user preferences

Recent articles by Αργύρης Αργυριάδης

image«Ο Ντουρούτι σ&... 0 comments

imageΥγειονομική ... 0 comments

imageΗ εκλογική συ&#... 1 comments

Recent Articles about Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος Αναρχικό κίνημα

Η ανάγκη για restart May 29 23 by Ευριπίδης Καλτσάς

1η Μάη: μέρα ταξ... May 01 23 by Πρωτ. Αναρχ. Αγ. Αναργ.-Καματερού

Αντιεκλογικ^... Mar 31 23 by Αναρχικοί Αγ.Αναργύρων-Καματερού

ΑΛΦΑ υπό το μηδέν

category Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος | Αναρχικό κίνημα | Γνώμη / Ανάλυση author Saturday January 31, 2015 17:52author by Αργύρης Αργυριάδηςauthor email anarpsy at espiv dot net Report this post to the editors

νέμεσις & “νέα αναρχία” - Μέρος Β

Σε αυτή την ηλεκτρονική μπροσούρα θα γίνει μια προσπάθεια ανάλυσης της «νέας αναρχίας», υπό το πλαίσιο της κοινωνικής ψυχολογίας και της ψυχοδυναμικής προσέγγισης. Στόχος η συμβολή στα «εντός του χώρου» τεκταινόμενα στο επίπεδο των ιδεών και πώς αυτά διαμορφώνονται στο σύγχρονο περιβάλλον. Η ανάλυση επικεντρώνεται στις ιδέες (γενικό), χρησιμοποιεί τα γεγονότα μόνο ως παράδειγμα (μερικό) και δεν εστιάζει στους ανθρώπους (εδικό) σε προσωπικό επίπεδο. Ο άνθρωπος ως δρών υποκείμενο λαμβάνει θέση στα γεγονότα, κατασκευάζοντας την πραγματικότητά του, σύμφωνα με τις πληροφορίες που δέχεται. Είναι όμως οι σκοποί και τα μέσα επίτευξής τους αυτά που διαφοροποιούν και διαμορφώνουν τη δράση. Η συγγραφή δεν ήταν εύκολο έργο μιας και ο γράφων υποστηρίζει τον Ιστορικό Μείζονα Αναρχισμό, που ευρύτερα περιγράφεται ως Κοινωνικός Αναρχισμός. Με αυτό θέλω να τονίσω ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει στην ανάλυση των κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων καμία ουδετερότητα η οποία πηγάζει από μια υποτιθέμενη «επιστημονική» ή «ακαδημαϊκή» αντικειμενικότητα. Η Προσπάθεια ήταν να ανοίξει και όχι να εξαντλήσει το θέμα, παρουσιάζοντας την ερμηνεία ως εκδοχή και αφετηρία για σκέψη.

Αργύρης Αργυριάδης
Αθήνα, Ιανουάριος 2014
alfa_1.jpg

ΑΛΦΑ υπό το μηδέν νέμεσις & “νέα αναρχία”

Homo humini lupus?

Ανάμεσα στις απόψεις του Χομπς και τον Λεβιάθαν έπρεπε κάτι να επιλεχθεί για τον άνθρωπο και την φύση του. Πιστεύοντας δηλαδή ότι είναι από τη φύση του ένα σκληρό και κακό ζώο χωρίς συμπόνια για τον συνάνθρωπό του, αφαιρείται η δυνατότητα του ανθρώπου για επιλογή πέραν της εγωιστικής συμπεριφοράς. Η έννοια προς «όφελος της ανθρωπότητας» δεν φαίνεται να αντιστοιχεί στη «νέα αναρχία» εφόσον υπάρχουν μόνο εγωιστικά άτομα, τότε ίσως και να ισχύει η θατσερική ρήση ότι δεν υπάρχουν κοινωνίες παρά μόνο άτομα, που προέρχεται από την κοινωνιοβιολογική θεωρία του Ε. Wilson σχετικά με την ανθρώπινη φύση και το περίφημο σχέδιο των θηλαστικών, αλλά αυτό οδηγεί προς την ευγονική κανονικοποίηση. Η ανθρώπινη φύση είναι συνυφασμένη ΚΑΙ με τη δυνατότητα της ελευθερίας. Για τους υποστηρικτές της «νέας αναρχίας» προέχει ο βαθμός της προσωπικής ελευθερίας σε σχέση με τη συντακτική κατοχύρωση συλλογικών εγγυημένων δικαιωμάτων.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο σύμφωνα με την ρητορική της «νέας αναρχίας» και εξαιτίας αυτής της συνθήκης υπάρχει μια σταθερή τάση της κυριαρχίας που στηρίζεται στην τεχνολογία ως αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης και αφορά στην ενδυνάμωση του συστήματος με κόστος την ατομική ελευθερία. Αυτό εν μέρει ισχύει σε περιόδους κρίσης και ανά διαστήματα, αλλά το καθεστώς πάντα βρίσκει νέους τρόπους και ψυχολογικά συμβόλαια για την ενδυνάμωσή του χωρίς να χρειάζεται την περιστολή των ατομικών ελευθεριών. Η χρήση της τεχνολογίας συντελεί προς αυτήν την κατεύθυνση αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνει τη ρητορική ότι τα άτομα που αγωνιούν να προσφέρουν ολική απελευθέρωση, μπορούν να το κάνουν προσφέροντας την άρνηση της τεχνολογίας, έχουν περισσότερες ελπίδες για την επιτυχία του εγχειρήματος τους, δεδομένου ότι αυτό το είδος κοινωνίας θα κατέρρεε ή θα έδινε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα από ό,τι προσδοκούνται στα μάτια του εξωτερικού παρατηρητή. Δεν στοιχειοθετείται επαρκώς το συμπέρασμα πως η ολική απελευθέρωση και η τεχνολογική πρόοδος είναι δυο έννοιες ασύμβατες. Είναι η χρήση από την εξουσία αυτό που καθιστά την τεχνολογία μηχανισμό επιβολής όπως και των κοινωνικών κινημάτων να την καταστήσουν μέρος της απελευθέρωσης. Κι αυτό γιατί αν και πολλές φορές βλέπουμε το αποτέλεσμα ως αναπόφευκτο, στην ουσία δεν είναι. Είναι απλά το αποτέλεσμα της αυθαιρεσίας στο βωμό του κέρδους και της αγοράς.

