user preferences

Η «μάχη της ιθαγένειας»

category Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος | Μετανάστευση / Ρατσισμός | Γνώμη / Ανάλυση author Friday February 19, 2010 18:22author by Δημήτρης Παρσάνογλου Report this post to the editors

Ας επανέλθουμε στην έρημο του υλικού

Οποιαδήποτε επίκληση στην ταξική αλληλεγγύη και συμπόρευση που δεν λαμβάνει υπόψη τις υλικές διαστάσεις της de jure και de facto πολιτικής ανισότητας ανάμεσα σε τμήματα της εργατικής τάξης δεν είναι απλή βλακεία, αλλά επικίνδυνη βλακεία. Στην καλύτερη περίπτωση, οδηγεί σε προστατευτικό πατερναλισμό, σε απλά ελληνικά νταβατζιλίκι, ενώ στη χειρότερη σε εργαλειοποίηση των ανθρώπων προς ικανοποίηση επαναστατικών ορμών, σε απλά ελληνικά βαράω μαλακία χρησιμοποιώντας για προσάναμμα μετανάστες.

Εν μέσω οικονομικής κρίσης και δραματικών επικλήσεων για ταξική συναίνεση, όπου η δεξιά και τα ξαδερφάκια της άκρα δεξιά γωνία επιδεικνύουν αξιοζήλευτη ωριμότητα και βούληση για συνεργασία, έχει ανακύψει ένα ζήτημα που «διχάζει» την ελληνική κοινωνία, ακόμα και τον Πρετεντέρη. Πρόκειται για το ζήτημα της ιθαγένειας, πιο συγκεκριμένα για το νομοσχέδιο που θα κατατεθεί οσονούπω στη Βουλή σχετικά με την «Πολιτική συμμετοχή ομογενών και αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα και μακροχρόνια στην Ελλάδα», προμετωπίδα του οποίου είναι η «Δυνατότητα κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας από τέκνα αλλοδαπών που γεννήθηκαν ή παρακολούθησαν σχολείο στην Ελλάδα».

Νυν υπέρ πάντων η σιαγών (των φασιστοσκυλόψαρων) Άρθρα στον τύπο, δημόσιες παρεμβάσεις, συλλογές υπογραφών, κομματικές αντεγκλήσεις, πορείες και αντιπορείες αποδεικνύουν για μια ακόμη φορά σε όσους έτυχε να γεννηθούν από έλληνες γονείς πόσο τυχεροί είναι που δεν είναι μετανάστες. Χοντρικά μπορεί κανείς να πει ότι το πανελλήνιο και κυρίως το εξειδικευμένο πανελλήνιο σε ζητήματα μετανάστευσης, εθνικισμού, δικαιωμάτων κοκ. έχει χωριστεί σε δυο στρατόπεδα: στους οπαδούς του δικαίου του αίματος, στο οποίο στοιβάζονται διαφόρων ειδών βρικόλακες από τη Ρηγίλλης (στο ΠΑΣΟΚ τους έχει δασκαλέψει έξι χρόνια τώρα ο Γιωργάκης να κόψουνε τις μαλακίες που θυμίζουν Παπαθεμελή) μέχρι βιτσιόζους παπάδες και άλλους ψυχασθενείς πατριωτο-φασίστες που αναπνέουν και πεθαίνουν με την ανεκπλήρωτη φαντασίωση της εθνικής/φυλετικής καταστροφής και αναγέννησης. Σκληρό πορνό δηλαδή, στολισμένο με σημαίες και με τα βούρλα που τις κρατάνε.

