Anarkismo.net     http://www.anarkismo.net

«Η τρομοκρατία σήμερα κι ο αναρχισμός άλλοτε»

category Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος | Αναρχική Ιστορία | Κριτική / Παρουσίαση author Monday February 22, 2010 16:56author by Dmitri - MACG (personal capacity) - Anarkismoauthor email ngnm55 at gmail dot com

Ο Δημήτρης Ματσάλης και η Ατομική Τρομοκρατί

Από το Όγδοο Κεφάλαιο του έργου “Για Μια Ιστορία του Αναρχικού Κινήματος του Ελλαδικού Χώρου” το οποίο δημοσιεύεται ολόκληρο (μαζί με άλλα ντοκουμέντα και άρθρα) στην ιστοσελίδα http://ngnm.vrahokipos.net

Εδώ κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε αποσπάσματα από ένα μεγάλο ιστορικό άρθρο με τίτλο «Η τρομοκρατία σήμερα κι ο αναρχισμός άλλοτε», του δημοσιογράφου της Πάτρας (και στενού φίλου του Δ. Καραμπίλια) Χρήστου Ριζόπουλου, που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Η Ημέρα» από τις 11 μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 1977. Στο άρθρο αυτό δίνονται αρκετά στοιχεία και γι’ αυτό παραθέτουμε τα αποσπάσματά του αυτά που αναφέρονται στον «ελλαδικό» χώρο:

«…ΤΙ ΣΥΝΕΒΑΙΝΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τι συνέβαινε όμως στην Ελλάδα την ίδια εποχή; Το μικρό ελληνικό κράτος είχε την ιδιότυπη κοινωνία του, η οποία δεν ήταν επιρρεπής ούτε για τον αναρχισμό ούτε για την αναρχική δράση. Φόνοι γινόταν πυκνοί. Αλλά για λόγους τιμής, ή βεντέττας και για λόγους ληστείας. Για πολιτικούς λόγους ήταν σπάνιοι και ακόμη περισσότερο από τρομοκρατική δράση.

Αλλά το φάντασμα του αναρχισμού στη Δυτική Ευρώπη που παρατηρήθηκε στα τέλη του περασμένου αιώνα, είχε την αντανάκλασή του στην Ελλάδα. Και στη χώρα αυτή της ατομικής ιδιοκτησίας, φύτρωσε απροσδόκητα και το αναρχικό αγριολούλουδο.

Στην Πάτρα κατά το 1894 φάνηκε αυτή η κίνηση που ήταν ότι λέμε σήμερα «αναρχικοσοσιαλισμό». Είχε σαν ηγέτες τους Δ. Αρνέλλο, Β. Θεοδωρίδη, που εμπνέονταν από τις αρχές του Κροπότκιν και του Προυντόν.

Σε λίγο αναφάνηκαν και άλλοι ηγέτες: Ο φοιτητής της Ιατρικής Δ. Μπαντούνας, ο Δ. Καραμπίλιας, ο ποιητής Πάνος Τσεκούρας. Και ήταν τόσο ζωηρή η αναρχική κίνηση, ώστε σύντομα επεκτάθηκε στο Πύργο.Το εντυπωσιακό είναι πως και εφημερίδα έβγαλαν οι αναρχικοί των Πατρών το 1896, που είχε τίτλο «Επί τα πρόσω». Έρριχνε συνθήματα αναρχικά και διαβαζόταν εντατικά. Η επιρροή της ήταν αξιοσημείωτη και συντέλεσε στο ξεκαθάρισμα των αναρχικών ιδεών. Έτσι άρχισαν να διαμορφώνονται διάφορες ομάδες. Μια από αυτές ήταν και ο ατομιστικός αναρχισμός ο οποίος σ’ όλο τον κόσμο είχε ως διακηρυγμένη αρχή την τρομοκρατία.
Στην μικρή λοιπόν εκείνη Ελλάδα των ταπεινών εξελίξεων ξεπετάχθηκαν άνθρωποι που πρέσβευαν πως μόνο με την ατομική τρομοκρατική βία θα μπορούσε να κλονιστεί το καθεστώς. Οι απηχήσεις των δολοφονιών που κάναν οι Ευρωπαίοι αναρχικοί, ήσαν ισχυρές στους ομοϊδεάτες των Πατρών. Και δεν άργησαν να βρεθούν οι μιμητές.