Το ότι το σύστημα πρέπει να ελέγχει ανταγωνιστικά την ανθρώπινη συμπεριφορά για να λειτουργήσει δεν είναι επιχείρημα από μόνο του ότι η φυσική ροπή του ανθρώπου είναι ο κοινωνικός κανιβαλισμός. Ούτε αυτό σημαίνει ότι η δύναμη και ο εγωισμός αποτελούν το αντιστάθμισμα. Πλέον ο ασφυκτικός έλεγχος κάνει τον βίο αρκετών ανθρώπων απλά αβίωτο. Ως αποτέλεσμα αυτού ο άνθρωπος και ειδικά οι νέοι νιώθουν συχνά μια αίσθηση αδυναμίας μαζί με μια έλλειψη ελπίδας και νοήματος για την ζωή γενικότερα, αυτό το έχουμε εξηγήσει εκτενέστερα προηγουμένως.

Το σύστημα αλλοτριώνει εξαναγκάζοντας τους ανθρώπους να γίνονται όλο και πιο απομακρυσμένοι από έναν πιο συμβιωτικό τρόπο συμπεριφοράς. Αυτή η επιβολή δεν τους αναγάγει όμως σώνει και καλά ως συνεργούς στη διατήρηση του καθεστώτος. Αν το αποδεχθούμε αυτό θα είναι σαν να αποδεχόμαστε ότι τα θύματα και όχι οι θύτες φταίνε για τη σημερινή κατάσταση. Εξαιτίας της πίεσης για κανονιστική ρύθμιση της υπακοής των ανθρώπων σε έναν πιο πειθήνιο πολίτη υπάρχει μια σταδιακή αύξηση των ανθρώπων που βρίσκονται εντός της ενταγμένης κοινωνικής σφαίρας και εκτός των συνεχών συρρικνωμένων προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας.

Οι νεανικές μητροπολιτικές συμμορίες, οι παραβατικοί μικροσαμποτέρ, τα άτομα που διακόπτουν πρόωρα την εκπαίδευσή τους, και οι αναρχούμενοι αντιρρησίες ευκολότερα οδηγούνται σε αυτήν την κατάσταση περισσότερο από τον βίαιο αποκλεισμό τους παρά από τη συνειδητή εναντίωση στο σύστημα ή από την προσδοκία της «νέας αναρχίας». Η συζήτηση τώρα ξαναρχίζει. Οξύ-νοντας τα υδροχ(λ)ωρικά ύδατα

Είναι πασιφανές ότι ως αναρχικοί του παλιού ή του νέου ημερολογίου πιστεύουμε ότι ο καπιταλισμός δεν βελτιώνεται αλλά ανατρέπεται. Αυτό σίγουρα για να έρθει χρειάζεται μια εξέγερση όχι απαραίτητα ένοπλη αλλά αναγκαστικά βίαιη η οποία πέραν της ατομικής σύγκρουσης χρειάζεται και να μεταστοιχειωθεί σε επανάσταση που θα δημιουργήσει νέες συντακτικές δομές και θα ριζοσπαστικοποιήσει τους ανθρώπους προκαλώντας έτσι μια γενικευμένη και θεμελιώδη αλλαγή στη φύση της κοινωνίας. Ο στόχος αυτός δεν αποτελεί μέρος της «νέας αναρχίας» ή τουλάχιστον του μέρους που ασπάζεται τον αντικοινωνισμό.

Υπάρχει μια πεποίθηση σε μερίδα του κόσμου της «νέας αναρχίας» ότι επειδή η επανάσταση είναι ανέφικτη ειδικά μετά το 2008, η εξέγερση είναι πιο θεμιτή. Αυτό δεν ισχύει απόλυτα διότι η επανάσταση είναι μια γενικότερη διαδικασία ή οποία έχει πιο ευρύτερο και μακρόπνοο στόχο για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, γι’ αυτό μπορεί και να δεσμεύσει εμπνέοντας περισσότερο από μια εξέγερση η οποία δεν εμπνέει αλλά στηρίζεται τόσο στην τυχαιότητα του γεγονότος όσο και στη συναισθηματική φόρτιση των υποκειμένων που συμμετέχουν σε αυτή. Αν δεν μπορέσει δε να στήσει νέες συντακτικές δομές κινδυνεύει απλά να ξεθυμάνει όταν περάσει η πρώτη συναισθηματική φόρτιση και τελειώσει η επακόλουθη εκτόνωση, όπως ξεθυμαίνει ένα ανθρακούχο αναψυκτικό που παραμένει ανοικτό.

Η ιστορία έχει μέχρι στιγμής δείξει ότι παρά της ατέλειές της, η εξέγερση που προέρχεται από ένα κοινωνικό επαναστατικό κίνημα έχει τη δυνατότητα να παρέχει ένα συλλογικό φαντασιακό και ιδανικό στο οποίο οι άνθρωποι θα ήταν διατεθειμένοι να κινδυνεύσουν και να κάνουν μεγάλες θυσίες ακριβώς και εξαιτίας της υπόσχεσης για τη δημιουργία ενός τελείως καινούργιου και διαφορετικού κόσμου.

Η εξέγερση αλλά και οι δράσεις που στηρίζονται στον φόβο των οδυνηρών συνεπειών, εκτός από περιοριστικές είναι δεδομένο ότι θα ηττηθούν διότι δεν παίρνουν ενεργά τους ανθρώπους μαζί τους, απλά τους εξαναγκάζουν σε μια πράξη η οποία θα σταματήσει μόλις βρεθεί μια νέα πηγή φόβου ή απλά μόλις υπάρξει η κρατική από μηχανής θεού επιβεβαίωση για τη διατήρηση της νομιμότητας του συντάγματος και δύναται να επιφέρει μεγαλύτερη συντηρητικοποίηση στους ανθρώπους ως αποτέλεσμα του πρότερου φόβου. Ποτέ ο φόβος από μόνος του δεν έδρασε ως μηχανισμός απελευθερωτικά, χρειάζεται και το στοιχείο της ελπίδας για μια νέα καλύτερη κατάσταση.

