user preferences

Από την εξέγερση στην επανάσταση

category Διεθνή | Λαϊκοί Αγώνες | Γνώμη / Ανάλυση author Friday August 31, 2012 21:14author by antisystemicauthor email ngnm55 at gmail dot com Report this post to the editors

Μέρος Α'

Το παρόν κείμενο είναι μια πρόταση για μια ταξική οργάνωση των δυνάμεων της αυτονομίας που θα φέρει το κίνημα απο θέση άμυνας, στην αντεπίθεση. Δεν φιλοδοξεί να πει την τελευταία λέξη, αλλά ν' ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση γύρω απο τα ζητήματα που θίγει. Η κριτική είναι απο αυτή την άποψη όχι μόνο ευπρόσδεκτη, αλλά και απαραίτητη.
industrialrevolutionworkers.jpg


«Για να μπορέσουμε να καταργήσουμε την αστυνομία και όλους τους επιβλαβείς κοινωνικούς θεσμούς θα πρέπει να ξέρουμε τι θα βάλουμε στη θέση τους, όχι σε ένα περισσότερο ή λιγότερο μακρινό μέλλον αλλά άμεσα, την ίδια μέρα που θα ξεκινήσουμε την κατεδάφιση τους. Κάποιος μπορεί να καταστρέψει αποτελεσματικά και μόνιμα μόνο αυτό το οποίο αντικαθίσταται από κάτι άλλο. Και το να αναβάλλουμε για την επόμενη μέρα την επίλυση προβλημάτων που ανακύπτουν ως απολύτως αναγκαία, θα ήταν το ίδιο με το να δώσουμε χρόνο στους θεσμούς που σκοπεύουμε να καταργήσουμε ώστε να συνέλθουν από το σοκ και να ανορθώσουν την εξουσία τους, ίσως με άλλα ονόματα, αλλά σίγουρα με την ίδια δομή».

Ε. Μαλατέστα, «Η Αναρχική Επανάσταση»

Αποτίμηση της κρίσης από αντισυστημική σκοπιά

Η ολομέτωπη επίθεση της υπερεθνικής ελίτ ενάντια στα ετεροκαθοριζόμενα στρώματα της κοινωνίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, έχει σαν απώτερο στόχο την κατοχύρωση των θεσμικών προϋποθέσεων που θα επιταχύνουν τη διαδικασία αγοραιοποίησης της ελληνικής κοινωνίας και την πλήρη μετάβαση της χώρας στο κοινωνικό παράδειγμα που συνεπάγεται η νεοφιλελεύθερη φάση της νεωτερικότητας. Η πελώρια διόγκωση του δημόσιου χρέους του ελληνικού κράτους δεν οφείλεται απλώς στην εγκληματική κακοδιαχείριση των οικονομικών πόρων του δημοσίου από την διεφθαρμένη πολιτική ελίτ, ούτε στην κατασπατάληση των κοινοτικών επιδοτήσεων, ή την υπέρμετρη επέκταση του κρατικού διοικητικού μηχανισμού. Σύμφωνα με την ανάλυση μας, η συσσώρευση ενός τεράστιου δημοσίου χρέους αποτελεί την αναπόφευκτη εξέλιξη του οικονομικού μοντέλου εξαρτημένης ανάπτυξης που υιοθετήθηκε από διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, έπειτα από την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1980.[i]