Τη νύχτα της 3 Νοεμβρίου 1896, σε έναν κεντρικό, και φωτισμένο δρόμο της πόλης, ένα κακοντυμένο άτομο παραφύλαγε σε μια στοά. Είχε στραμμένη την προσοχή του προς την άκρη του δρόμου. Κάποιος χωροφύλακας που πέρασε, τον είδε, του φάνηκε λίγο ύποπτος και όπως κατέθεσε αργότερα θέλησε να τον ελέγξει. Ύστερα όμως προτίμησε να μην τον ενοχλήσει και τράβηξε πέρα. Αλλ’ αν τον έψαχνε θα ανακάλυπτε μια μακρυά μαχαίρα κρυμένη κάτω από το σακκάκι του.

Αυτή τη μαχαίρα την ανέσπασε κάποια στιγμή, όταν αντίκρυσε από το βάθος του δρόμου δυό ανθρώπους να πλησιάζουν. Ήταν καλοθρεμένοι, καλοντυμένοι τύποι μεγαλοαστών: Ο τραπεζίτης Διονύσιος Φραγκόπουλος και ο μεγαλέμπορος Ανδρέας Κόλλας.

ΜΠΟΥΡΖΟΥΑΔΕΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΤΕ

Αυτούς ακριβώς περίμενε ο άνθρωπος με το μαχαίρι, ενεδρεύοντας στο σκοτάδι σαν το θηρίο. Κι’ όταν πλησίασαν οι δύο καλοντυμένοι μεγαλοαστοί, τινάχθηκε από την κρυψώνα του κι έπεσε επάνω τους. Έκπληκτοι και αιφνιδιασμένοι εκείνοι δεν πρόφθασαν να αντιδράσουν, να βγάλουν μια φωνή. Ο μαχαιροβγάλτης άρπαξε τον ένα από την γραβάτα φωνάζοντας:-Άτιμοι μπουρζουάδες, που ρουφάτε το αίμα της φτωχολογιάς. Θα πεθάνετε…

Το μακρύ μαχαίρι άστραψε δύο φορές και κατέβηκε με δύναμη, για να χωθή στις πλαδαρές σάρκες των δύο διαβατών. Ο ένας, ο τραπεζίτης δέχθηκε καίριο πλήγμα στην καρδιά κι’ έπεσε νεκρός. Ο μεγαλέμπορος τραυματίστηκε βαρύτατα. Ο δράστης απαθής σκούπισε το μαχαίρι του στο ρούχο του ενός από τα θύματά του και παραδόθηκε χωρίς αντίσταση στον κόσμο και στους χωροφύλακες που τρέξαν.

-Γιατί τους σκότωσες; τον ρώτησε κάποιος.

-Γιατί είμαι αναρχικός. Και πρέπει να σκοτώνω αυτούς που εκπροσωπούν τον πλούτο και την καταπίεση.

Δημήτρη Μάτσαλη, τον λέγαν και ήταν τσαγγάρης. Έπεσε πάνω στη λαιμητόμο στο Παλαμήδι.

Η σφαγή εκείνη αναστάτωσε την Πάτρα και όλη την Ελλάδα. Άρχισε δίωξη των αναρχικών και η εφημεριδούλα «Επί τα πρόσω» παύθηκε. Αλλά ο αναρχισμός δεν έσβησε. Ούτε οι ατομικιστές αναρχικοί εξαφανίσθηκαν. Φθάσαν μάλιστα να χτυπήσουν και τους ηγέτες τους.

Πραγματικά μια νύχτα του Απρίλη 1898, ο Δημήτρης Μπαντούνας, ένας από τους ηγέτες του αναρχισμού, δέχθηκε την επίθεση ενός αγνώστου στην Πάτρα ο οποίος τον πυροβόλησε δύο φορές και τον έριξε νεκρό. Τον δράστη τον πιάσαν. Και στην αστυνομία δήλωσε:

- Τον σκότωσα γιατί είμαι αναρχικός.

- Μα, αυτός ήταν ο Μπαντούνας, ένας από τους αρχηγούς σου.

- Ήταν, ναι, αλλά έκανε κήρυγμα κακό.

