user preferences

Recent articles by Dmitri (σύνθεση κειμένου)
This author has not submitted any other articles.
Recent Articles about Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος Λαϊκοί Αγώνες

Η εκλογική συ&#... May 27 23 by Αργύρης Αργυριάδης

Ρομά και επαν&#... Dec 12 22 by Γιάννης Βολιάτης

Ιανός: Ο διπρό&... Feb 20 22 by Αργύρης Αργυριάδης

Ο φασισμός, η Μέρκελ, οι εργατικές κινητοποιήσεις

category Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος | Λαϊκοί Αγώνες | Αφιέρωμα author Thursday October 25, 2012 22:25author by Dmitri (σύνθεση κειμένου) - MACG (personal capacity)author email ngnm55 at gmail dot com Report this post to the editors

featured image

Αυτά που γράφονται στο κείμενο αυτό, μπορεί να φαντάζουν χιλιοειπωμένα τις τελευταίες μέρες, μήνες ή και τα τελευταία δυο χρόνια περίπου, ωστόσο θεωρώ σημαντικό να επαναληφθούν ώστε να δοθεί μια γενική εικόνα των κοινωνικών αγώνων των τελευταίων ημερών στον ελλαδικό χώρο.

Ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και οι φασιστικές ιδεοληψίες άρχισαν να εμφανίζονται ως τάσεις της ελληνικής κοινωνίας με την είσοδο του πρώτου κύματος μεταναστών στην χώρα, στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Δεδομένης όμως της εκμετάλλευσης των μεταναστών από το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας και του κάθε είδους κέρδους που αποκόμισαν οι εκμεταλλευτές σε καιρούς μιας εικονικής οικονομικής ευμάρειας, οι τάσεις αυτές ήταν, κατά κάποιο τρόπο και σε μεγάλο βαθμό, εν υπνώσει. Η επέλαση της φτώχειας και το οικονομικό ναυάγιο της Ελλάδας – η αποτυχία δηλαδή του ελληνικού καπιταλισμού που ανέκαθεν ήταν ανορθολογικός ακόμα και με καπιταλιστικά κριτήρια, που σημαίνει ότι, εκτός από βάρβαρος και αντικοινωνικός, ήταν και παραμένει ταυτόχρονα και αντιπαραγωγικός (με μια έμφυτη μανία αποθησαύρισης και όχι «επενδυτικός»), στρεβλός, μαφιόζικος και υπό σιδηρά κρατική προστασία σε βαθμό που να αποτελεί τον ορισμό της διαπλοκής – έγιναν ο εκλυτικός παράγοντας της εμφάνισης της φασιστικής νόσου που δεν μπορούσε να κρατηθεί άλλο στο στάδιο της επώασης (φιδιών εννοείται).

Ήδη από την εποχή του «κινήματος των πλατειών» του 2011 εμφανίστηκε σιγά – σιγά, εκτός αλλά παράλληλα με τις λαϊκές συνελεύσεις, ένας κατ’ αρχήν απροσδιόριστος και ετερόκλητος όχλος, αποτελούμενος από «πατριώτες» με έντονα εθνικιστικές τάσεις και κάθε ειδους φασιστοειδή. Μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου ο εφιάλτης έγινε τόσο πραγματικός που όσο κι αν τσιμπιόμαστε δεν μπορούμε να σταματήσουμε να τον βλέπουμε: 441.000 και 426.000 ψήφοι για τη νεο-ναζιστική οργάνωση, αντίστοιχα.

Από την πρώτη στιγμή που οι ίδιοι οι νεο-ναζί συνειδητοποίησαν ότι έχουν εν δυνάμει ένα τόσο μεγάλο κοινό, άρχισαν οι αγριότητες: ξυλοδαρμοί και σφαγές μεταναστών, τραμπουκισμοί στους χώρους εργασίας τους, διαρκής τρόμος· πολλοί μιλούν για εξαφανίσεις, βιασμούς και για πρακτικές που ενσωματώνουν περισσότερα από τα μισά εγκλήματα του Ποινικού Κώδικα. Κάθε πράξη βίας εκ μέρους των νεο-ναζί, η οποία μένει αναπάντητη από την κοινωνία ή γίνεται άμεσα ή έμμεσα ανεκτή ή ακόμα και επιθυμητή, γεννά σ’ αυτούς και στους φίλους τους, μία αίσθηση μεγαλείου και μια αίσθηση ακόμη μεγαλύτερης δύναμης, η οποία, με τη σειρά της, γίνεται η αιτία για το ξεδίπλωμα ενός ακόμα σφοδρότερου κύματος μίσους και (φασιστικής) μισαλλοδοξίας που τελικά δημιουργεί μια διαρκή απειλή στοχοποιώντας, εκτός των μεταναστών και πολιτικούς χώρους (αναρχικούς, κομμουνιστές), κοινωνικές ομάδες ή «μειονότητες»: ομοφυλόφιλοι, άτομα με ειδικές ανάγκες, ψυχιατρικοί ασθενείς κ.ά. μπαίνουν μέρα με τη μέρα στη λίστα αναμονής των υποψήφιων θυμάτων τους.