Η προσχώρηση της Ελλάδας στις ευρωπαϊκές οικονομικές δομές είχε σαν αποτέλεσμα την έναρξη της διαδικασίας ενσωμάτωσης της χώρας στο σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, η οποία επέφερε την έκθεση της αδύναμης ελληνικής οικονομίας στις ανελέητες ανταγωνιστικές πιέσεις που επικρατούν μέσα σε ένα διεθνοποιημένο οικονομικό περιβάλλον. Μέσα στο θεσμικό πλαίσιο των απορυθμισμένων και οργανικά συνδεδεμένων αγορών, η ανάδυση του μοντέλου εξαρτημένης ανάπτυξης επέρχεται με φυσικό τρόπο όταν δύο οικονομίες που χαρακτηρίζονται από εντελώς άνισα επίπεδα τεχνολογικής ανάπτυξης, δομικής συνοχής και παραγωγικότητας έρχονται σε επαφή και αλληλεπιδρούν στο πλαίσιο του αμοιβαίου ανταγωνισμού.[ii] Σε αυτή την περίπτωση, η δημιουργία σχέσεων οικονομικής κυριαρχίας που εκφράζονται μέσα από δεσμούς υποτέλειας και ετεροκαθορισμού ανάμεσα στην ισχυρή οικονομία του κέντρου και την εξαρτημένη οικονομία της περιφέρειας, εναπόκειται στη δυναμική του συστήματος που, μέσω της αρχής του ανταγωνισμού, θεσμοποιεί και αναπαράγει τις σχέσεις οικονομικής δύναμης ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ίδια την αναπαραγωγή του.

Μοιραία, η σταδιακή ενσωμάτωση της ελληνικής οικονομίας στο ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα επέφερε την πλήρη αποδιάρθρωση της παραγωγικής δομής της χώρας, τη διάλυση των, έτσι κι αλλιώς ισχνών, τοπικών βιομηχανικών υποδομών και την ανεπανόρθωτη καταστροφή του πρωτογενούς γεωργικού τομέα. Μοναδικό αντίβαρο σε αυτή την διαδικασία οικονομικής αποσάθρωσης, υπήρξαν οι μεταβιβάσεις υπό την μορφή κοινοτικών επιδοτήσεων που δεν χρησίμευσαν ως μοχλός για την ενίσχυση του παραγωγικού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας, αλλά για την τεχνητή στήριξη των εισοδημάτων εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που υπέφεραν περισσότερο ως συνέπεια της άρσης των προστατευτικών ελέγχων και της σταδιακής απελευθέρωσης της ελληνικής αγοράς (π.χ. αγρότες). Το μέγεθος της οικονομικής καταστροφής εκφράστηκε από τη συνεχή διόγκωση του ελλείμματος και τη διαχρονική επιβάρυνση του ελληνικού εμπορικού ισοζυγίου και του ισοζυγίου πληρωμών. Η εισαγωγή του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος και η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη έδωσε παράταση ζωής σε αυτό το αυτοκαταστροφικό αναπτυξιακό μοντέλο, ανανεώνοντας τη δυνατότητα του ελληνικού κράτους να χρηματοδοτεί το χρόνιο διαρθρωτικό έλλειμμα του συνάπτοντας συμφωνίες για φτηνό δανεισμό από τις διεθνείς αγορές.

Ωστόσο, η διεθνής οικονομική κρίση κατέστησε επιτακτική προτεραιότητα την τήρηση των κριτηρίων δημοσιονομικής πειθαρχίας που περιλαμβάνονται στο ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας και έφερε στο φως με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο τα σαθρά θεμέλια στα οποία στηρίχτηκε μέχρι σήμερα το μοντέλο εξαρτημένης ανάπτυξης στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον Ευρωπαϊκό οικονομικό Νότο. Εξάλλου, η θέσπιση από το διευθυντήριο των Βρυξελλών πειθαρχικών κυρώσεων ενάντια σε εκείνες τις χώρες που υποπίπτουν σε παραβιάσεις των δημοσιονομικών κανόνων που κωδικοποιούνται από τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας, σηματοδοτεί την απαρχή μιας περιόδου διαρκούς και παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και υπανάπτυξης για τις χώρες του Νότου, αφού ουσιαστικά απαγορεύει στις αδύναμες οικονομικά χώρες της ευρωζώνης τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων για την τόνωση της αναπτυξιακής δραστηριότητας στο εσωτερικό των ήδη σοβαρά πληγέντων οικονομιών τους. Η εξέλιξη αυτή πιστοποιεί την ουσιαστική χρεοκοπία του ευρωπαϊκού μοντέλου εξωστρεφούς οικονομικής ανάπτυξης που βασίζεται στις ανοικτές και απελευθερωμένες αγορές αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίου και εργασίας, στο βαθμό που αυτό δεν είναι σε θέση πλέον να εγγυηθεί ούτε στο ελάχιστο την έστω ανισομερή εξάπλωση των «ευεργετημάτων» της παγκοσμιοποίησης στις κοινωνίες της περιφέρειας του διεθνοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος, με την έννοια της δημιουργίας μιας στοιχειώδους καταναλωτικής κοινωνίας σε κάποια τμήματα των πληθυσμών του ευρωπαϊκού Νότου.