- Τί κήρυγμα;

- Ν’ αφήσουμε την τρομοκρατία. Εγώ όμως ξέρω ότι χωρίς τρομοκρατία αναρχισμός δεν υπάρχει. Και αν αφήναμε τον Μπαντούνα να κάνη το κήρυγμά του, γρήγορα θα μας διέλυε. Γι’ αυτό τον σκότωσα. Κατάλαβες κυρ’ αστυνόμε;»

Όπως είπαμε πριν, οι απόψεις για το πότε και πώς πέθανε ο Δημήτρης Μπαντούνας διίστανται. Σε αντίθεση με όσα γράφει ο Χ. Ριζόπουλος, ο «Νεολόγος» δημοσίευσε την ακόλουθη είδηση στις 18 Μαίου 1899:

«ΦΟΝΙΚΗ ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΕΝ ΠΥΡΓΩ – Εφονεύθη ο Δημ. Μπαντούνας. Εξ αιτίας ενός ραπίσματος. Και νέοι πυροβολισμοί. – Ιδιαίτερον τηλεγράφημα “Νεολόγου” – ΠΥΡΓΟΣ Δευτέρα Μεσονύκτιον – Σήμερον την εσπέραν γενομένης συμπλοκής. Καθ’ ην πολλοί ερρίφθησαν πυροβολισμοί μεταξύ Δημητρίου Μπαντούνα και των αδελφών Δημουλιά εφονεύθη ο πρώτος. Ακόμη δεν εξηκριβώθη τις ήτο ο πυροβολήσας πρώτος, εν τούτοις ως αιτία τούτου φέρεται το ότι ο φονευθείς Μπαντούνας ερράπισε χθες ένα ανεψιόν των Δημουλαίων. Ταύτην την στιγμήν ηκούσθη νέος πυροβολισμός εις άλλο μέρος. Δύο πρόσωπα ώφθησαν τρέχοντα κατά διάφορον διεύθυνσιν. Λέγεται ότι δεν πρόκειται περί σπουδαίας αιτίας».

Θεωρούμε ότι ο Δ. Μπαντούνας δολοφονήθηκε το 1899 και το δημοσίευμα του «Νεολόγου» είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια. Στον ισχυρισμό αυτό συνηγορούν και τα γραφόμενα του Κορδάτου που μιλάει για αρχές του 1899.

Ίσως αυτός που δολοφόνησε τον Μπαντούνα να ήταν γενικά οπαδός της βίας και απλώς ταυτιζόταν με τους αναρχικούς της ατομικής τρομοκρατίας. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, επίσης, ότι πολλές ήταν εκείνες οι εφημερίδες που διαφήμιζαν τις τρομοκρατικές πράξεις γνωστοποιώντας τις σε σημαντικά τμήματα του πληθυσμού. Έτσι πολλοί οπαδοί της βίας ταυτίζονταν με τους αναρχικούς που παρουσίαζαν οι εφημερίδες, αδιαφορώντας για την όλη κοσμοαντίληψη και τον πολιτικό προσανατολισμό. Από τέτοιες απόψεις ίσως διακατεχόταν και ο δολοφόνος του Μπαντούνα.

Το γεγονός αυτό, όπως είπαμε, σε συνδυασμό με την υπόθεση Λιόπετα και την ηθική και ψυχολογική επίδρασή του είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση της αναρχικής ομάδας του Πύργου.

Αλλά συνεχίζουμε με τα γραφόμενα του Χ. Ριζόπουλου:

«Όπως βλέπουμε λοιπόν, οι Έλληνες αναρχικοί είχαν ήδη κατορθώσει να αφομοιώσουν, να συνειδητοποιήσουν καλά την τρομοκρατική θεωρία και πράξη. Θα ζήλευαν όμως ίσως τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες τους, γιατί εκείνοι κατόρθωναν να σκοπεύουν και να χτυπούν πολύ ψηλότερα: Ως τους αρχηγούς των κρατών. Αλλά, ξαφνικά, φάνηκε πως και σ’ αυτό το επίπεδο μπόρεσαν να πηδήσουν. Ξαφνικά τον Φεβρουάριο του 1898 μια είδηση ανατάραξε τους αναρχικούς κύκλους των Πατρών και του Πύργου. Η είδηση δεν ήταν μυστική. Την γράφαν οι εφημερίδες και μάλιστα με τεράστιους τίτλους:

-Δολοφονική απόπειρα κατά του βασιλέως Γεωργίου εις Αθήνας. Οι δράσται είναι αναρχικοί…
Το βράδυ της 14 Φεβρουαρίου 1898 η μικρή, επαρχιώτικη, λασπωμένη Αθήνα της εποχής με τους 110.000 κατοίκους, ήταν ήσυχη. Αλλά στις νότιες παρυφές της, στον δρόμο προς το Φάληρο που αργότερα διαμορφώθηκε στη λεωφόρο Συγγρού, δύο ένοπλοι ενέδρευαν κοντά στη σημερινή εκκλησία του Αγίου Σώστη. Είχαν μαζί τους όπλα γκρά και άμα τους έβλεπε κανείς στην καθημερινή τους ζωή δεν μπορούσε να υποπτευθεί ότι ήσαν φονιάδες.
Και όμως για φονικό σκοπό καιροφυλακτούσαν ανάμεσα στα δένδρα με τους γκράδες στα χέρια. Ο στόχος τους μάλιστα ήταν τόσο καίριος και «υψηλός», ώστε άμα πετύχαιναν θα αναταράζονταν όλη η Ευρώπη. Και κάποτε φάνηκε πραγματικά ο στόχος. Ένα αμάξι ανοιχτό με δύο μεγαλοπρεπή άλογα. Δίπλα στον αμαξά καθόταν ένας ενωμοτάρχης και πίσω ένας κύριος με ξανθές μουστάκες, έχοντας δίπλα του ένα χαριτωμένο, φλύαρο κοριτσάκι.
Οι δυό οπλοφόροι ανασκίρτησαν καθώς η άμαξα πρόβαλε στη γωνιά του δρόμου:
-Έτοιμος Γιάννη; φώναξε ο ένας.
-Ίσια να του ρίξουμε Γιώργη, απάντησε ο άλλος.
Ακούστηκαν δυό βροντεροί πυροβολισμοί. Οι γκράδες αστραποβόλησαν μέσα στο σούρουπο. Οι επιβάτες της άμαξας αναταράχθηκαν, το κοριτσάκι έμπηξε μια κραυγή τρόμου. Αλλ’ οι σφαίρες αστόχησαν. Και ο αμαξάς με μεγάλη ετοιμότητα μαστίγωσε με δύναμη τα άλογά του, που καλπάζοντας πέρασαν σα σίφουνας μπροστά από τους δύο ένοπλους πριν εκείνοι προφθάσουν να ξαναγεμίσουν τα όπλα τους.
Μετά λίγη ώρα όλη η Αθήνα ανάστατη - και κατόπιν όλη η Ελλάδα κι’ ύστερα όλη η Ευρώπη - έμαθε το περιστατικό. Αυτό ήταν το θέμα των κατοπινών ημερών. Γιατί δεν επρόκειτο για καμμιά συνηθισμένη δολοφονική απόπειρα. Ο κύριος με τις ξανθές μουστάκες δεν ήταν άλλος από τον βασιλιά Γεώργιο Α. Και το κοριτσάκι ήταν η πριγκίπισσα Μαρία της Ελλάδος.

Σαν από θαύμα γλίτωσε ο βασιλιάς. Η μια σφαίρα πέρασε ξυστά από το κεφάλι του. Η άλλη πλήγωσε στο πόδι τον ενωμοτάρχη ακόλουθο Βασίλη Νέρη. Ποιοί όμως ήσαν οι δράστες; Δεν άργησαν να ανακαλυφθούν: Ο Γιώργης Καρδίτσης και ο Γιάννης Γεωργίου ή Κυριακού, μικροαστοί με λευκό ποινικό μητρώο. Πιάσθηκαν εύκολα μετά μόλις δύο μέρες, δικάσθηκαν την 27ην Μαρτίου 1898, καταδικάσθηκαν σε θάνατο και την 27ην Απριλίου καρατομήθηκαν στο Παλαμίδι. Ποια, όμως ήταν τα κίνητρά τους; Στη δίκη τους υπήρξαν άφοβοι και προκλητικοί.

