...” (σελ. 104).

Κάποτε είχε υπάρξει σύνηθες για την ακροαριστερά να χαρακτηρίζει τα συνδικάτα ως μέσα που χρησιμεύουν αποκλειστικά στους καπιταλιστές. Υποτίθεται ότι η μόνη λειτουργία των συνδικάτων ήταν να ελέγχουν τους εργαζόμενους εξασφαλίζοντας συμφέροντα της καπιταλιστικής τάξης. Αυτή η άποψη έχει διαψευσθεί από την ιστορία. Τα αφεντικά χρησιμοποιούν τα συνδικάτα, όταν οι καιροί είναι πιο σκληροί – όπως και έκαναν από το τέλος της μεταπολεμικού boom (γύρω στο 1970). Οι καπιταλιστές αντιτίθενται πλέον στη δύναμη των συνδικάτων, και παίρνοντας μια σειρά από περικοπές στα εργασιακά δικαιώματα και στις συμβάσεις, και πολεμώντας με νύχια και με δόντια τη δημιουργία νέων συνδικάτων. Τα συνδικάτα στις ΗΠΑ έχουν πέσει από το 33% του εργατικού δυναμικού στον ιδιωτικό τομέα σε περίπου 6%. Σαφώς, η καπιταλιστική τάξη πιστεύει ότι τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα για αυτούς χωρίς τα συνδικάτα. Σίγουρα οι καπιταλιστές θεωρούν πως η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι κάτι χρήσιμο σε αυτούς, αλλά έχουν επίσης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα συνδικάτα φέρνουν περισσότερα οφέλη στους εργάτες από την αστική τάξη. Και έχουν δίκιο.

Η άρνηση της IC προς τα συνδικάτα και, στην πραγματικότητα, προς την εργατική τάξη, υποστηρίζεται από μια θεωρία σύμφωνα με την οποία η ίδια η εργατική τάξη σχεδόν δεν υπάρχει πια. "... Οι εργάτες έχουν καταστεί περιττοί. Η αύξηση της παραγωγικότητας, ... η μηχανοποίηση, η αυτοματοποιημένη και η ψηφιακή παραγωγή έχουν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχει σχεδόν μηδενιστεί ο παράγοντας και η αναγκαιότητα της ανθρώπινη εργασίας για την παρασκευή οποιουδήποτε προϊόντος ... “(σελ. 46). Αυτή η ακραία υπερβολή μας οδηγεί να βλέπουμε την εργασία, ως κάτι που επιβάλλεται κυρίως από τους καπιταλιστές για τον έλεγχο του πληθυσμού και όχι τόσο για την εκμετάλλευση των εργατών και της συσσώρευσης υπεραξίας. Εάν βέβαια το παραπάνω ίσχυε, τότε δεν θα ζούσαμε πια στον καπιταλισμό. “... Το κεφάλαιο έπρεπε να θυσιαστεί ως μισθωτή σχέση, προκειμένου να επιβάλει τον εαυτό του ως μια κοινωνική σχέση” (σελ. 91). Κατά τη γνώμη του Μαρξ, ο καπιταλισμός δεν είναι τίποτα πέραν από τη σχέση κεφαλαίου/ εργασίας. Ως εκ τούτου, κάτι τέτοιο θα ήταν το τέλος του καπιταλισμού, αν και θα υπήρχε ακόμα κάποιο είδος νέας καταπίεσης. Χωρίς μια καπιταλιστική τάξη, η οποία να αγοράζει την εργατική δύναμη των εργαζομένων, δεν υπάρχει η σύγχρονη εργατική τάξη (όχι “προλεταριάτο”). Και ως εκ τούτου, για το TCI δεν υπάρχει πλέον η ανάγκη να επικεντρωθεί σε αγώνες της εργατικής τάξης. (Από τη δική μου άποψη, οι ταξικοί αγώνες αλληλεπιδρούν με τους μη ταξικούς αγώνες, όπως με τους αγώνες γύρω από ζητήματα φύλου, φυλής, εθνικότητας, ηλικίας, κλπ).