Το μίσος κλιμακώνεται αυτοτροφοδοτούμενο και η ηθική, πνευματική, πολιτική και κοινωνική κατρακύλα δεν έχει πια πάτο. Μέσα σ’ αυτή την πραγματική κατάσταση, με τους φασίστες να κάνουν από «περιπολίες» και «ελέγχους νομιμότητας» σχετικά με την ύπαρξη αδειών παραμονής και εργασίας των μεταναστών μέχρι και εξώσεις μεταναστών (και όχι μόνο) μισθωτών που δεν μπορούν να πληρώσουν τα ενοίκια των τρωγλών που τους νοικιάζουν οι ντόπιοι, άλλοτε νοικοκυραίοι, εκ των πραγμάτων δημιουργήθηκε, ως κοινωνικό αντανακλαστικό, η ανάγκη για τη δημιουργία μιας αντιφασιστικής άμυνας. Πολλοί δηλώνουν ή είναι αντιφασίστες, αλλά το βάρος έπεσε στον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο.

Τα κόμματα της Αριστεράς με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση (ΣΥ.ΡΙΖ.Α., Κ.Κ.Ε.) αρέσκονται στα λόγια αλλά δεν θέλουν ή/και δεν μπορούν να οργανώσουν τον κόσμο τους ή την κοινωνία ακόμα και σε πιο απλά ζητήματα (π.χ. άρνηση πληρωμής επαχθών και παράνομων φόρων). Πόσο μάλλον, είναι ανίκανα όχι μόνο να οργανώσουν κάτι σαν αντιφασιστική πολιτοφυλακή, αλλά δεν τολμούν ούτε καν να κάνουν μια σχετική νύξη. Η νομιμοφροσύνη τους τα έχει διαβρώσει τόσο που προσπαθούν με αστείες τσιρίδες και πολιτικάντηκες τρίπλες να «κηρύξουν» την Χρυσή Αυγή, «εκτός νόμου». Πώς είναι δυνατό να πιστεύουν ότι το πλαίσιο που δημιούργησε το φαινόμενο, ή που έστω ανέχτηκε την εμφάνισή του, θα λειτουργήσει για την καταπολέμησή του;

Ως αναρχικοί και αντιφασίστες δεν είχαμε αυταπάτες πως ο αγώνας ενάντια στο κράτος τον καπιταλισμό και τους ταγματασφαλίτες λακέδες τους θα είναι εύκολος. Δηλώνουμε πως η αποφασιστικότητα για την συνέχισή του δεν κάμπτεται από την κρατική καταστολή. Απέναντι στις κρατικές και παρακρατικές συμμορίες να δημιουργήσουμε αντιφασιστικές πολιτοφυλακές σε κάθε γειτονιά και να οργανώσουμε την κοινωνική και ταξική αντεπίθεση».

Μάς λένε λοιπόν πως είναι λάθος να αναλωνόμαστε στον αντιφασιστικό αγώνα· πως είναι λάθος να «δίνουμε σημασία σε μια συμμορία φασιστών»· πως έτσι αναπαράγουμε την προπαγάνδα τους· πως τους διαφημίζουμε… Επιχειρήματα που αν και φαινομενικά έχουν μια βασιμότητα, ωστόσο στην πράξη και δεδομένης της κατάστασης, είναι εσφαλμένα. Μήπως τα ΜΜΕ δεν κάνουν διαρκή διαφήμιση στις θέσεις της Χ.Α. μετατρέποντας σε θέαμα για όλη την οικογένεια κάθε καινούριο φρικαλέο κατόρθωμά της;