-Ναι, θελήσαμε να σκοτώσουμε τον βασιλέα, δήλωσαν κατηγορηματικά.
-Διά ποιόν λόγον; ρώτησε ο πρόεδρος εφέτης Σπιθάκης. Είσθε αναρχικοί;
-Όχι, δεν είμεθα δεν γνωρίζομε καν τι ακριβώς σημαίνει η λέξις αυτή, είπε ο Καρδίτσης. Ηθελήσαμε να σκοτώσωμε τον βασιλέα, διότι αυτός είναι ο υπαίτιος της ήττης.
Ο Καρδίτσης αναφερόταν στο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 εις την δεινή στρατιωτική ήττα που είχε υποστεί η Ελλάς. Και υπήρχε τότε εθνική έξαψη και έξαλλη καταφορά κατά των υπευθύνων, που κορυφαίος θεωρούταν ο βασιλιάς. Οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονταν, ότι η εθνική εξέγερση τους όπλισε τα χέρια τους.
-Και πήγες να σκοτώσης την κορυφή του έθνους; παρατήρησε ο πρόεδρος. Όπως κάνουν οι αναρχικοί;
-Ναι κύριε πρόεδρε ήταν η απάντηση του παρά λίγο βασιλοκτόνου. Και αλλού σκοτώνονται οι βασιλείς. Μολονότι δεν είμαι αναρχικός, με εδίδαξαν οι αναρχικοί πως πρέπει να εξοντώνονται οι υπαίτιοι των δεινών της χώρας των.
Η δολοφονική εκείνη απόπειρα που συγκλόνισε τον ελληνικό λαό αποδείκνυε, ότι η τρομοκρατία σαν σύστημα και πολιτική μέθοδος είχε αρχίσει να διεισδύει και στην Ελλάδα. Οι ελληνικές συνθήκες, όμως δεν ήσαν ακόμη πρόσφορες για τέτοια δράση. Και παρατηρούνται λίγα κρούσματα, αλλά τα οποία ήσαν πολύ χαρακτηριστικά.

Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΔΗΛΗΓΙΑΝΝΗ

Οκτώ χρόνια μετά την απόπειρα κατά του βασιλιά, άλλος τρομοκράτης-δολοφόνος εμφανίζεται, που την φορά αυτή πέτυχε τον σκοπό του. Το μεσημέρι της 13 Μαΐου 1905, ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηληγιάννης έβγαινε από τη βουλή, που τότε στεγάζονταν στο σημερινό εθνολογικό μουσείο, στην οδό Σταδίου.
Καθώς κατέβαινε τα μαρμαρένια σκαλοπάτια της εισόδου, συνοδευόμενος από δύο βουλευτές, τον γραμματέα του και τον φρούραρχο της βουλής τον πλησίασε κάποιος λαϊκός τύπος που θύμιζε τραμπούκο της εποχής: Με μυτερά μακρυά παπούτσια, με παντελόνι στενό στην άκρη, με την ρεπούμπλικα κατεβασμένη ως τα φρύδια. Ένας χωροφύλακας προσπάθησε να σταματήση τον τύπο, αλλ’ εκείνος του ξέφυγε φωνάζοντας:
-Κύριε πρόεδρε, κύριε πρόεδρε κάτι πολύ σοβαρό συμβαίνει…