Τα κοινωνικά κινήματα πιστεύουν στην ήπια μεταστροφή των ανθρώπων και στη διεξαγωγή συμβολικών πιο αναβαθμισμένων δράσεων ένοπλης βίας όταν είναι απαραίτητο, ποτέ όμως με στόχο αποκλειστικά τους ανθρώπους και ειδικά τον γενικό πληθυσμό. Ο λόγος είναι ότι θέλουν να τους πάρουν με το μέρος τους σπάζοντας την υφιστάμενη κοινωνική σχέση ώστε όταν επικρατήσει ο επαναστατικός πυρετός αποτέλεσμα της αρχικής εξέγερσης οι άνθρωποι να είναι πρόθυμοι να υποβληθούν ακόμα και στις πιο απίστευτες κακουχίες για χάρη της επανάστασης που είναι πλέον πέρα για πέρα δική τους υπόθεση. Αυτό έγινε σαφές τόσο από τη Γαλλική και τη Ρωσική επανάσταση, αλλά ακόμα πιο έκδηλο από τους Ισπανούς Αναρχικούς που επένδυσαν 100 πλέον χρόνια αγώνα μέχρι να φτάσουν στην έφοδο στον ουρανό τον Ιούλιο του 1936. Ποτέ δεν θεώρησαν τους ανθρώπους εχθρούς αλλά αντίθετα διεξήγαγαν έναν αδιάλλακτο πόλεμο με τους θεσμούς στην προσπάθειά τους αυτή. Κάτι ανάλογο γίνεται και με τους Ζαπατίστας αλλά νομίζω ότι αυτά είναι γνωστά και δεν χρειάζεται να επεκταθούμε περισσότερο. Αξίζει να σημειωθεί ότι μπορεί όλες αυτές τις περιπτώσεις να υπήρχε μόνο μια μειοψηφία του πληθυσμού που να ήταν έτοιμη να δεσμευτεί μέχρι το τέλος και να φτάσει στην απέναντι όχθη προς την ελευθερία, αλλά αυτή η ενεργή μειονότητα ήταν πραγματικά αρκετή ως δύναμη στην κοινωνία και προσέλκυσε ακόμα περισσότερη έστω και σιωπηρή αποδοχή. Αυτή η μαζική επαναστατική αφήγηση δεν φαίνεται να ενδιαφέρει και πολύ τους υποστηρικτές της «νέας αναρχίας». Προτιμούν να σπείρουν τον φόβο μέσω τεροριστικών ενεργειών αμφίβολης ή πολύ εξειδικευμένης στόχευσης πολλές φορές σε στόχους, χωρίς να ενδιαφέρονται για τη μεταστροφή των ανθρώπων που αποτελούν αυτήν τη μάζα που ονομάζεται κοινωνία. Αρκετές φορές δε, αρνούνται ακόμα και τον διάλογο με όσους διαφωνούν ή δεν ενστερνίζονται πλήρως τις ιδέες τους. Αυτό είναι μια ξεκάθαρη αντιδιαλεκτική διαδικασία. Αν το καθεστώς έκτακτης ανάγκης επιβάλλεται με ειδικά νομοθετήματα, κατά παρόμοιο τρόπο γίνεται η εφαρμογή της πράξης της «νέας αναρχίας» μέσω της αυτοκλησίας, δηλαδή χτυπημάτων όπου κάποιοι αποφάσισαν να δράσουν για κάποιους χωρίς να τους ρωτήσουν και στη συνέχεια τους εκφοβίζουν ότι αν δεν δεχθούν αυτόν τον τρόπο θα υποστούν τις συνέπειες αυτής, μιας και αυτή (δράση) είναι η μόνη – φύση αντικειμενική και δεν χαρίζεται ούτε γνωρίζει εχθρούς ή φίλους. Καταδικασθήκαμε όλοι λοιπόν ως ένοχοι ή συνένοχοι.

Φυσικά η αυτοεικόνα και η αυτοαντίληψη που έχουν οι ίδιοι για τη μέθοδο, τις δράσεις και τις επιλογές τους είναι μόνο ο τρόπος μας, τίποτ΄ άλλο. Στη συνέχεια πρέπει η δήλωση πίστης να περιβληθεί με δηλώσεις από τον ευρύτερο κύκλο συμπαθούντων – υποστηρικτών της «νέας αναρχίας» ότι πρόκειται για ενέργειες που έχουν αρκετή φαντασία και προκαλούν σοκ στο σύστημα. Αυτό κατ’ ουσία πρόκειται για στρέβλωση, μια παρέκβαση από την ουσία της καινοτομίας που όντως χρειάζεται να είναι διαρκής στον αγώνα κατά της εξουσίας. Όμως πρακτικά η επίκληση είναι στην «κενοτομία» δηλαδή στην τομή που μπορεί να επιφέρει το κενό μέσα στο υπάρχον. Ως φράση ακούγεται πολύ μεγαλεπήβολη, λέει όμως τίποτα; Αυτό ακριβώς – δεν λέει ούτε σημαίνει τίποτα. Αυτό δεν είναι φυσικά προνόμιο μόνο της «νέας αναρχίας» αλλά και του lifestyle αναρχισμού, της αναρχίας (όλων των τάσεων), της αντιεξουσίας, της αριστεράς, κ.λπ. για να είμαστε ακριβοδίκαιοι.

Επανερχόμενοι στο επιχείρημα της πίεσης κατά του συστήματος, όλες οι οργανωμένες κοινωνίες ασκούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πίεση στους υπηκόους τους για χάρη της λειτουργίας του κοινωνικού οργανισμού. Το είδος και η ένταση διαφέρει από εποχή σε εποχή και από κοινωνία σε κοινωνία ανάλογα με το εκάστοτε οικονομικό και ψυχολογικό πλαίσιο και την ιδεολογία που πρέπει να επιβληθεί. Όταν το όριο της ανθρώπινης αντοχής ξεπεραστεί και διαρρηχτεί η κοινωνική συνοχή, τότε η εγκληματικότητα, η διαφορά, η κατάθλιψη και άλλα ψυχοσυναισθηματικά προβλήματα προκαλούν ανεπάρκειες στη λειτουργία της. Δεν θα διαφωνήσει κανείς ότι η ιστορία του καπιταλισμού είναι γεμάτη από ανεπάρκειες αλλά και μια ταυτόχρονη δυνατότητα αντικατάστασης αυτών με στόχο την επιβολή της εκάστοτε ομαλότητας.