Μπορούν να κερδηθούν αγώνες για μεταρρυθμίσεις, απορρίπτοντας παράλληλα τον ρεφορμισμό;

Σύμφωνα με τους συγγραφείς της “μαύρης φλόγας”, "...ο εξεγερσιακός αναρχισμός εμπεριέχει μια ασαφή απαισιοδοξία, μιας και θεωρεί πως με οποιοδήποτε τρόπο και αν κατακτηθεί ένα αίτημα μιας μεταρρύθμισης, είναι εντελώς ανούσιο ..." (Schmidt και van der Walt 2009, 124 σελ.). Αλλά οι αναρχικοί που υποστηρίζουν την ταξική πάλη και την μαζική οργάνωση θεωρούν ότι το να αποκόπτεσαι και να δρας μακριά από το υπόλοιπο της εργατικής τάξης είναι κάτι το πραγματικά λάθος. Σημαίνει την απαξίωση των αιτήματα και των επιθυμιών της εργατικής τάξης για καλύτερες εργασιακές συνθήκες, αξιοπρεπή εισοδήματα και στέγαση, την εξαφάνιση των φυλετικών ή σεξουαλικών διακρίσεων, καθώς και άλλα δημοκρατικά δικαιώματα, για τον τερματισμό των πολέμων και την ασφάλεια από την οικολογική καταστροφή.

Η ΙC εκφράζει μια πλήρη περιφρόνηση σε τέτοιους περιορισμένους αγώνες για μεταρρυθμίσεις. Για τους αγώνες στους χώρους εργασίας, λέει, “μας συγχωρείτε αν δεν δίνουμε δεκάρα” (σελ. 44). Ο κίνδυνος της οικονομικής κρίσης και της μαζικής ανεργίας "... μας συγκινεί όσο και μια χριστιανική τελετουργία“ (σ. 63). Επίσης απορρίπτει περιφρονητικά όσους προειδοποιούν για τις επερχόμενες οικολογικές και ενεργειακές καταστροφές. "... Όλη αυτή η 'καταστροφή', για την οποία μας ενημερώνουν με τόσο μεγάλη ένταση ... μπορεί να μας απασχολεί, αλλά πάραυτα δεν μας αγγίζει” (σελ. 73-74). "Αυτό που κάνει την (οικολογική) κρίση τόσο επιθυμητή είναι ότι σε αυτή την κρίση το περιβάλλον παύει να είναι πια το περιβάλλον" (σελ. 81). Επιθυμητή;

Αντίθετα, "...ο μαζικός αναρχισμός της ταξικής πάλης θεωρεί και υποστηρίζει ότι είναι δυνατό και επιθυμητό να επιτευχθούν παραχωρήσεις από τις άρχουσες τάξεις ..." (Schmidt και van der Walt 2009? 124 σελ.). Πιστεύουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέρος μιας επαναστατικής, μη ρεφορμιστικής, στρατηγικής. Ένας από τους λόγους που υποστηρίζω αυτή την άποψη είναι ότι αυτές οι περιορισμένες διεκδικήσεις μπορούν να κερδηθούν μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Η οικονομία θα επιδεινώνεται –και επίσης άλλες καταστροφές θα αυξηθούν, όπως η αύξηση των πυρηνικών όπλων και η υπερθέρμανση του πλανήτη. Κάτι που έχει ως αποτέλεσμα, οι μεταρρυθμίσεις αυτές να γίνεται όλο και πιο δύσκολο να κερδηθούν, να πραγματοποιηθούν, και να συνεχιστούν υπό την αυξανόμενη αντεπίθεση της δεξιάς.

Το ζήτημα δεν είναι αν κάποια περιορισμένα αιτήματα μπορούν να κερδηθούν μεμονωμένα. Σίγουρα μπορούν, και ο αγώνας για την κατάκτηση τους, είναι απαραίτητος για την οικοδόμηση ενός επαναστατικού κινήματος (όπως γράφουν και οι Schmidt και van der Walt). Αλλά το πραγματικό ζήτημα είναι κατά πόσον είναι δυνατόν να κερδηθούν τα αιτήματα για αλλαγές που είναι απαραίτητες για να αποτρέψουν μια πιθανή ολοκληρωτική καταστροφή. Κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό. (Αυτό το σημαντικό σημείο δεν αναφέρεται στην "Μαύρη Φλόγα").