Μήπως, τα διαρκή ψέματα των νεο-ναζί δεν έχουν υφάνει έναν παρανοειδή ιστό εντός του οποίου έχει εγκλωβιστεί ολόκληρη η κοινωνία – θύμα της γκεμπελικής προπαγάνδας τους που στηρίζεται από ΜΜΕ και διαφυλάσσεται από το κρατικό παράρτημά της, την ΕΛ.ΑΣ.; Και για τον φασιστικό εφιάλτη οι αναρχικοί φταίνε; Εύκολο να φορτώνει κανείς την απάθειά του, την δειλία του ή την συνενοχή του στις άθεες μάγισσες της εποχής της Απόλυτης Αποβλάκωσης.

Όμως τέτοια επιχειρήματα («αν αντιμετωπίσεις τον φασίστα με (αντι)βία γίνεσαι κι εσύ φασίστας») δεν μάς αγγίζουν. Και δεν είμαστε υποχρεωμένοι να απαντούμε σε οποιαδήποτε ανοησία εκστομίζεται από οποιονδήποτε είναι, πλήρως και συνειδητά, μακριά από κάθε κοινωνικό αγώνα. Ανασηκώνουμε τους ώμους προειδοποιώντας ότι η φασιστική απειλή είναι θέμα χρόνου να στραφεί κατά της ελληνικής εργατικής τάξης, των ντόπιων μη προνομιούχων, της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας, αφήνοντας τους μετανάστες στο ημίφως του σκοταδισμού της. Αντιδρούμε στην επέλαση του φασισμού. Ίσως να μην σώσουμε κανέναν. Ίσως να μην «σώσουμε την επανάσταση, αλλά θα σώσουμε τη σκέψη μας και τη συνοχή μας». Και την αξιοπρέπειά μας.

Είναι αλήθεια ότι οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για την ανάπτυξη θετικών δραστηριοτήτων. Πως πρέπει να βρούμε και νέες πρακτικές, αποφεύγοντας όποτε είναι δυνατόν την αντι-βία (που όσο κι αν προσπαθήσουμε δεν μπορεί να έχει τα αποτελέσματα που επιθυμούμε στο βαθμό που δεν είναι μαζικότατη αλλά «δική μας υπόθεση» και δική μας «ευθύνη», την οποία εν μέρει μάς φόρτωσαν οι λοιποί αντιφασίστες – π.χ. συχνά στις τοπικές αριστεροκρατούμενες λαϊκές συνελεύσεις που δεν μας θέλουν, μάς θυμούνται όταν ανακύπτει το θέμα του αντιφασισμού – και εν μέρει φορτωθήκαμε μόνοι μας (λες και είμαστε επιφορτισμένοι να αναλάβουμε μόνοι εμείς το βρώμικο κομμάτι).

Πράγματι είναι επιβεβλημένη η υιοθέτηση και νέων και διαφορετικών μεθόδων όπως αυτές που λ.χ. οι Ισπανοί προσπαθούν εδώ και χρόνια να φτιάξουν, δουλεύοντας ασταμάτητα προς αυτή την κατεύθυνση: είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός μαζικού κινήματος μέσω του οποίου θα μπορέσουμε να περάσουμε σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερες ελευθεριακές αρχές μπορούμε. Οι Ισπανοί οργανώνονται εδώ και μήνες, ανεξάρτητα από μεγάλα συνδικάτα. Φτιάχνουν δεκάδες δομές, ομάδες, κινήσεις. Μικρές και μεγάλες. Πειραματίζονται με μορφές (αυτο)-οργάνωσης και επικοινωνίας. δημιουργώντας παντού δίκτυα. Αποφεύγουν να προτάξουν ιδεολογικού τύπου χαρακτηριστικά και διαφορές, δίνουν έμφαση στα επιμέρους αιτήματα και ανάγκες (π.χ. Διαφθορά, Στεγαστικό πρόβλημα και εξώσεις, Ανεργία κ.α.). Δίνεται μεγάλη σημασία στο να αποφευχθεί η ανάθεση της λύσης σε κάποιον «άλλο», γι’ αυτό και προσπαθούν να συμμετέχουν όλοι σε όλα τα στάδια μιας συνέλευσης, δράσης κλπ.