Ο Δηληγιάννης με τους συνοδούς του σταμάτησαν απορώντας και τότε εκείνος αστραπιαία χτύπησε με ένα δίκοπο μαχαίρι που έκρυβε στο μανίκι του. Το μαχαίρι βυθίσθηκε με μανία δυο φορές στην κοιλιά του πρωθυπουργού που έπεσε χάμω νεκρός.
Ο δράστης ονομάζονταν Κώστας Γυραχώρης και ήταν τρόφιμος των χαρτοπαικτικών λεσχών. Η πράξη του αποδόθηκε στην αγανάκτησή του επειδή ο Δηληγιάννης είχε εκδώσει νόμο κατά των λεσχών. Αλλά φυσικά, σαν κίνητρο δεν αρκούσε μια τέτοια «αγανάκτηση» που θα του στοίχιζε και την δική του ζωή. Στην πραγματικότητα παρακινήθηκε από το κύμα τρομοκρατίας που κάλυπτε τότε την Ευρώπη, το οποίο άρχισε τότε να απλώνεται και στην Ελλάδα με ενέργειες σαν την απόπειρα κατά του βασιλιά, ή τις δολοφονίες του Φραγκόπουλου και του Μπαντούνα. Ο ίδιος άλλωστε στη δίκη του δήλωσε:
-Και έξω σκοτώνουν βασιληάδες και υπουργούς. Και μεις πρέπει να τους σκοτώνουμε, όταν γίνονται τύραννοι και ασυνείδητοι.
Ο Εισαγγελέας: Πρόσεξε κατηγορούμενε. Αποδεικνύεις ότι έχεις ψυχή και νοοτροπία αιμοβόρου θηρίου. Προσπαθής να συγκαλύψης τα ποταπά σου ένστικτα, επικαλούμενος τα έξωθεν παραδείγματα.
-Ναι κύριε εισαγγελέα, βλέποντας τα απ’ έξω, διδάχθηκα τα από μέσα.

ΕΠΗΡΕΑΣΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ

Ένας βασιλιάς, που μόλις γλυτώνει από τις σφαίρες των δολοφόνων και ένας πρωθυπουργός που σφάζεται από άλλο δολοφόνο, είναι περιστατικά όχι συνηθισμένα, που κατατάσσουν την Ελλάδα στις κορυφές της τρομοκρατικής ιστορίας. Οι δράστες τους όμως μολονότι δεν ήσαν αναρχικοί, επηρεάσθηκαν από την θεωρία και πράξη του αναρχισμού, από την ιδεολογική τρομοκρατική κοσμοθεωρία της εποχής.

Υπήρχε όμως και άλλη κατηγορία τρομοκρατίας εκείνη την εποχή. Ψυχρή, σχεδιασμένη, κατευθυνόμενη που απέβλεπε στην εξυπηρέτηση ωμών συμφερόντων.
Από το αγροτικό πρόβλημα ξετινάχθηκε εκείνη η τρομοκρατία. Στις αρχές του 20ου αιώνα οι αγρότες, κυρίως στη Θεσσαλία βρίσκονταν σε αναβρασμό κατά των τσιφλικάδων. Ο αναβρασμός έμελλε να ξεσπάσει στην πολυαιματηρή εξέγερση του Κιλελέρ (1910). Προηγουμένως όμως οι τσιφλικάδες αντιδρούσαν με κάθε μέσο κατά των κολλήγων καταφεύγοντας και στην οργανωμένη τρομοκρατία.

Μεταξύ 1900 και 1910 αυτή η τρομοκρατία ήταν πολύ αναπτυγμένη. Είχαν σχηματισθή ομάδες κακοποιών που μπαίναν στην υπηρεσία των τσιφλικάδων της Θεσσαλίας. Και κατά παραγγελία τους, αναλάμβαναν να φρονιματήσουν οποιοδήποτε αγρότη έδειχνε επαναστατικές τάσεις, ή επιδρούσε στους άλλους αγρότες. Πολλά κρούσματα βίας σημειώνονται εκείνα τα χρόνια, που οι δράστες τους παρέμειναν πάντα «άγνωστοι» και τα οποία δίνουν την εντύπωση ότι το οργανωμένο έγκλημα τύπου «συνδικάτου του εγκλήματος» είχε μεταλαμπαδευθεί μακαρίως και στην ευδαίμονα Ελλάδα.

Αλλά οι Θεσσαλοί αγρότες, είχαν και τους κήρυκές τους, τους οργανωτές τους από την άλλη Ελλάδα. Ένας απ’ αυτούς, ο θερμότερος και πιο μεγαλεπίβουλος απ’ όλους ήταν ο Μαρίνος Αντύπας. Από την Κεφαλληνία ξεκίνησε πρωτοπόρος «Αγροτιστής» και αγωνιστής της ελευθερίας των Θεσσαλών κολλήγων. Ήταν ο Τυρταίος των σκλάβων της γης, όπως τον αποκαλεί ο Γιώργος Καρανικόλας. Αλλ’ αφού από την Αθήνα με την εφημεριδούλα του «Ανάστασις» προσπάθησε όσο μπορούσε να προσελκύση την προσοχή του κράτους στο δράμα των Θεσσαλών αγροτών, αποφάσισε να δράση αγωνιστικά κατεβαίνοντας κατ’ ευθείαν και επί τόπου στο πεδίο της μάχης.