Ενάντια σε όλες τις Δημοκρατικές Οργανώσεις

Η εναντίωση της IC στις μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης δεν περιορίζεται στην απόρριψη μόνο των συνδικάτων. Αντίθετα αναφέρουν πως συχνά “συναντούν οργανώσεις - πολιτικές, εργασιακές, ανθρωπιστικές, τοπικές ενώσεις, κλπ ...” (σελ. 99) όπου και βρίσκουν καλούς ανθρώπους σε αυτές. "Όμως η οποιαδήποτε δυνητική συνάντηση μπορεί να γίνει μόνο εκτός του οργανισμού και, αναπόφευκτα είναι αντίθετη στην ύπαρξη της ίδιας της οργάνωσης” (σελ. 100).

Ομοίως, καλούν στην "κατάργηση των γενικών συνελεύσεων” (σελ. 121). Υπάρχει μια μακρά ιστορία λαϊκών εξεγέρσεων που έχουν δημιουργήσει οι συνελεύσεις γειτονιάς, τα δημοτικά συμβούλια, εργασιακές επιτροπές, τα εργοστασιακά συμβούλια, τα σοβιέτ, και διάφορες άλλες μορφές άμεσης, πρόσωπο-με-πρόσωπο, κοινοτικής δημοκρατίας. Τα μέλη της IC απορρίπτουν όχι μόνο κάθε μορφή ομοσπονδίας που αποτελείται από ανακλητούς εκπρόσωπους τέτοιων συνελεύσεων, αλλά και τις ίδιες τις λαϊκές συνελεύσεις.

Ένας μαζικός αγώνας απαιτεί τη λήψη αποφάσεων σχετικά με μαζικές δράσεις, αλλά η IC απορρίπτει την ιδέα της δημοκρατικής λήψης αποφάσεων μέσω της συζήτησης και της ψηφοφορίας. Αντ 'αυτού, έχει μια μυστικιστική φαντασία, όπου το κάθε άτομο συγκεντρώνει πληροφορίες και, στη συνέχεια, “... η απόφαση θα συμβεί σε εμάς, αντί να σχηματιστεί από εμάς” (σελ. 124). Μια τέτοια φαντασία είναι αυταρχική, πολύ πιθανό να καταληφθεί από κλίκες και χαρισματικούς ηγέτες.

Εμείς οι αναρχικοί της ταξικής πάλης συνήθως κάνουμε μια διάκριση μεταξύ δύο τύπων οργάνωσης. Από την μια υπάρχουν οι μεγάλες, λαϊκές οργανώσεις, όπως οι συνδικαλιστικές, οι διάφορες ομάδες σε επίπεδο κοινότητας, ή (σε επαναστατικές περιόδους) οι συνελεύσεις των εργατών ή/και της γειτονιάς, οι οποίες είναι ετερογενείς, αφού αποτελούνται από ανθρώπους με διαφόρων ειδών απόψεις. Ενώ από την άλλη, υπάρχει το στενότερο, πολιτικό-επαναστατικό είδος οργάνωσης, που συγκροτείται γύρω από ένα συνεκτικό σύνολο ιδεών και στόχων. Αυτού του είδους οι οργανώσεις είναι που σχηματίζονται από μια μειοψηφία του πληθυσμού, οι οποίες αντιλαμβάνονται την ανάγκη για επανάσταση και στοχεύουν στην διάδοση των ιδεών τους στην ακόμα μη επαναστατημένη πλειοψηφία. Αυτού του τύπου οι οργανώσεις περιλαμβάνουν τόσο αναρχικές ομοσπονδίες και λενινιστικά κόμματα - οι αναρχικές ομάδες δεν είναι “κόμματα”, επειδή δεν έχουν ως στόχο την κατάληψη της εξουσίας, ούτε μέσω εκλογών ή ούτε μέσω επανάστασης.