Φυσικά, η διαπίστωση αυτή δεν συνεπάγεται ότι το σύστημα αναμένεται από μέρα σε μέρα να καταρρεύσει υπό το βάρος των έμφυτων αντιφάσεων του, που υποσκάπτουν τα θεμέλια της ίδιας του της ύπαρξης στις χώρες που απαρτίζουν τον ευρωπαϊκό οικονομικό Νότο. Η ιστορική εξέλιξη δεν συνιστά μια αδιάσπαστη ακολουθία γεγονότων που οφείλεται στην αλληλεπίδραση προβλέψιμων «αντικειμενικών», οικονομικών παραγόντων, όπως εξακολουθούν να πιστεύουν πολλά παλαιομαρξιστικά απολιθώματα στον ευρύτερο χώρο της ελληνικής Αριστεράς. Κατά την άποψη μας, η έννοια της συστημικής κρίσης δεν εμπεριέχει τίποτα το αναγκαίο και δεν παράγει προκαθορισμένα αποτελέσματα από την άποψη της συμπεριφοράς των ταξικών και κοινωνικών υποκειμένων. Όπως έγραψε ο Καστοριάδης, «…κι αυτή ακόμη η βασική αντίφαση, σαν τέτοια από μόνη της δεν οδηγεί πιο πέρα. Θα μπορούσε να μείνει, να διαιωνίζεται, να σαπίζει επ’ άπειρον. Παίρνει το χαρακτήρα κρίσης στο μέτρο που υπάρχει αντιμαχία, η πάλη, ο αγώνας των εργαζομένων ενάντια στην καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής. Δεν θα υπήρχε κρίση αν, π.χ. οι εργαζόμενοι μέσα στο εργοστάσιο είχαν τη στάση, ας πούμε, των στρατιωτών του Ναπολέοντα στο Αούστερλιτς, αν εγκολπωνόντουσαν τους σκοπούς της διεύθυνσης κι ήταν έτοιμοι και να σκοτωθούν γι’ αυτούς. Η κρίση πηγάζει απ’ την αντιμαχία, είναι αυτή η αντιμαχία».[iii]

Σημαίνει ωστόσο ότι μέσα στο ετερόνομο θεσμικό πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» και της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, η περαιτέρω αύξηση της ανισοκατανομής οικονομικής δύναμης και η υπερσυγκέντρωση πολιτικής και κοινωνικής δύναμης στα χέρια των αντίστοιχων ελίτ είναι αδύνατο να αποτραπεί. Η κάθετη πτώση του βιοτικού επιπέδου των λαών του ευρωπαϊκού Νότου, η σύνθλιψη των εισοδημάτων της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζόμενων, η συντριβή των εργασιακών δικαιωμάτων και η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης στον χώρο εργασίας, η διάλυση του κράτους-πρόνοιας και η εξαπόλυση φορολογικών επιδρομών που πλήττουν μονομερώς τα φτωχότερα στρώματα, αποτελούν πράγματι μονόδρομο για τις εξαρτημένες οικονομίες του Νότου αν αυτές θέλουν, όχι να αναπτυχθούν, αλλά απλώς να επιβιώσουν μέσα στο σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς.