Η διείσδυση των ιδεών μας μέσα στην κοινωνία μπορεί και πρέπει να γίνει με κάθε τρόπο που πιθανολογούμε ότι θα φέρει αποτελέσματα που δεν κατάφεραν οι έως τώρα δοκιμασμένες πρακτικές μας. Η στήριξη δραστηριοτήτων και δράσεων που αποσκοπούν στην βελτίωση μικρών ή λιγότερο μικρών τομέων της καθημερινής ζωής, μπορεί να αποβεί εντελώς κομβική για εμάς, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι μέσω της συμμετοχής μας (και της δυναμικής επιρροής μας) σ’ αυτές, ενδεχομένως να επιτύχουμε εκεί όπου μέχρι σήμερα αποτυγχάνουμε συστηματικά.

Η ενεργός συμμετοχή μας σε αντιδομές και δραστηριότητες που κατ’ αρχήν δεν φαίνονται συγκρουσιακές πιθανολογούμε ότι μπορεί να έχει κάποια από τα παρακάτω αποτελέσματα (τα οποία πρέπει εκ των προτέρων να έχουμε θέσει ως στόχους): να αφήνει τα περιθώρια συμμετοχής στις κινητοποιήσεις σε αυτόν τον κόσμο που ακόμα δεν θέλει/δεν μπορεί να συγκρουστεί. Να αναιρέσει την ρητορική των ΜΜΕ και της κυρίαρχης ιδεολογίας που κάνει λόγο για «επικίνδυνα/ακραία στοιχεία». Να δημιουργήσει τις παραστάσεις και αφηγήσεις που θα μάς βοηθήσουν να κερδίσουμε περισσότερα στον επικοινωνιακό πόλεμο, αναλογιζόμενοι ότι στην εποχή του θεάματος μπορούμε να βρούμε τρόπο να απευθυνθούμε καλύτερα στον κόσμο απ’ ότι οι αντίπαλοί μας. Εν τέλει να γεννήσει εκείνο το αίσθημα συμμετοχής που θα ενεργοποιήσει τον κόσμο που δεν είναι έτοιμος να λειτουργήσει τόσο βάσει πολιτικών επιλογών όσο δια μέσω του θυμικού.Η παράλληλη υιοθέτηση εκ μέρους μας τέτοιων πρακτικών δεν πρέπει να θεωρηθεί ως ένα βήμα πίσω.

Μπορούμε λοιπόν, παράλληλα με τις συνήθεις πρακτικές μας, να εφεύρουμε και νέες και η επιλογή της μιας ή της άλλης ή ο συνδυασμός αυτών θα έχει να κάνει κάθε φορά με την διαμορφωθείσα κατάσταση, τις συγκυρίες και τους συγκεκριμένους στόχους που θα έχουμε θέσει.Το ζήτημα τελικά είναι ποιός θα είναι το αφεντικό. Ως τώρα τα αφεντικά κατάφερναν να είναι αφεντικά κάνοντας τις λέξεις (δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη κ.ά.) να σημαίνουν τόσα διαφορετικά πράγματα ώστε να προκαλούν σύγχυση και να μπορούν να κυβερνούν εξυπηρετώντας τα συμφέροντά τους. Σήμερα, που όλο και περισσότεροι δεν μπορούν να τραφούν από αυτόν τον ρητορικό-προσχηματικό λόγο και ενώ οι ελίτ, το πολιτικό τους προσωπικό και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί στήριξής τους, όντας σε πανικό, έχουν εγκαταλείψει κάθε πρόσχημα, οι λέξεις έχουν χάσει πια τη σημασία τους. Το μόνο που απομένει να σκεφτούμε είναι αν θα συνεχίσουμε να έχουμε αφεντικά ή αν μπορούμε να χειραφετηθούμε. Το δίλημμα είναι απλό: ή το (παρα)Κράτος ή εμείς. Το πώς θα φτάσουμε στο πολυπόθητο «εμείς» είναι θέμα οργάνωσης, θέλησης και στρατηγικής. Ή πιο απλά: θέμα αξιοπρέπειας.

Με όλα αυτά φτάνουμε στις 9 Οκτωβρίου όταν στο πλαίσιο της επίσκεψης της στην Αθήνα η καγκελάριος της Γερμανίας είχε μια ιδιαίτερη σύσκεψη με Έλληνες και Γερμανούς επιχειρηματίες. Μια σύσκεψη που δικαιώνει όσους υποστήριζαν στην αρχή της κρίσης, της ελληνικής εκδοχής της έστω, ότι αυτή φέρνει και ευκαιρίες. Βέβαια μια στο τόσο έρχεται μια κρίση που ξεπερνάει κατά πολύ το επίπεδο ασφαλείας έναντι των κλυδωνισμών του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα.