H "IC" απορρίπτει και τα δυο παραπάνω είδη οργάνωσης. "Οι οργανώσεις αποτελούν εμπόδια στην οργάνωση των εαυτών μας” (σελ. 15). Δεν βλέπουν την ανάγκη για μια δυαδική-οργανωτική προσέγγιση, μιας και δεν θεωρούν προβληματικό να υπάρχει μόνο μια μειοψηφία που μάχεται για την επανάσταση. Αντιθέτως, επιμένει, “Όλοι συμφωνούν. (Tο σύστημα) είναι στα πρόθυρα της έκρηξης"(σελ. 9). "Η αίσθηση της επικείμενης κατάρρευσης είναι παντού τόσο ισχυρή αυτές τις μέρες ..." (σελ. 105). Στην πραγματικότητα, δεν συμφωνούν όλοι με αυτό. Εκείνοι που συμφωνούν είναι τουλάχιστον εξίσου πιθανό να υποστηρίζουν είτε την ακροδεξιά, είτε την άκρα αριστερά. Αυτός είναι ο λόγος που ο Glen Beck προωθεί αυτό το βιβλίο. Ωστόσο, στο TCI δεν υπάρχει καμία συζήτηση για τους κινδύνους της ακροδεξιάς, για να μην μιλήσουμε για εκείνες του φασισμού. Η μόνη κάπως σχετική αναφορά που γίνεται είναι πως “... περιμένουμε πως το έργο των αστυνομικών θα αναλάβει ο ίδιος ο πληθυσμός - τα πάντα, από αυτόν του χαφιέ μέχρι την περιστασιακή συμμετοχή σε πολιτοφυλακές των πολιτών” (σελ 115). Αλλά αυτό ακολουθείται αμέσως από μια συζήτηση σχετικά με τις αστυνομικές επιθέσεις και προκλήσεις, ενώ ο κίνδυνος επιθέσεων από ένοπλες δεξιές "πολιτοφυλακές" δεν αναφέρεται πουθενά. Η κρίση της κοινωνίας μας θα οδηγήσει (οδηγεί) σε μείωση του μετριοπαθούς πολιτικού κέντρου και στην περαιτέρω ανάπτυξη των άκρων. Στις ΗΠΑ, οι συντηρητικοί Ρεπουμπλικάνοι μιλούν για την ανάγκη χρήσης διαφορετικών μέσων εάν δεν μπορούν να πάρουν την εξουσία μέσω των εκλογών. Θέτοντας τους εαυτούς τους ως κληρονόμους της αμερικάνικης επανάστασης, μιλούν για την πιθανή ανάγκη να ανατρέψουν βίαια την αστική δημοκρατία, όπως οι ”ιδρυτές” ανέτρεψαν τη βρετανική μοναρχία. Για να αντιμετωπιστεί αυτό, οι ελευθεριακοί-σοσιαλιστές επαναστάτες πρέπει να συμμετέχουν σε μεγάλες λαϊκές οργανώσεις, όπως οι συνδικαλιστικές και διάφορες άλλες οργανώσεις των τοπικών κοινοτήτων. Πρέπει να οργανωθούμε, ως μέρος της διαδικασίας της λαϊκής αυτο-οργάνωσης.

Αντί της μαζικής, δημοκρατικής, αυτο-οργάνωσης, το TCI υποστηρίζει "... έναν διάχυτο, αποτελεσματικό, αντάρτικο πόλεμο που μας επαναφέρει στην ακυβερνησία μας, και την αρχέγονη ανυποταξία μας.... Η ίδια έλλειψη πειθαρχίας έχει μια τόσο εξέχουσα θέση μεταξύ των αναγνωρισμένων στρατιωτικών αρετών των μαχητών της αντίστασης”(σελ. 110-111). Τα μέλη της IC καλά θα κάνουν να διαβάσουν τα κείμενα του αναρχικού αντάρτικου στρατού του Μάχνο στην Ουκρανία το 1918, και της αναρχικής φάλαγγας του Ντουρούτι κατά τη διάρκεια της ισπανικής επανάστασης, ή οποιοδήποτε άλλο κείμενο ανταρτοπόλεμου ή υπόγειας αντίστασης, πριν να αρχίσουν να αναφέρουν και να επικαλούνται μια τέτοια ηλιθιότητα. Δεν υπάρχει απολύτως καμία επαναστατική διαδικασία χωρίς δημοκρατική αυτοπειθαρχία και αυτο-οργάνωση.