Ζητήματα μεταβατικής στρατηγικής

Η αντεπανάσταση των ελίτ της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» και του συστήματος της οικονομίας της αγοράς που βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν μπορεί να ανατραπεί παρά μόνο μέσα από μια γενικευμένη λαϊκή εξέγερση. Η εξεγερσιακή αυτή διαδικασία είναι διττή στον τρόπο που εκδιπλώνεται. Από την μία, η βίαιη ρήξη και ανατροπή των κυρίαρχων θεσμών είναι αναγκαία προϋπόθεση για την κατάλυση ενός ετερόνομου συστήματος κοινωνικής οργάνωσης που προσλαμβάνει ολοένα και πιο αυταρχικά χαρακτηριστικά και την εγκαθίδρυση των βασικών πολιτικών και οικονομικών δομών μιας αυτόνομης κοινωνίας. Από την άλλη, η διατύπωση ενός μίνιμουμ προγράμματος της κοινωνικής επανάστασης που θα περιλαμβάνει τα βασικά πολιτικά όργανα και τις οικονομικές δομές της αυτεξούσιας κοινωνίας, αλλά και η επεξεργασία ενός κινηματικού σχεδίου δράσης για την μετάβαση σε ένα οικονομικό σύστημα που θα βασίζεται στις αρχές του ελευθεριακού σοσιαλισμού, είναι αναγκαία συνθήκη προκειμένου να επισπευσθούν οι διεργασίες που μπορούν να συντελέσουν στην έλευση της εξέγερσης.

Ωστόσο, η εξέγερση με όποια μορφή κι αν εκδηλωθεί, δεν μπορεί να έχει ως προμετωπίδα την έγερση ενός αιτήματος για διεξαγωγή δημοψηφίσματος με θέμα την απόσυρση των επονείδιστων μέτρων, ούτε την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες με στόχο την εκλογή μιας φιλολαϊκής κυβέρνησης που θα αποσύρει την χώρα από την ΕΕ και θα αναλάβει να διαχειριστεί τις δυσάρεστες συνέπειες που θα έχει η μονομερής αποχώρηση και η έξοδος από το ευρώ στα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο των μη-προνομιούχων. Το βασικότερο συστατικό στοιχείο μιας ελευθεριακής στρατηγικής εξόδου από την κρίση είναι κατά τη γνώμη μας η αυτοτέλεια μέσων και σκοπών του ελευθεριακού αντισυστημικού κινήματος. Η αρχή της αυτοτέλειας των μέσων υπονοεί ότι το ελευθεριακό κίνημα θα πρέπει να καταστρώσει μια στρατηγική που θα του επιτρέψει να στηριχτεί αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις προκειμένου να πετύχει την μετάβαση στην κοινωνική συνθήκη της αυτονομίας και του ελευθεριακού σοσιαλισμού. Με άλλα λόγια, η κοινωνική απελευθέρωση πρέπει να είναι έργο του ίδιου του μαζικού κινήματος, δηλαδή των συνελεύσεων των πολιτών στο πολιτικό επίπεδο, της αυτοδιαχείρισης της παραγωγής στο πεδίο της οικονομίας και των λαϊκών συνελεύσεων όπου αλλού είναι δυνατή η συλλογική λήψη αποφάσεων με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Από την άλλη, η αυτοτέλεια των σκοπών αναφέρεται στο γεγονός ότι δεν μπορούν να υπάρξουν ενδιάμεσα βήματα μέσω των οποίων θα προσεγγίσουμε σταδιακά τον απώτερο στρατηγικό μας στόχο, την εγκαθίδρυση του ελευθεριακού σοσιαλισμού. Ο επαναστατικός μετασχηματισμός της κοινωνίας σε ελευθεριακά πρότυπα, θα πρέπει να ξεκινήσει εδώ και τώρα μέσω της οικοδόμησης πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών θεσμών αυτοδιεύθυνσης των πολιτών σε μαζική κοινωνική κλίμακα. Δεν χωρούν στην ελευθεριακή στρατηγική κομματικές συμμαχίες, κρατικές διαμεσολαβήσεις και «εγκάρδιες συνεννοήσεις» με την εξουσία. Η εξέγερση από τα κάτω είναι μέσα στην κρίσιμη ιστορική συγκυρία που διανύουμε, η μόνη μέθοδος κοινωνικής αλλαγής που είναι συμβατή με ένα ελευθεριακό πρόταγμα κοινωνικής απελευθέρωσης. Έτσι, είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν εκείνες οι κινηματικές μορφές οργάνωσης που από την μία θα είναι ικανές να προετοιμάσουν και να υποδαυλίσουν την εκδήλωση της εξέγερσης αναλαμβάνοντας δράση την κρίσιμη στιγμή και από την άλλη, θα είναι σε θέση να βάλουν άμεσα σε κίνηση μια διαδικασία συγκρότησης των κεντρικών συλλογικών θεσμών της αυτεξούσιας κοινωνίας. Σε αυτό τον προβληματισμό αποσκοπούμε να συμβάλλουμε προτείνοντας ένα – θεωρούμε – ρεαλιστικό σχέδιο ταξικής οργάνωσης των δυνάμεων της αυτονομίας την εποχή της κρίσης. Ένα σχέδιο που επιχειρεί να συσπειρώσει αυτές τις δυνάμεις σε ένα ενιαίο προγραμματικό κίνημα με στόχο την ανατροπή του κυρίαρχου κοινωνικού παραδείγματος και την δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς Κράτος, χρήμα και αγορά. Είπαμε προηγουμένως ότι η καταστροφή της παραγωγικής δομής μέσα στο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ θέτει επιτακτικά στο επαναστατικό κίνημα το πρόβλημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας. Πράγμα που σημαίνει ότι το πρόταγμα της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης στις συνθήκες του ελληνικού οικονομικού χώρου, δεν έχει μόνο να αντιμετωπίσει το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα επιτύχει τον εκδημοκρατισμό της οικονομίας και θα θέσει γενικά την παραγωγή, αλλά και τις μεμονωμένες παραγωγικές μονάδες, κάτω από τον έλεγχο των συνελεύσεων των πολιτών και των εργαζομένων αντίστοιχα. Έχει να επιλύσει και το πρόβλημα της ανάπτυξης καινούριων οικονομικών δομών στους τομείς όπου το μεταπολεμικό μοντέλο ανάπτυξης αποδείχτηκε αναποτελεσματικό (π.χ. μεταποίηση), προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την κάλυψη του μεγαλύτερου δυνατού μέρους των βασικών αναγκών του πληθυσμού από ενδογενείς πόρους κι εργατικό δυναμικό, εκπληρώνοντας έτσι τον στόχο της απεξάρτησης από τα υπερεθνικά κέντρα οικονομικής εξουσίας και της ανοικοδόμησης της οικονομίας στην βάση της αρχής της αυτοδυναμίας.[iv] Φυσικά, η αναγκαιότητα αυτή δεν έχει καμία σχέση με την ανάπτυξη μιας ισχυρής «εθνικής» οικονομίας που θα καθορίζεται από τεχνοοικονομικά κριτήρια και θα λειτουργεί μέσα στο θεσμικό πλαίσιο του συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Αντίθετα, η οικονομική ανασυγκρότηση έχει την έννοια του προσπορισμού σε διαρκή βάση των μέσων διαβίωσης της αυτόνομης κοινωνίας και προϋποθέτει μια συνομοσπονδιακή οικονομία νέου τύπου που θα βασίζεται στην αποκέντρωση της παραγωγής και την ισοκατανομή της οικονομικής δύναμης, με ταυτόχρονη συλλογική ιδιοκτησία κι έλεγχο των παραγωγικών μέσων.[v]