Δεν χρειάζεται να φανταστούμε μια κοινωνία η οποία υποβάλλει τους υπηκόους της σε διαρκείς συνθήκες δυστυχίας και τους πουλάει ναρκωτικά, θέαμα, αθλητισμό, ή άλλα υποκατάστατα για να απαλύνει τη δυστυχία τους. Αυτό το ζούμε καθημερινά και πιο άγρια σήμερα σε εποχή οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Δεν είναι μόνο τα ναρκωτικά που πειράζουν το μυαλό, η διαφήμιση, ο καταναλωτισμός (παλαιότερα), η επανεμφάνιση του εθνικισμού και ο φασισμός στο σήμερα, είναι μερικές μέθοδοι που εξελίσσονται, αναπτύσσονται ή βγαίνουν από το συρτάρι ανάλογα με την περίπτωση από την κυριαρχία για τον έλεγχο της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Ο φόβος είναι παντού, σε σημείο να μιλάμε κλινικά για μια εποχή γενικευμένης κοινωνικής φοβίας. Τα ΜΜΕ συντελούν σε αυτό και αποτελούν το ιδανικότερο μέσο για την εξάπλωση του ηθικού πανικού. Δημοσκοπήσεις που επηρεάζουν την κοινή γνώμη, η βιομηχανία του θεάματος που παράγει τρόμο, σεξ και βία. Πλέον οι δυνατότητες ελαχιστοποίησης της πίεσης, του άγχους, της αγωνίας, της δυσαρέσκειας και του αδιεξόδου από την καθημερινότητα έχουν εκμηδενιστεί. Η έλλειψη νοήματος σε συνδυασμό με την απαξίωση της εργασίας και την αδυναμία διοχέτευσης του χρόνου πέραν της παρατεταμένης καθήλωσης για ώρες απραξίας δημιουργούν στο άτομο μεγαλύτερη σύγκρουση ανάμεσα στο ίδιο και τον κόσμο του. Ο σύγχρονος άνθρωπος από διαρκώς απασχολημένος πλέον μετατράπηκε σε μια επισφαλή οντότητα που η α(ν)εργία και η αδυναμία επιβίωσης συντελούν στο να γίνει νευρικός, ανήσυχος, και ευερέθιστος. Έχει χάσει την ανοχή του. Πιστεύω ότι αρκετά από αυτά τα χαρακτηριστικά εμπεριέχονται υποσυνείδητα ως αφετηρίες στον αντικοινωνισμό και τη μισανθρωπία της «νέας αναρχία» η οποία αντιδράει συμπεριφορικά στα ερεθίσματα ακόμα πιο επιθετικά.

Το άτομο, σύμφωνα με αυτές τις συνθήκες, καλείται να αντιμετωπίσει ή να συμπεριφερθεί σε σύγκρουση με το σύστημα και με τον εαυτό του, γι’ αυτό και στην εσωτερική δομή των ιδεών του πρέπει να έχει μια συγκροτημένη δομή τόσο για τον ίδιο όσο και για τους άλλους. Είδαμε προηγουμένως ότι η αποκοινωνικοποίηση στρέφει το άτομο σε έναν ιδιότυπο πόλεμο όλων εναντίων όλων. Η σύγκρουση με το σύστημα αφορά σε μια μάχη με μια δύναμη πολύ πιο δυνατή, ισχυρή και συντεταγμένη σε σχέση με το ίδιο (το άτομο)· εφόσον δεν μπορεί να την κατακτήσει, να την καταστρέψει ή απλά να φύγει για να γλιτώσει από αυτή, η εξουθένωση, το ψυχικό τραύμα και η αυτοηττούμενη συμπεριφορά φαντάζουν ως οι μόνες δυνατές άμυνας.

Η βία γίνεται ένα μέσο εκτόνωσης όχι απαραίτητα για πολιτικούς μόνο σκοπούς. Ας πάρουμε για παράδειγμα την ενδοικογενειακή βία και πιο συγκεκριμένα την κακοποίηση των παιδιών. (Αυτός ο συνειρμός μπορεί να γίνει εν παραλληλία και για τον αναρχικό χώρο). Είναι προφανές ότι αυτού του είδους η βία δεν είναι αποδεκτή σε κανέναν πολιτισμό. Ο βασανισμός ενός παιδιού για οποιονδήποτε λόγο θεωρείται τουλάχιστον αποκρουστικός και αποτρόπαιος. Συνεχίζουν όμως και υπάρχουν ακόμα φωνές που υποστηρίζουν ότι ο ξυλοδαρμός και όχι μόνο π.χ. η λεκτική βία όταν χρησιμοποιείται ως μέρος ενός πιο «λογικού» και συνεπούς συστήματος πειθάρχησης μπορεί να μην θεωρείται ως κακοποίηση. Αυτός ο εξόφθαλμος εξορθολογισμός της βίας με γονική συναίνεση, δεν είναι παρά το κυρίαρχο εξουσιαστικό άλλοθι για την επιβολή της καταστολής του.

Ας δούμε προσεκτικά το παράδειγμα της χελώνας: Καθώς προχωράς στο δρόμο συναντάς μια χελώνα χωρίς καβούκι (κέλυφος), ξαφνικά ακούς μια φωνή που σε καλεί να απαντήσεις στο εξής ερώτημα: Αν την θεωρείς γυμνή ή άστεγη. Εδώ θα παρατηρήσει κανείς τον ιδεολογικό χειρισμό. Καταρχάς μια χελώνα χωρίς το κέλυφός είναι νεκρή. Το ερώτημα λοιπόν είναι άκρως παραπλανητικό διότι στρέφει το θέμα εκτός πλαισίου από τη γενικότερη κατάσταση αθωώνοντας τον θύτη (διότι κάποιος ηθελημένα την βασάνισε και την οδήγησε στον θάνατο). Αντίθετα μετατοπίζει την ευθύνη στο θύμα. Η επιλογή γυμνή στρέφεται στην ηθική ενώ το άστεγη στο οικονομικοκοινωνικό. Θα το επαναλάβω όμως ότι η χελώνα δεν είναι ούτε γυμνή –ούτε άστεγη, αλλά ΝΕΚΡΗ!!! Η επιλογή αυτή δεν τέθηκε καν σαν δυνατότητα. Αυτή είναι και η δύναμη του εξουσιαστικού λόγου να δημιουργεί και να κατευθύνει την πραγματικότητα. Η συζήτηση μπορεί να συνεχιστεί στο αν η χελώνα είναι συνένοχη ή συνυπεύθυνη για τον θάνατό της, το ύφος, το κύρος και την εξουσία που ασκεί η φωνή κ.λπ. Στη θέση της χελώνας μπορεί κάλλιστα να είναι μια οροθετική, ένας μετανάστης, ακόμα και μια πολιτική ή κοινωνική ιδέα. Ελπίζω να έγινα κατανοητός.