Τι θεωρεί η IC πως πρέπει να γίνει;

Όμως πέραν των όσων είναι αντίθετο το TCI, ποια είναι αυτά τα οποία υποστηρίζει; Απορρίπτει την οργάνωση, αλλά λέει, "πρέπει να οργανωθούμε" (σελ. 95). Αυτό υποτίθεται ότι θα πρέπει να γίνει μέσω των "κομμούνων". Οι "κομμούνες" είναι μια διευρυμένη εκδοχή αυτού που έχει ονομαστεί παραδοσιακά ως “ομάδες συγγένειας” ή “συλλογικότητες”. “Οι κομμούνες δημιουργούνται όταν οι άνθρωποι βρίσκουν ο ένας τον άλλο, γνωρίζουν ο ένας τον άλλο, και αποφασίζουν σχετικά με μια κοινή πορεία .... “(σελ. 101). Οι κομμούνες θα αυξηθούν παντού και θα αναλάβουν τα πάντα. “Σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε δρόμο, σε κάθε χωριό, σε κάθε σχολείο ... μια πολλαπλότητα κομμούνων ... θα εκτοπίσει τα θεσμικά όργανα της κοινωνίας: την οικογένεια, το σχολείο, τα συνδικάτα, τους αθλητικούς συλλόγους, κ.λπ.” (σελ 101-102.). Οι κομμούνες θα βρίσκονται σε επαφή μεταξύ τους μέσω απεσταλμένων μελών. Για το TCI, η επανάσταση είναι ουσιαστικά η εξάπλωση και η ενσωμάτωση των κομμούνων. "Ένα εξεγερτικό κύμα δεν μπορεί να είναι τίποτα περισσότερο από ένα πολλαπλασιασμό των κομμούνων ...” (σελ. 111).

Οι κομμούνες θα κάνουν μια σειρά από δράσεις, αλλά στο επίκεντρο της στρατηγικής τους βρίσκεται το “σαμποτάζ”. Αυτό σημαίνει "... τη μέγιστη ζημιά ... σπάζοντας τα μηχανήματα ή παρεμποδίζοντας τις λειτουργίες τους .... Οι τεχνικές υποδομές της μητρόπολης είναι ευάλωτες .. . και μπορούν να δεχθούν επίθεση .... Πώς μπορεί ... ένα ηλεκτρικό δίκτυο να καταστεί άχρηστο; Πώς μπορεί κάποιος να βρει τα αδύνατα σημεία σε δίκτυα υπολογιστών, ή περιεργαστεί ραδιοκύματα, χαλώντας τις οθόνες υπολογιστών; ... Μια συγκεκριμένη χρήση της φωτιάς .... “Διαλύστε τα πάντα” αυτό το μότο μας κάνει ... » (σελ. 111-112). Οι δρόμοι θα αποκλειστούν. Τρόφιμα και φάρμακα και άλλα αγαθά θα πάψουν να κυκλοφορούν. (Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η IC δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την δύναμη της εργατικής τάξης να καταλύσει την καπιταλιστική οικονομία μέσα από μαζικές απεργίες).
Εάν υλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό η χρήση των παραπάνω τεχνικών καταστροφής, που υποστηρίζεται και αναφέρεται στο TCΙ κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει αρκετά προβλήματα. Αυτό δεν φαίνεται να ενοχλεί το TCI, αν μη τι άλλο, αυτό φαίνεται να είναι ο στόχος του. Αφότου οι εξεγερσιακοί καταρρίψουν την καπιταλιστική κοινωνία, μέσω του σαμποτάζ και του χάους, θα ακολουθήσει ο “κομμουνισμός”, ή έτσι νομίζουν. “Η διακοπή της ροής των εμπορευμάτων ... η απελευθέρωση των δυνατοτήτων για την αυτο-οργάνωση ..." (σελ. 119). Πιο πιθανό, αυτό το μαζικό σαμποτάζ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευρύ μίσος προς αυτούς τους “κομμουνιστές” που προκάλεσαν εσκεμμένα τόσο προβλήματα, και πολύ πιθανό να υπήρχε το αίτημα για ένα ισχυρό φασιστικό κράτος που να παρέχει την “τάξη”.