Εγκατέλειψε την μαχητική δημοσιογραφία και έπεισε τον θείο του μεγαλοτσιφλικά της περιοχής Πυργετού, Σκιαδαρέση να τον προσλάβει επιστάτη. Και αφού μύησε πρώτα τον θείο του, που τον έκανε να μοιράσει τα περισσότερα τσιφλίκια του στους κολλήγους, άρχισε μια δραστήρια κίνηση κατά των τσιφλικάδων σ’ όλη την Θεσσαλία.

Δεν θέλαν όμως πολλά εκείνοι για να οργανώσουν το χαμό του. Σε μια μυστική σύσκεψη τους βγήκε η απόφαση: Θάνατος. Εκτελεστές όπως είδαμε και μάλιστα επαγγελματίες υπήρχαν άφθονοι. Κάλεσαν έναν, τον Γιάννη Κυριακό και του ανέθεσαν την αποστολή. Έτσι την νύχτα 8 Μαρτίου 1907, ενώ ο Μαρίνος Αντύπας έρχονταν πεζός στο τσιφλίκι του θείου του κοντά στην πύλη άκουσε μια φωνή μέσα στο σκοτάδι:- Μαρίνο άκου να σου πω…Στράφηκε προς τη φωνή και είδε μια σκιά.- Τι θέλεις; Ποιος είσαι;

Η σκιά δεν απάντησε αλλ’ από τη θέση της ξετινάχθηκαν δύο αστραπές. Το βαρύ γκρά είχε βροντήξει και ο Μαρίνος Αντύπας έπεφτε χάμω νεκρός, διάτρητος. Η τρομοκρατία έκανε τη δουλειά της. Μόνο που δεν μπόρεσε να αναστείλει την πορεία των πραγμάτων. Χρειάσθηκε η εκ των άνω η κρατική τρομοκρατία με την άμεση επέμβαση των όπλων του στρατού για να αναχαιτισθή στο Κιλελέρ η πορεία των κολλήγων για την δικαίωσή τους.

Πέρασαν μερικά χρόνια. Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για τους βαλκανικούς πολέμους. Και ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Θεσσαλονίκη όπου έσπευσε να εγκατασταθεί για να κατοχυρώση την παρουσία της Ελλάδος ο ίδιος ο βασιλεύς Γεώργιος.

Σ’ όλο αυτό το διάστημα ο πυρετός των μεγάλων γεγονότων είχε απωθήσει την τρομοκρατία στο περιθώριο, αλλά εκείνη «λούφαζε» περιμένοντας να βρή την ευκαιρία για να ξετινάξη το μακρύ χέρι της. Και δεν άργησε να την βρή. Μάρτιος του 1913 στη Θεσσαλονίκη, που έσφιζε τότε από ζωή με τις 170.000 κατοίκους της, όταν η Σόφια είχε 80.000, το Βελιγράδι 105.000, η Αθήνα 150.000. Ήταν η πρωτεύουσα όλης της Βαλκανικής το βιομηχανικό και συγκοινωνιακό κέντρο της. Οι Έλληνες ήσαν υπερήφανοι για το απόκτημά τους, που ήσαν αποφασισμένοι να το κρατήσουν με κάθε θυσία. Το ίδιο και ο βασιληάς Γεώργιος Ά που στα 70 χρόνια του γεμάτος υγεία και πνευματική διαύγεια εδήλωνε κάθε στιγμή τον ενθουσιασμό του για την συμπρωτεύουσα της Ελλάδος.

Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Εκείνο το απομεσήμερο της 5 Μαρτίου, ο βασιλιάς έκανε τον συνηθισμένο του περίπατο στην προκυμαία της πόλης. Τον συνόδευε ο υπασπιστής του, συνταγματάρχης Φραγκούδης, ενώ δύο βρακοφόροι άνδρες της κρητικής χωροφυλακής ακολουθούσαν διακριτικά από απόσταση 15 μέτρων.