Ο συλλογισμός αυτός είναι απλά παραπλανητικός γιατί διαχωρίζει τη μορφή από το περιεχόμενο: Όπως υπάρχει καλή ενδοοικογενειακή βία, –στο βαθμό που νουθετεί– έτσι υπάρχει και καλή θεμιτή κρατική καταστολή. Η αξιολογική λοιπόν υπόσταση της παιδικής και όχι μόνο κακοποίησης τελικά φθάνει ανάλογα με το πώς παράγει τη συμπεριφορά που κάνει το άτομο να ταιριάζει ή όχι με το υπάρχον σύστημα της κοινωνίας. Φτάνοντας σε σημείο στο οποίο η λέξη «κακοποίηση» να αγγίζει τα πάντα αλλά όχι την εξουσία και όποιον την ασκεί. Ανάλογος συμψηφισμός είναι ανεπίτρεπτος από τους Αναρχικούς, ως άτομα ως ομάδες, ως χώρος, ως κίνημα.

Εξαιτίας της γενίκευσης της έντασης από το κράτος και τον καπιταλισμό δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε στην αλλοτρίωση, τη μοναξιά τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, την κατάθλιψη, την εχθρότητα, τη νεανική παραβατικότητα, τον βιασμό, τον εκφοβισμό, την κακοποίηση, να αποτελέσουν μέρος των μεθόδων δράσης μας. Αν και δυστυχώς ο εχθρός δεν είναι προ των πυλών. έχει μπει ήδη μέσα. Είναι άλλο να χρησιμοποιείς αντιβία ως άμυνα στη βία του κράτους (αυτό εννοεί το σύνθημα βία στην βία της εξουσίας) και όχι να χρησιμοποιήσουμε τα μέσα του αντιπάλου για αντιμετωπίσουμε την πολιτική διαφθορά, το φυλετικό μίσος, τον φασισμό και γενικά να μην μεταβληθούμε σε μια ακόμα ομάδα μίσους με «αναρχικό» περιτύλιγμα. Ο διάλογος με τους υποστηρικτές της «νέας αναρχίας» όσο και αν το αρνούνται είναι μια ιδεολογική και ηθική σύγκρουση: Υπέρ της ελευθερίας της επιλογής (χωρίς υπολογισμό του κόστους) από τη μία, Υπέρ της ελευθερίας της επιλογής που δεν έρχεται ενάντια στη ζωή ως αξία από την άλλη.

Η σημερινή συγκυρία δεν είναι αποτέλεσμα της τύχης. Δε είναι τίποτα από το αποτέλεσμα των συνθηκών που επιβάλλει το κράτος στην υποχώρηση των συλλογικών διεκδικήσεων της θεσμικής ανομίας απέναντι στην κοινωνία και του εγκιβωτισμού του ατόμου που πλέον είναι μόνο και γυμνό. Η κρίση αποτελεί τη βίαιη αναδιανομή του πλούτου δημιουργώντας μια νέα καμπή στην καπιταλιστική ιστορία. Στη νέα εποχή που ανατέλλει η κυριαρχία προσπαθεί να εφαρμόσει την εξής δυστοπική συνθήκη: Οι θεσμοί δεν θα προσαρμόζονται για να εξυπηρετούν τους ανθρώπους. Αντίθετα ο άνθρωποι θα προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των θεσμών. Δηλαδή δημοκρατίες από το κράτος, για το κράτος και προς το κράτος. Όσο εντείνεται το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, η καταστολή για να επιβληθεί θα χρησιμοποιεί υγειονομικές ή ακόμα και ανθρωπιστικές δικαιολογίες, π.χ. υγειονομικές βόμβες κ.ο.κ.

Το σύστημα δημιουργεί πάντα τρόπους εκτόνωσης στα γήπεδα για τη νεολαία, ομάδες αυτοβοήθειας, αστική φιλανθρωπία και εκκλησιαστική αλληλεγγύη. Όπως και η τηλεόραση, δεν τα επιβάλλει, η χρήση τους είναι «εθελοντική» και προαιρετική. Κανένας δεν απαιτεί από τον άλλον να καταναλώσει, να υιοθετήσει μια μόδα, ή να δει τηλεόραση με ποινικούς όρους. Αντίθετα τους το επιβάλλει δημιουργώντας νέες κοινωνικές σχέσεις που υποθάλπουν αυτήν την εξάρτηση. Η επιστροφή στη φύση μέσω extreme sports, o ινδικός διαλογισμός, η trendy ψυχοθεραπεία, τα reality show, ακόμα και η μητροπολιτική απολιτική βία αποτελούν μηχανισμούς φυγής. Όλοι παραπονιούνται για τα τεκταινόμενα αλλά κανένας δεν κλείνει την τηλεόραση, ή σταματά την κατανάλωση, το lifestyle κ.λπ. Αυτό δεν γίνεται μόνο λόγω συνήθειας αλλά λόγω της κοινωνικής σχέσης που έχει επιβάλει τη συνήθεια. Για να υπάρξει αλλαγή στη συμπεριφορά χρειάζεται κάποιος να αποφασίσει, να υιοθετήσει κάποιο άλλο παράδειγμα. Ο ολοκληρωτισμός χρησιμοποιεί τον φόβο, η ελευθερία την πειθώ. Ακόμα και αν αυτή δεν έχει γρήγορα αποτελέσματα. Δεν θα σταματήσει ο καταναλωτισμός ως ιδεολογία επειδή κάποιοι θα φοβούνται να καταναλώσουν, απλά θα υπάρχει μια πρόσκαιρη μεταβολή στη συμπεριφορά η οποία θα επιστρέψει ξανά στην κανονικότητά της και με μεγαλύτερη ένταση μετά από λίγο καιρό. Γι’ αυτό και δεν θεωρούμε πραγματικά αποτελεσματικό έναν τρόπο δράσης που επιβάλλει τη φοβική αποδοχή. Ο αγώνας για την ελευθερία επιζητά ανθρώπους που την επιζητούν και όχι όσους την φοβούνται. Όσοι πιστεύουν στην υιοθέτηση του φόβου υιοθετούν ολοκληρωτικά ιδεώδη χωρίς να το γνωρίζουν. Ο φασισμός στηρίχθηκε πάντα στον φόβο απέναντι στους άλλους. Πρέπει λοιπόν να τους πείσουμε να έρθουν μαζί μας και όχι να τους εκβιάσουμε ή να τους εκφοβίσουμε να κάνουν κάτι που στην ουσία δεν το επιθυμούν ή δεν το θέλουν.