“Εξέγερση” χωρίς Επανάσταση

Ενώ η γαλλική αστυνομία έχει ονομάσει την IC ως "τρομοκράτες", το TCI δεν υποστηρίζει τη δολοφονία δημοσίων υπαλλήλων ούτε την έκρηξη βομβών σε πολυσύχναστα μέρη. Αντ 'αυτού, υποστηρίζει την καταστροφή της ιδιοκτησίας μέσω διευρυμένου σαμποτάζ. Αλλά, αν κάτι τέτοιο πραγματοποιηθεί, αυτό θα προκαλούσε τουλάχιστον τον ίδιο μέγεθος δεινών και προβλημάτων - και ενδεχομένως θανάτους - όπως και κάθε άλλη "τρομοκρατία".

Η στάση της IC προς τη βία είναι κάπως συγχυσμένη. Από την μια δηλώνουν πως, “δεν υπάρχει καμία ειρηνική εξέγερση. Τα όπλα είναι απαραίτητα ... "(σελ. 100), το οποίο όμως ακολουθείται αμέσως από μια έκκληση προς τους αντάρτες να έχουν όπλα - αλλά χωρίς να τα χρησιμοποιούν! "Η εξέγερση πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο για να πάρουμε τα όπλα και να διατηρούμε μια 'ένοπλη παρουσία', παρά να διεξάγουμε έναν ένοπλο αγώνα "(στο ίδιο). Σε μια επαναστατική κατάσταση, αναμένουν να κληθεί ο στρατός. Τότε οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ενωθούν με το στρατό και να τον φέρουν με το μέρος της εξέγερσης, χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός! "Εναντίον του στρατού, η μόνη νίκη θα μπορούσε να είναι πολιτική .... θα χρειασθεί ένα τεράστιο πλήθος να αμφισβητήσει το στρατό, εισβάλλοντας στις τάξεις του και παίρνοντας τους στρατιώτες με το μέρος του" (σελ.128 & 130). Δεν αμφισβητώ ότι οι ένοπλες δυνάμεις -οι γιοι και οι κόρες της εργατικής τάξης- μπορούν και πρέπει να κερδηθούν με "πολιτικά" μέσα. Αλλά είναι πιθανό να υπάρχει ένας πυρήνας των αξιωματικών, καθώς και μόνιμων επίσης και δεξιών, που θα πρέπει να κατασταλούν εάν χρησιμοποιήσουν βία εναντίον του λαού.

Οι επαναστάτες αναρχικοί που υποστηρίζουν την ταξική πάλη πιστεύουν ότι η καπιταλιστική τάξη πρέπει να ανατραπεί και το κράτος και οι υπόλοιποι καπιταλιστικοί θεσμοί πρέπει να διαλυθούν. Θα πρέπει να αντικατασταθούν με ομόσπονδα συμβούλια. Το IC δεν πιστεύει αυτό. Αν και χρησιμοποιούν όλη αυτή την ρητορική περί “εξέγερσης”, τελικώς η άποψή τους είναι πιο κοντά στην σταδιακή μεταρρυθμιστική άποψη της ειρηνικής αντικατάστασης του καπιταλισμού και του κράτους μέσω εναλλακτικών θεσμών. "... Όπου η οικονομία είναι αποκλεισμένη ... είναι σημαντικό να επενδύσουμε όσο το δυνατόν λιγότερο στην ανατροπή των αρχών. Αυτές θα πρέπει να απορριφθούν με την πιο σχολαστική αδιαφορία και χλευασμό .... Η εξουσία πλέον δεν είναι συγκεντρωμένη σε ένα σημείο .... Όποιος την νικά τοπικά στέλνει ένα πλανητικό κύμα σοκ μέσω των δικτύων“(σελ. 131).