Τη στιγμή λοιπόν που στους δρόμους γύρω από το Σύνταγμα συγκρούονταν αυτοί (έστω ένα μικρό κομμάτι αυτών) που τους υπόσχονται ότι θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους, εναντίον αυτών που προασπίζουν την εδραίωση και διαιώνιση των ταξικών ανισοτήτων (γιατί αυτή είναι η δουλειά τους και αυτές οι ανισότητες διατηρούν τη μισθοδοσία των μπάτσων), οι Σαμαράς και Μέρκελ συζητούσαν με αυτούς που κερδίζουν από το ξεζούμισμά μας.

Ο τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ χειρίστηκαν αυτή τη σύσκεψη ήταν άκρως αντίστοιχος του γεγονότος ότι αποτελούν παρακλάδια επιχειρηματικών ομίλων, προσπαθώντας να μας πείσουν ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες μετέφεραν στην κ. Μέρκελ την αλήθεια της κρίσης. Υπάρχει μια πιθανότητα να χωρέσαμε και εμείς εκεί, φευγαλέα, ως καταναλωτική στασιμότητα.

Το θέμα είναι ότι για ακόμα μια φορά φάνηκε πως το στρατόπεδο του εχθρού δεν περιλαμβάνει μόνο ευρωπαϊκά κοινοβούλια και υπερεθνικά διευθυντήρια. Τα εγχώρια αφεντικά πίεζαν εδώ και χρόνια για διαρθρωτικές αλλαγές όπως η μείωση των εργοδοτικών εισφορών και οι ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ, που θα προσέφεραν πάτημα για περαιτέρω φοροελαφρύνσεις υπέρ της επιχειρηματικότητας και φυσικά η απελευθέρωση των απολύσεων, η μείωση των αποζημιώσεων και η γενικότερη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Πολλοί οικονομικοί αναλυτές μάλιστα ηλεκτρονικών και έντυπων μέσων, τα καλύτερα τσιράκια των αφεντικών τους, έχουν το θράσος να δηλώνουν πως αν οι διαρθρωτικές αλλαγές είχαν γίνει νωρίτερα ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Κομμάτι αυτών των διαρθρωτικών αλλαγών ήταν (και είναι σε άλλη μορφή) ο περίφημος νόμος Γιαννίτση που ανέβαζε τα όρια συνταξιοδότησης πλησίον του προσδόκιμου επιβίωσης!

Τι είναι όμως επιτέλους αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές; Τίποτα περισσότερο από τις φλυαρίες των φονταμενταλιστών των απελευθερωμένων αγορών οι οποίοι, εμμένοντας σε αναξιόπιστα μοντέλα οικονομικών αναλύσεων, επιμένουν να εμφανίζουν τις μεταρρυθμίσεις που προωθούν ως ελιξίριο για κάθε νόσο. Επιμένουν πως με την εφαρμογή τους είναι δυνατό να προσεγγιστεί μια κατάσταση ισορροπίας όπου η ζήτηση εργασίας θα είναι αντίστοιχη της προσφοράς και ο ελεύθερος ανταγωνισμός θα μειώνει τις τιμές, κοινώς μια οικονομία που μπορεί να λειτουργεί αποδοτικά για όλους χωρίς ρόλο για το κράτος. Μόνο που δεν έχουν πειστικές εξηγήσεις για την καθίζηση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και για τις στρατιές των ανέργων, στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες όπου εφαρμόζονται οι οικονομικές θεραπείες τους.

Και ήρθαμε εμείς για να υπερασπιστούμε την κρατική παρεμβατικότητα; Όχι βέβαια! Αντιλαμβανόμασταν και εξακολουθούμε να αντιλαμβανόμαστε το μέλλον της τάξης μας έξω από τα όρια της καπιταλιστικής συσσώρευσης και του ιδιωτικού κέρδους. Ακολούθως θεωρούμε ότι το φως στην άκρη του τούνελ, η ανάπτυξη που ευαγγελίζονται αφεντικά και κράτος, δεν είναι παρά το τρένο της κοινωνικής υποβάθμισης που έρχεται ταχύτατα καταπάνω μας.