Δεν νομίζουμε ότι έχει κανείς στο μυαλό του μια κοινωνία όπου θα υπάρχει ατελείωτος ανταγωνισμός με βάση τη δύναμη (όχι απαραίτητα τη φυσική). ‘Η μήπως όχι; Ο άκρατος φιλελευθερισμός ζητάει την άνευ όρων απελευθέρωση της αγοράς. Την ίδια απελευθέρωση ζητάνε και οι αναρχοκαπιταλιστές οι οποίοι εμπνέονται και αυτοί από τον ατομικισμό. Μια τέτοια κοινωνία στην οποία ένα άτομο μπορεί να ικανοποιήσει το πάθος του για δύναμη μπορεί να γίνει μόνο βγάζοντας από τη μέση μεγάλους αριθμούς ανθρώπων, πληθυσμών και τοπικών πολιτισμών και ομογενοποιώντας όσους επιβιώσουν. Αυτό ως εκδοχή είναι από τη φύση του αποκρουστικό και δεν μπορεί να μετριασθεί η μισανθρωπία του με όσους τόνους στιρνερικού εγωισμού ή νιτσεϊκής θέληση του υπεράνθρωπου ή φυσικού τρόπου ζωής και πρωτογονισμού και αν «εμπλουτισθούν». Η καταστροφή του υπάρχοντος συστήματος θα πρέπει να έχει και ένα σχέδιο για κάτι καλύτερο και όχι απλά καταστροφή και ό,τι θέλει προκύψει. Τα υπόλοιπα είναι απλά δυστοπίες και δεν πρόκειται να τα ακολουθήσει κανείς, πιστεύω ότι ούτε και αυτοί που τα επικαλούνται.

Μπορεί οι μέχρι στιγμής επαναστάσεις να μην τα κατάφεραν να απελευθερώσουν τους ανθρώπους αλλά το πάθος για την ατομική χειραφέτηση και την κοινωνική απελευθέρωση παραμένει. Για να κερδίσει μια ιδέα ή ένα κοινωνικό κίνημα μια έστω και υποτυπώδη υποστήριξη, θα πρέπει να έχει ένα θετικό ιδανικό. Η επίκληση της «νέας αναρχίας» υπέρ του εγωιστικού ατόμου υπάρχει ήδη στον καπιταλισμό στην αφήγηση του καταναλωτή, του πλουτισμού μέσω τυχερών παιχνιδιών, τους γάμους συμφέροντος, στα οποία τα άτομα μπορούν να εξ-αγοράσουν την αυτονομία τους με την οικονομική τους δύναμη. Η αφήγηση αυτή στη σημερινή εποχή της κρίσης έχει ξεπερασθεί αφήνοντας στις μητροπόλεις του κόσμου πλήθος ανθρώπων ελεύθερων από εργασία και παραδειγματικά ζητά από τους υπόλοιπους την υποταγή για να μην καταντήσουν και εκείνοι έτσι. Το ίδιο ισχύει και με την άνευ όρων επίκληση επιστροφής στη φύση, την αντιτεχνολογία και γενικά αυτή την έκφραση του αντί. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα διαφωνήσουν πως η φύση είναι όμορφη και σαγηνευτική. Αυτή είναι μια αστική – τουριστική αφήγηση. Ένας αγρότης θα είχε τελείως διαφορετική άποψη. Και για εκείνον η μητροπολιτική ζωή μπορεί να έμοιαζε όμορφη και σαγηνευτική σε σχέση με τον καθημερινό κάματο που έχει η αγροτική εργασία. Ο πρωτογονισμός παίρνει την επιστροφή στη φύση και τη μετατρέπει σε μια ουτοπική χίμαιρα, ειδικά δε όταν συνδυασθεί και με τον αντικοινωνισμό και την άρνηση του πολιτισμού. Αρκετοί δεν θα ήθελαν να επιστρέψουν σε μια τέτοια κατάσταση. Για να εξαλείψουμε τις αρνητικές και καταστροφικές συνέπειες της βιομηχανικής κοινωνίας δεν σημαίνει ότι για να κερδίσουμε το ένα θα πρέπει να θυσιάσουμε το άλλο. Αυτή είναι μια αφήγηση που συχνά επικαλείται και η εξουσία στην προσπάθειά της να δικαιολογήσει κάτι ως αναπόφευκτο. Η λαϊκή ρήση «δεν μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιλέξουμε ή την πίτα ή τον σκύλο. Η συνεργασία και η συμβιωτική αλληλοβοήθεια είναι μια ακόμα επιλογή αλλιώς κινδυνεύει να μεταστοιχειωθεί ως «πρωτογονισμός ή βαρβαρότητα, ο πρωτογονισμός είναι βαρβαρότητα» κάτι που δεν ισχύει απόλυτα.

Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα βρίσκονται σε σύγχυση για το μέλλον το δικό τους, των παιδιών τους, της κοινωνίας και γενικά πού οδηγούνται τα πράγματα. Εσωστρέφεια και η μετάθεση της ευθύνης στους ίδιους, η συνενοχή του «μαζί τα φάγαμε» δημιουργεί μια μεγάλη ψυχική σύγκρουση. Η υπόσχεση της ευμάρειας με αντάλλαγμα την πολιτική δράση, οδήγησε αρκετούς στην ανάθεση, την απάθεια και να μην μπορούν να σκεφτούν ούτε σοβαρά ούτε πολύ σύνθετα σε σχέση με δύσκολα ή δυσνόητα θέματα. Γι’ αυτό και η προσφυγή στο εύκολο και στον λαϊκισμό έχει σημαντική δυναμική: Το ένα ή το άλλο, απλά και καθαρίσαμε. Σίγουρα κάθε πολιτική ιδεολογία ή κίνημα πρέπει να απευθύνεται σε όλους και όχι μόνο σε αυτούς που είναι πιο «έξυπνοι», «σκεπτόμενοι», «λογικοί» ή πιο «εργάτες», «αγρότες», «επαναστάτες» από τους άλλους. Η εξουσία κατασκευάζει ταυτότητες και ρόλους, τα επαναστατικά κινήματα πρέπει να οικοδομούν - συνδιαμορφώνουν συνειδήσεις. Στόχος η καλλιέργεια των επιχειρημάτων, επίλυση των προβλημάτων, επιλογή μεθόδων και σκοπών, επεξεργασία των αμφισημιών και αντινομιών που αυτοί μπορεί να προκαλέσουν κ.ο.κ. Η διαστρέβλωση των γεγονότων προς μια και μοναδική αλήθεια – τη δική μας, καθώς και η ακραία γλώσσα αποτελούν εμπόδιο στην επικοινωνία, γι’ αυτό και κατά τη γνώμη μας θα πρέπει να αποφεύγεται.