Υπάρχουν δυνάμεις στον χώρο της κρατικιστικής ή ελευθεριακής αριστεράς, που ορθώς υποστηρίζουν ότι η αποχώρηση από την ΕΕ και την ευρωζώνη είναι αναγκαία συνθήκη για την κοινωνική απελευθέρωση. Ωστόσο, επισείουν ταυτόχρονα την καταστροφική προοπτική της καταβαράθρωσης των λαϊκών εισοδημάτων και της ισοπέδωσης του βιοτικού τους επιπέδου που θα επέφερε μια τέτοια εξέλιξη και κατά συνέπεια συνοδεύουν την αποχώρηση από την ΕΕ με μια δέσμη κυβερνητικών μέτρων που θα απέβλεπαν να προστατέψουν τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες από τις δυσμενείς συνέπειες της εξόδου (π.χ. εκτίναξη πληθωρισμού, απομείωση αξίας καταθέσεων, επιδότηση για εισαγόμενα προϊόντα πρώτης ανάγκης, κλπ.). Ακόμη κι ένας συνεπής ελευθεριακός ριζοσπάστης όπως ο Φωτόπουλος υιοθετεί αυτή την άποψη τονίζοντας την ανάγκη για λήψη φιλολαϊκών μέτρων από μια κυβέρνηση λαϊκής ενότητας που θα δρομολογήσει την έξοδο της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύμφωνο και από την ίδια την ΕΕ.[vi] Μάλιστα, ο Φωτόπουλος φαίνεται να θεωρεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την μετάβαση σε μια αποκεντρωμένη κοινωνία χωρίς Κράτος και αγορά είναι η προηγούμενη ανασύσταση του παραγωγικού ιστού της χώρας μέσω της υλοποίησης ενός επενδυτικού προγράμματος σε εθνικό επίπεδο (που θα χρηματοδοτήσει νέες παραγωγικές μονάδες υπό τον έλεγχο των δημοτικών συνελεύσεων) από ένα, φιλικό προς τις δυνάμεις της αυτονομίας, Κράτος και μέσω της χρήσης της φορολογίας με ρητό στόχο την αναδιάρθρωση της ενδογενούς ζήτησης και κατανάλωσης για την τόνωση της εγχώριας αγοράς. Έτσι, η συνύπαρξη με το Κράτος εισέρχεται από την πίσω πόρτα στην στρατηγική και την πολιτική πρακτική ενός αμιγώς ελευθεριακού προτάγματος όπως είναι αυτό της Περιεκτικής Δημοκρατίας.