Ο βασιλιάς και ο υπασπιστής συζητούσαν ζωηρά και καθώς περπατούσαν βρέθηκε ένας άνθρωπος μπροστά τους που αργοβάδιζε στην ίδια κατεύθυνση. Φαινόταν φτωχοντυμένος, με ένα μαύρο παλτό και περπατούσε σκυφτός σαν βυθισμένος στις σκέψεις του. Ο Γεώργιος και ο Φραγκούδης, χωρίς να του δώσουν σημασία, τον προσπέρασαν συζητώντας πάντα και χειρονομώντας. Αλλά τότε ο κακοντυμένος άνθρωπος έβγαλε αστραπιαία μια μαυροβουνιώτικη βαρειά κουμπούρα και την άδειασε στη ράχη του ανύποπτου βασιλιά που έπεσε κάτω, βγάζοντας μόνο ένα «αχ»!

Έγινε κοσμοχαλασιά. Ο δολοφόνος, που δέχθηκε κατακέφαλα τις σπαθιές του συνταγματάρχη Φραγκούδη συνελήφθη βουτηγμένος στα αίματα. Ο βασιλιάς φορτώθηκε σε μια άμαξα, αλλά ξεψύχησε στο δρόμο. Αμέσως σημειώθηκε στο δρόμο αληθινή εξέγερση Ελλήνων κατοίκων και στρατιωτικών, που νόμισαν ότι σε Βουλγάρους οφειλόνταν η δολοφονία. Ποιος ήταν ο δράστης; Ένας Αλέξανδρος Σχινάς, πρώην δάσκαλος που θεωρούνταν αναρχικός και όχι ισοροπημένος.
Αλλά η ιστορία εκείνη έμεινε σκεπασμένη από βαθύ μυστήριο. Οι ανακρίσεις που έγιναν κρατήθηκαν μυστικές. Η ίδια η χήρα του νεκρού βασιλιά, η βασίλισσα Όλγα, έσπευσε στη Θεσσαλονίκη και θέλησε να μάθη γιατί ο Σχινάς τον σκότωσε. Κατέβηκε στο κελλί του και έμεινε μιλώντας μαζί του δύο ώρες. Τι της απεκάλυψε εκείνος; Ποτέ δεν μαθεύτηκε. Μετά δύο μέρες όμως ο δολοφόνος όταν μεταφέρθηκε στο γραφείο του ανακριτού, πήδηξε από το παράθυρο στο 4ο πάτωμα στην αυλή και βρήκε οικτρό θάνατο.

Ο φάκελλός του τότε έκλεισε, στάλθηκε στην Αθήνα αλλά έπιασε φωτιά στο καράβι που τον μετέφερε και έγινε στάχτη. Έτσι το μυστήριο παραμένει πυκνό και αδιαπέραστο. Και παρέμειναν αναπάντητα και τα ερωτήματα:

Ήταν πραγματικά αναρχικός ή ανισόρροπος ο Αλέξανδρος Σχινάς; Ή πράκτωρ κάποιας ξένης μυστικής υπηρεσίας;
Αυτοκτόνησε πηδώντας από το παράθυρο του ανακριτού ή τον εκ παραθύρωσαν για να του κλείσουν το στόμα που το άνοιξε στη βασίλισσα Όλγα;
Η πιθανότερη εκδοχή είναι ως σήμερα, ότι το χέρι του Σχινά το όπλισε η μυστική υπηρεσία της γερμανικής κατασκοπίας. Η καϊζερική Γερμανία εν όψει του Α’ παγκοσμίου πολέμου, ήθελε να κάνει αλλαγή φρουράς σε μια θέση κλειδί σαν την Ελλάδα. Να αντικαταστήση τον αγγλόφιλο Γεώργιο με τον δεδηλωμένο γερμανόφιλο διάδοχο Κωνσταντίνο.

Κανείς όμως, δεν μπορεί με πειστική βεβαιότητα να αποδείξη αυτή ή άλλη εκδοχή. Το γεγονός μόνο που υπήρχε ήταν πως άλλος ένας βασιλιάς έπεφτε θύμα της τρομοκρατίας, η οποία έτσι αποκαλύπτει την δραστηριότητά της».

Συνεχίζεται

Related Link: http://ngnm.vrahokipos.net
This page can be viewed in
English Italiano Deutsch

http://www.anarkismo.net/article/15882

Anarkismo.net is a international anarchist-communist news service