Αν η διάδοση της ιδέας μεταδοθεί με την πιο απλοποιημένη μορφή, στην οποία λείπουν οι λεκτικοί «αβδηριτισμοί, και αβαργκαρντισμοί» (αν με χάσατε στο νόημα αυτό ήθελα να σας προκαλέσω) καθώς και η αυθαίρετη γλώσσα, τότε ίσως συμβάλουμε στους ανθρώπους να δούνε πιο ξεκάθαρα τα πράγματα. Και εδώ, η κομβική λέξη είναι συμβολή και όχι επιβολή. Η φτηνή, φοβική και ακραία προπαγάνδα της πράξης (και όχι μόνο) έχει μόνο βραχυπρόθεσμη επιτυχία. Οι ιδέες για να πετύχουν πρέπει να ριζώσουν ως κοινωνική σχέση, χρειάζονται αφοσίωση και όχι την αστάθεια της αλλαγής στάσεων μόλις εμφανιστεί κάποια καλύτερη προπαγάνδα ως μέσο προς όφελος μιας άλλης ίδιας ή υποδεέστερης ιδέας. Σίγουρα η επίκληση στο συναισθηματικό έχει ιδιαίτερη αξία τις πρώτες μέρες μιας εξέγερσης αλλά αυτό αποτελεί εξαίρεση.

Είναι δεδομένο ότι ακόμα και λίγο πριν την τελική έκβαση του αγώνα δεν περιμένουμε ως επαναστάτες, πόσο μάλλον ως αναρχικοί, ότι θα έχουμε την πλειοψηφία στο πλευρό μας. Αντίθετα εμείς θα είμαστε στο πλευρό όσων εξεγείρονται με στόχο την ελευθερία και για να συντελέσουμε στην ακόμα περισσότερη ριζοσπαστικοποίησή τους. Αυτό και πάλι δεν διασφαλίζει ότι θα επιλέξουν τον τρόπο μας. Ο κοινωνικός αγώνας είναι μια σύγκρουση μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχούμενων για να σταματήσει η κυριαρχία. Όταν αυτή η σύγκρουση φτάσει να γίνεται μόνο ανάμεσα στους επαναστάτες και τους ανθρώπους, τότε η στρατηγική αυτή οδηγεί μόνο στην αλληλοεξόντωση μεταξύ των καταπιεσμένων προς όφελος της εξουσίας. Η στρατηγική να καταδικάσεις ως συνυπεύθυνους τους καταναλωτές μια μάρκας διότι έχουν αυτήν την καταναλωτική συνήθεια δεν συντελεί προς την κατεύθυνση της ριζοσπαστικοποίησης. Αντίθετα, το να τους πείσεις ότι έχουν πέσει θύματα της διαφήμισης, του marketing και γενικά του καπιταλιστικού τρόπου ζωής που καταστρέφει τη φύση και τις τοπικές κοινωνίες θα είχε μεγαλύτερο νόημα. Ως στρατηγική τουλάχιστον ο κοινωνικός αναρχισμός επιλέγει τον πόλεμο με τους θεσμούς – ειρήνη με τους ανθρώπους. Η «νέα αναρχία» επιλέγει να τα βάλει με όλους. Αρκετοί θεωρούν ότι αυτό είναι προβληματικό διότι αποσυμβολίζει τη δράση και επιτείνει την αμφιβολία και τον φόβο. Συναισθήματα τα οποία η εξουσία τα κατασκευάζει, τα συντηρεί και τα διαμορφώνει κάθε στιγμή για τη διαιώνισή της. Αν θέλουμε να ρίξουμε την εξουσία δεν πρέπει να γίνουμε εξουσιαστές, δεν πρέπει να ταυτιστούμε με τον επιτιθέμενο. Να μην μοιάσουμε στο τέρας, να μην γίνουμε οι ίδιοι το τέρας. Αυτή δεν είναι άλλωστε η ουσία του Αναρχικού ιδεώδους; Είναι σίγουρο ότι η ατομική και κοινωνική απελευθέρωση δεν πρόκειται να προκύψει τυχαία ούτε αυθόρμητα επειδή η ανθρώπινη φύση είναι αυτό που είναι. Το σίγουρο πάντως είναι ότι με τον εκφοβισμό δεν πρόκειται να επιταχύνουμε την όλη διαδικασία, την καθυστερούμε μόνο.

Στο ΜεταίΧμιο: Μαζί ή Χώρια

Η επιλογή ως δίλημμα μοιάζει με το θεώρημα της χελώνας. Όποιος θεωρεί ότι δεν ανήκει ή δεν θέλει να έχει σχέση με τον Αναρχισμό δεν χρειάζεται ούτε να υποφέρει ούτε να καταπιέζεται. Είναι όμως αλήθεια και πραγματικότητα ότι η «νέα αναρχία» χρειάζεται τον «χώρο» και τις δομές του άσχετα αν τις αποστρέφεται.