Αυτό συμβαίνει κατά την άποψη μας διότι το αίτημα για αποχώρηση από την ΕΕ τίθεται ως προαπαιτούμενο για την επιτυχή έκβαση της Κοινωνικής Πάλης που θα διεξαγάγει ένα ελευθεριακό αντισυστημικό κίνημα προκειμένου να ανατρέψει τους θεσμούς που αναπαράγουν την συστημική κυριαρχία, αντί να ερμηνεύεται ως επακόλουθο της συνολικής στρατηγικής του ελευθεριακού κινήματος για τον καθολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας σε ελευθεριακά πρότυπα. Για παράδειγμα, η λήψη μέτρων προστασίας της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών εισοδημάτων, ή η στοχευμένη χρήση της φορολογίας προκειμένου να δρομολογηθεί η αλλαγή στη διάρθρωση της εγχώριας παραγωγής και κατανάλωσης, είναι αναγκαία μέτρα μόνο σε μια κοινωνία όπου η αγορά δεν έχει πάψει να υφίσταται ως ο βασικός οικονομικός μηχανισμός κατανομής των πόρων. Εννοούμε δηλαδή ότι τα μέτρα αυτού του τύπου είναι σχεδιασμένα για να επενεργήσουν έμμεσα στη ζήτηση και την προσφορά όπως αυτές εκδηλώνονται μέσα στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς και στην ουσία προϋποθέτουν τόσο την ύπαρξη κεντρικής κυβέρνησης που θα συγκεντρώσει τις απαραίτητες φορολογικές αρμοδιότητες, όσο και την ύπαρξη της ίδιου του συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Αντίθετα, όταν ο μηχανισμός κατανομής των πόρων δεν είναι πλέον η αγορά, αλλά ένα σύστημα δημοκρατικού σχεδιασμού της παραγωγής και της κατανάλωσης, βασισμένο στην απαλλοτρίωση και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τότε η φορολογία ως μέσον ανακατανομής της οικονομικής δύναμης από τα πάνω είναι πλέον περιττή και το ίδιο περιττή είναι και η ύπαρξη μιας κυβέρνησης που θα τη συντονίζει. Εξάλλου, σε μια κοινωνία όπου μεγάλο τμήμα της οικονομίας έχει ήδη κοινωνικοποιηθεί κι ελέγχεται άμεσα από τον εξεγερμένο λαό, μειώνεται δραματικά ο αντίκτυπος των όποιων αντίμετρων μπορούν να πάρουν οι εξουσιαστικές ελίτ της ΕΕ μέσω των διεθνών αγορών που έχουν υπο τον έλεγχό τους.

Related Link: http://antisystemic.wordpress.com/
This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]