Οι "Tarnaq 9" συνελήφθησαν στη Γαλλία και κατηγορούνται για το σχεδιασμό σαμποτάζ των ηλεκτρικών γραμμών του εθνικού σιδηροδρόμου. Οι ίδιοι ζούσαν στη μικρή αγροτική πόλη του Tarnaq και καλλιεργούσαν τα δικά τους τρόφιμα, είχαν έναν συνεταιρισμό και ένα κατάστημα και γενικά ήταν σε επαφή και βοηθούσαν τον τοπικό πληθυσμό. Εκτός από την -υποτιθέμενη- προσπάθεια να σαμποτάρουν τις αμαξοστοιχίες, από εκεί και πέρα απλά ακολουθούσαν τη μη βίαιη, ρεφορμιστική, στρατηγική της εγκατάλειψης των μεγάλων πόλεων και των κυρίαρχων θεσμών για να χτίσουν σταδιακά εναλλακτικούς θεσμούς. Δεν υπάρχει τίποτα κακό σε τέτοιες δραστηριότητες, όμως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μια στρατηγική για την ανατροπή του κράτους, του καπιταλισμού και των υπόλοιπων μορφών καταπίεσης. Η εξουσία είναι πραγματικά συγκεντρωτική και πολύ ισχυρή. Και για να ανατραπεί θα πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπη με τον οργανωμένο λαό -σε μια πραγματική εξέγερση. (Για μια περαιτέρω συζήτηση σχετικά με τη διάκριση ανάμεσα στον επαναστατικό αναρχισμό της ταξικής πάλης, και τις στρατηγικές σταδιακών εναλλακτικών θεσμών, βλέπε Price 2009.)

H ελληνική Εξέγερση

Τα παραπάνω είναι σημαντικά και πολύ πρακτικά ζητήματα. Το 2008 ξέσπασε μια εξέγερση στην Ελλάδα ύστερα από την δολοφονία ενός εφήβου από μπάτσο (στο πλαίσιο της αρχής της μεγάλης ύφεσης). Υπήρξε μια πραγματικά μεγάλη εθνική εξέγερση των νέων, από μαθητές, φοιτητές, νέους εργαζόμενους και ανέργους. Οι αναρχικοί και άλλοι ελευθεριακοί σοσιαλιστές είχαν σημαντική ανάμειξη σε αυτή την εξέγερση της νεολαίας, συμπεριλαμβανομένων ιδίως εκείνων που ανήκουν στην εξεγερσιακή τάση.
H νεολαία είναι σίγουρα από τα πιο μαχητικά κομμάτια κάθε επανάστασης. Αλλά, ενώ είναι αναμφισβήτητα ζωτικής σημασίας, από μόνες τους δεν έχουν τη δύναμη της εργατικής τάξης. Δυστυχώς, οι έλληνες αναρχικοί δεν έχουν την ίδια επίδραση πάνω στους εργάτες, όπως είχαν στους φοιτητές. Τα μεγάλα συνδικάτα εξακολουθούν να ελέγχονται από το σοσιαλιστικό κόμμα, το κομμουνιστικό κόμμα και ακόμη και από συντηρητικούς. Η πίεση από τους εργάτες ανάγκασε τα συνδικάτα να συμμετάσχουν σε διαδηλώσεις και σε περιορισμένες, συμβολικές, μαζικές απεργίες, αλλά τίποτα περισσότερο. Μεγάλα τμήματα της βιομηχανίας είχαν άγριες απεργίες. Ριζοσπάστες εργάτες κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής ένωσης για να διαμαρτυρηθούν για την έλλειψη υποστήριξης προς την εξέγερση. Αυτό ήταν σίγουρα κάτι το καλό, αλλά δεν ήταν αρκετό.
Στην Ελλάδα και οπουδήποτε αλλού, δεν υπάρχει κάποια εναλλακτική λύση από την δημιουργία βαθιών συνδέσεων μεταξύ της εργατικής τάξης και των συνδικάτων της και των επαναστατών ελευθεριακών σοσιαλιστών. Πρέπει να εξαπλωθεί ένα επαναστατικό πρόγραμμα και να οργανωθούμε ενάντια στις ρεφορμιστικές γραφειοκρατίες. Οι έλληνες αναρχικοί που είναι υπέρμαχοι της ταξικής πάλης προσπαθούν να κινηθούν προς αυτή την κατάσταση εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα. Το αν θα το πετύχουν είναι το βασικό ζήτημα για το εάν η ελληνική επανάσταση θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί και να νικήσει.