Όσο όμως τα παραπάνω δεν αποτελούν κοινό τόπο μεταξύ μας, ας αρχίσουν τουλάχιστον όσοι/ες ανάμεσα μας έλκονται από τις σειρήνες της περιστολής των κρατικών δαπανών και των ιδιωτικοποιήσεων να σκέφτονται ότι αν ο «εποπτευόμενος» καπιταλισμός μπορεί να παράξει τέτοιες ασυμμετρίες και τόση δυστυχία, τι θα συμβεί άραγε με την πλήρη απελευθέρωση του; Ας ελέγξουν το επίπεδο ζωής των Βρετανών και Αμερικάνων εργατών μετά τις σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων μετά τη δεκαετία του ’70 και ας αναλογιστούν γιατί οι ίδιες θεωρίες εξακολουθούν να είναι κυρίαρχες, αν και εν πολλοίς υπεύθυνες για την κρίση του 2008. Μήπως γιατί οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι επιχειρηματικές ελίτ κερδίζουν ότι ανέκαθεν ήθελαν; Μήπως γιατί επιτυγχάνεται ακόμα μεγαλύτερη διαίρεση της τάξης μας με την εκμετάλλευση των συνειδησιακών ελλειμμάτων μας; Μπα! Μάλλον για την επιστημονική τους αρτιότητα!

Ως επιστέγασμα, είχαμε στις 18 Οκτώβρη την απεργία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Μια μέρα γενικής απεργίας, που ποτέ δεν είναι γενική, γιατί το Εργατικό Κέντρο και τα σωματεία που το αποτελούν ποτέ δεν έτριξαν τα δόντια στους εργοδότες που απολύουν απεργούς εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Ποτέ δεν δούλεψαν ώστε να προπαγανδίσουν την απεργία. Και κυρίως γιατί οι εργαζόμενοι ξέρουν ότι είναι ξεπουλημένοι και δεν τους εμπιστεύονται.

Στο δημόσιο τομέα, απ’ την άλλη, τα σωματεία είναι απόλυτα ταυτισμένα με τον κομματισμό και τον καριερισμό. Σε πολλά από αυτά οι προϊστάμενοι στη δουλειά είναι στα διοικητικά συμβούλια των σωματείων! Και σε κανέναν δεν περισσεύει το μεροκάματο για να το χαρίζει, τη στιγμή που δεν βλέπει αποτέλεσμα σ’ αυτού του τύπου την απεργία. Οι απεργίες της μιας μέρας, με την εκ των πραγμάτων μικρή συμμετοχή, είναι το καλύτερο μέσο για να αχρηστεύσουν οι γραφειοκράτες και ξεπουλημένοι συνδικαλιστές το πιο ισχυρό μας όπλο: τη ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ

Ξέρουμε ότι ο αγώνας γίνεται εκεί έξω. Έξω απ’ τα ξεπουλημένα τριτοβάθμια συνδικάτα και τις κλαδικές και τοπικές μικρογραφίες τους.
- Στις μαχητικές κλαδικές απεργίες διαρκείας, που έχουν το χαρακτήρα που θα έπρεπε να έχει η γενική απεργία
- Στις καταλήψεις εργασιακών χώρων
- Στη στήριξη μεταξύ μας, στην επικοινωνία με το συνάδελφο, ώστε να μην περνά η αυθαιρεσία του αφεντικού ή του προϊσταμένου στη δουλειά
- Στη διακλαδική αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων, στην ουσιαστική στήριξη όσων αγωνίζονται σε άλλους εργασιακούς χώρους
- Στα μαχητικά πρωτοβάθμια σωματεία βάσης
- Στο δρόμο, σπάζοντας τον τρόμο που γεννά η λυσσαλέα καταστολή. Εκεί θυμόμαστε την αξία του συλλογικού εργατικού αγώνα, την αξία του συνδικαλισμού.

* Το κείμενο αυτό είναι σύνθεση τμημάτων τριών άλλων κειμένων:
- Αντιφασίστες στη χώρα των τεράτων http://eagainst.com/articles/antifasistes-stin-xora-ton...aton/
- Μέρκελ και αφεντικά http://vivliofrikarios.blogspot.com.au/2012/10/blog-pos....html
- Αρκετά με την κοροϊδία. Χορτάσαμε http://www.esethessalonikis.gr/

This page has not been translated into Castellano yet.

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]