Η κατά συρροή παρουσία υποστηρικτών της «νέας αναρχίας» ειδικά στα δημόσια μέσα αντιπληροφόρησης (π.χ. indymedia) έχει σε αρκετές περιπτώσεις πολώσει τις καταστάσεις παρά διευκολύνει την ιδεολογική ζύμωση. Είναι δε τόσος δογματικός ο τρόπος της άρνησης προς οτιδήποτε που προσδιορίζουν ως παλαιό, κοινωνικό κ.λπ., που σχεδόν μοιάζει να διαστρεβλώνει τους αρχικούς στόχους του Ιστορικού Μείζονος Αναρχικού Κινήματος. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα στις επιδιώξεις των υποστηρικτών της «νέας αναρχίας» δεν είναι να ηγεμονεύσουν τον χώρο αλλά να αναγνωριστούν ως ισότιμοι συνομιλητές (θυμίζει την προσπάθεια της ψυχιατρικής να πείσει ότι είναι ίση και άξια με την ιατρική επιστημολογικά). Οι υποστηρικτές της «νέας αναρχίας» ως εξεγερμένα παιδιά στον κόσμο όχι μόνο της εξουσίας αλλά και στην κανονικότητα του Κοινωνικού Αναρχισμού εμφανίζουν συμπτώματα ανωκατωτερότητας. Η ανωκατωτερότητα αποτελεί τον διπλό δεσμό διχασμού ανάμεσα στην αυτοεικόνα του εαυτού με την εξωτερική συνδιαλλαγή της αποδοχής ή της άρνησης αυτής της ταυτότητας από τους άλλους. Διότι, άσχετα από ό,τι επικαλούνται, αυτό που εκφράζουν είναι μια άλλη ταυτότητα άσχετα αν την αρνούνται. Ο ενδοτισμός και η άκαμπτη πεποίθηση ενυπάρχουν.

Για να μπορέσουν να σταθούν σε αυτόν το εσωτερικό (εντός του χώρου) πόλεμο μεταξύ όλων θα πρέπει να δείξουν μια ανένδοτη στάση. Η «νέα αναρχία» θα πρέπει να φαίνεται συνεπής προς το Εγώ της και ασυνεπής προς τους άλλους με ηθικούς ή κοινωνικούς όρους. Η «νέα αναρχία» ως ατομικιστική προσέγγιση δεν επιθυμεί ούτε να ενώσει τους ανθρώπους, ούτε τους κόσμους τους. Κάτι τέτοιο θα φάνταζε κοινωνικό.

Αν και η «νέα αναρχία» είναι στη ρητορική της ενάντια στην ενδοτικότητα που έχει η θρησκεία, για τον υποστηρικτή της «νέας αναρχίας» ο μηδενισμός παίζει τον ψυχολογικό ρόλο συγκρότησης ως νόημα σχεδόν στον ίδιο βαθμό που το επιτελεί η θρησκεία ή τουλάχιστον η ιδεολογία αντίστοιχα. Χρειάζεται να πιστεύει στο είναι της βασικής συγκρότησης της ταυτότητας και για λόγους ψυχικής οικονομίας αλλά και άμυνας. Εφόσον η «νέα αναρχία» είναι δικαιολογημένη στον εαυτό του δεν χρειάζεται να θεωρηθεί ηθικά ή κοινωνικά σωστή ούτε και μπορεί να συγκριθεί και θεωρεί όχι μόνο δικαίωμα αλλά και μια εγωτική δυνατότητα να την επιβάλει στους άλλους.

Η «νέα αναρχία» κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται ολοκληρωτική δύναμη. Συχνά και αντιδιαλεκτική. Ό,τι αντιτίθεται στις πεποιθήσεις, στους τρόπους και στα μέσα της «νέας αναρχίας» πρέπει να εκμηδενιστεί λεκτικά, ακόμα και σωματικά, φτάνοντας και στον εκφοβισμό των διαφωνούντων.

Θεωρητικά ο ναρκισσισμός που έχουν για την εικόνα τους και ο ηδονισμός για την ποιότητα και τη δυναμική των πράξεών τους έρχεται ως εσωτερικός καταπιεστής να περιορίσει τη σκέψη και τη συμπεριφορά λόγω της αποκοινωνικοποίησής τους. Σε συνδυασμό δε με το συναίσθημα της ανωκατωτερότητας, επιζητούν δύναμη όχι με τους τετριμμένους τρόπους αγώνα των άλλων των παραδοσιακών – πεθαμένων σχημάτων του Κοινωνικού Αναρχισμού ή της αναρχίας διότι το θεωρούν ως ηθικό αδιέξοδο και με αυτόν τον τρόπο θέλουν να επιβάλουν την άρνησή τους στους άλλους. Σύμφωνα με τον Έρι Χόφερ, «Το μέσο για την αναχαίτιση ενός μαζικού κινήματος είναι συχνά η αντικατάστασή του μ’ ένα άλλο κίνημα. Ένα ειδικό και περίεργο αντικατάστατο των μαζικών κινημάτων είναι η μετανάστευση. Η μετανάστευση προσφέρει κάτι από κείνα που ελπίζει να βρει ο απογοητευμένος στο μαζικό κίνημα, δηλ. μια αλλαγή και την πιθανότητα μιας καινούριας αρχής».

Η «νέα αναρχία» φαίνεται ως μετανάστευση από τον παραδοσιακό αναρχισμό. Ο Έρι Χόφερ επισημαίνει ότι «η δυσαρέσκεια είναι ίσως μεγαλύτερη, όταν η αθλιότητα είναι υποφερτή και όταν τα πράγματα είναι έτσι ώστε να υπόσχονται, φαινομενικά, μια καλύτερη κατάσταση. Η δυσαρέσκεια φαίνεται ότι αυξάνει, με τη μειωμένη απόσταση από τον επιθυμητό σκοπό. Αυτό ισχύει στον ίδιο βαθμό είτε πλησιάζουμε τον σκοπό είτε απομακρυνόμαστε απ’ αυτόν». Κάποτε αυτοί που κύκλωσαν το Α το έκαναν διότι πίστευαν ότι η «Αναρχία είναι τάξη» και ότι οι διαχωρισμοί καταστρέφουν την Οργανική Αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων. Σήμερα το Α (αναρχισμός) για κάποιους χρειάζεται να αποδράσει από τον Μηδενισμό που το έχει περικυκλώσει. Κάποιοι ζητούν να Αναπνεύσει ξανά και Οργανωμένα, αντίθετα άλλοι ζητούν να μεταναστεύσει προς μια «νέα αναρχία». Καλό τους ταξίδι. Τίποτα δεν έχει τελειώσει…

«Το παράδοξο είναι το ερώτημα του Χάους»
Χάος και κουλτούρα

«Ο εχθρός του Χάους είναι η Τάξη. Αλλά ο εχθρός της Τάξης είναι και αυτός εχθρός του Χάους»
Θεωρία της Κοινωνικής Εντροπίας
Γκρέγκορ Μάρκοβιτς

Σχεδιασμός εξωφύλλου -στήσιμο: Αναρχική Βιβλιοθήκη
Επιμέλεια: Σωκράτης Α.

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]