Οι επαναστάτες αναρχικοί που υποστηρίζουν την ταξική πάλη συμφωνούν με τους εξεγερσιακούς (αναρχικούς) στην απόρριψη του καπιταλισμού και του κράτους. Πρόκειται για συντρόφους μας, που πολεμούν τον ίδιο εχθρό, για τους ίδιους στόχους, με την διαφορά πως εμείς δεν συμφωνούμε με την ανάλυση και τη στρατηγική τους. Η καλλιέργεια τροφίμων σε εναλλακτικές αγροτικές κοινότητες δεν αποτελεί μια αντικατάσταση της προσέγγισης της ταξικής πάλης και των ζητημάτων της, όπως ούτε και οι εξεγέρσεις οι οποίες περιορίζονται στους νέους και είναι αποκομμένες από το υπόλοιπο της εργατικής τάξης. Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι απλά μια κάποια εξεγερτικότητα αλλά μια (πραγματική) επανάσταση.

Μετάφραση από το http://halastor.blogspot.gr

Σημείωση των μεταφραστών: Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μια κριτική του ιδιότυπου εξεγερσιακού κομμουνισμού της Αόρατης Επιτροπής και του βιβλίου της "Η εξέγερση που έρχεται". Αν και διαφωνούμε σε αρκετά σημεία με το κείμενο, θεωρούμε πως συμβάλει θετικά σε έναν εσωτερικό κινηματικό διάλογο. Θεωρούμε, όμως, τελείως λανθασμένο το συμπέρασμα πως σημείο τομής ανάμεσα στον εξεγερσιακό αναρχισμό και τον αναρχισμό της ταξικής πάλης είναι η "προπαγάνδα μέσω της ένοπλης δράσης", μιας και είναι η ίδια η ταξική πάλη που στο ξεδίπλωμά της βάζει το ζήτημα της βίαης (άρα και ένοπλης) ρήξης με την άρχουσα τάξη, είτε αυτή εκφράζεται με τη μαζική βία του προλεταριάτου, είτε με την παραδειγματική βία μικρών ή μεγαλύτερων ομάδων, που δρούνε μέσα στα πλαίσια της όξυνσης του κοινωνικού-ταξικού πολέμου. Άλλωστε διαχρονικά και ιστορικά η "έμπρακτη προπαγάνδα" περισσότερο έχει χρησιμοποιηθεί από τους "αναρχικούς της ταξικής πάλης" ή από μαρξιστές-λενινιστές, παρά από αναρχικούς που απορρίπτουν τον ταξικό πόλεμο, οι οποίοι αποτελούν μια μικρή μειοψηφία στους κόλπους του κινηματος. Ακόμα και ιλλεγκαλιστές αναρχικοί, όπως ο Sante Caserio, ο Κλεμάν Ντυβάλ και ο Μάριους Ζακόμπ, όριζαν την παράνομη δραστηριότητά τους ως αναπόσπαστο κομμάτι της ταξικής πάλης. Και πολύ καλά έκαναν...

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]