Από την άλλη πλευρά, συμπαρατιθέμεθα όλοι όσοι προτιμάμε μια πιο ανοιχτή και περιεκτική έννοια της ιδιότητας του πολίτη, που ξεκινάει από το δίκαιο του εδάφους μέχρι το δίκαιο της κατοικίας (όπου και όποτε ζω έχω και την αντίστοιχη ιθαγένεια χωρίς προϋποθέσεις), συμπεριλαμβανομένων προοδευτικών εν γένει ανθρώπων, αντιεθνικιστών, αγωνιστών των κοινωνικών δικαιωμάτων κοκ. Ο αγώνας, λοιπόν, για την τιμή όσων επί χρόνια πρεσβεύουν τόσο το εθνικιστικό όσο και το αντιεθνικιστικό στρατόπεδο έχει φουντώσει και ιδίως για τους πρώτους το ζήτημα του επαναπροσδιορισμού των κριτηρίων και των χαρακτηριστικών του έλληνα πολίτη – μιας και περί αυτού πρόκειται εν τέλει – παίρνει το χαρακτήρα της ύστατης μάχης. Από την άλλη, όσοι από εμάς είχαμε ποντάρει στη στοιχειώδη πολιτική νοημοσύνη του Γ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ εν γένει (έστω και με επιφυλάξεις) μάλλον ποντάραμε σωστά. Δεδομένης της ομηρίας την οποία εκ των πραγμάτων η νέα κυβέρνηση θα υφίστατο στο οικονομικό πεδίο και θα μετακύλιε βέβαια στις πλάτες των εργαζομένων, τα περιθώρια διαφοροποίησης από την προηγούμενη κυβέρνηση θα περιορίζονταν σε ζητήματα σημαντικά μεν, χωρίς ιδιαίτερο οικονομικό κόστος δε.

Όπως ιστορικά έχει συμβεί με όλες τις σημαντικές τομές που σηματοδότησαν βήματα εξορθολογισμού του ελληνικού κράτους, με άλλα λόγια αστικού εκσυγχρονισμού, η μη δεξιά παράταξη ανέλαβε και πάλι να φέρει σε πέρας μια άκρως αναγκαία και διόλου αυτονόητη (στη γειτονική χώρα του Άνθιμου ζούμε) αποστολή: να επαναλάβει αυτό που το ελληνικό κράτος βασανιστικά αλλά εξακολουθητικά πράττει σε σχέση με την κοινωνικο-πολιτισμική ενσωμάτωση και αφομοίωση εθνο-κοινωνικών ομάδων. Κάτι που δεν οφείλεται σε καμιά υπεροχή οποιουδήποτε υπαρκτού ή υποτιθέμενου ελληνικού πολιτισμικού υποδείγματος, αλλά στην ιδιαίτερα ανθεκτική και ισχυρή αυταρχικότητα του εθνικού κράτους που ονομάζεται Ελληνική Δημοκρατία.

Η δεξιά αυτής της χώρας που αποτέλεσε ιστορικά μια από τις βαναυσότερες μορφές δεξιάς στην Ευρώπη μόνο σε ελάχιστες και εξαιρετικές περιπτώσεις στάθηκε ικανή να προχωρήσει σε εκσυγχρονιστικές τομές που επιβάλλονταν από τη στοιχειώδη κοινωνική δυναμική. Το βάρος αυτό το σήκωνε συνήθως η μη δεξιά, αυτό που με κάποια δόση αυθαιρεσίας ονομάζεται διαχρονικά “προοδευτική” ή ακόμα χειρότερα “δημοκρατική” παράταξη. Στην παρούσα συγκυρία αποκρυσταλλώνεται για μια ακόμη φορά αυτή η διαφοροποίηση, η οποία βέβαια στο δια ταύτα δεν αποτελεί παρά εσωτερική διελκυστίνδα στη σύγκρουση δυο τρόπων διαχείρισης του πληθυσμού (όσο κι αν προσπαθεί ο αρχοντοχωριάτης από την Πύλο να πείσει το ανήκοο ακροατήριό του ότι οι πολίτες της Ελλάδας αποτελούν λαό και όχι πληθυσμό, τέτοια διάκριση δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει στο πλαίσιο του καπιταλιστικού Κράτους).

Το αν γεννιέται ή γίνεται έλληνας κανείς είναι ένα ερώτημα ισάξιο του ερωτήματος αν η κότα γέννησε το αβγό ή το αβγό την κότα. Δηλαδή στερείται οποιασδήποτε σημασίας και μπορεί βεβαίως να προκαλέσει γενικευμένο πόλεμο. Το πώς θέλουμε να φανταζόμαστε τον εαυτό μας δεν ενδιαφέρει ούτε καν τον εαυτό μας. Η φαντασιακή μας κοινότητα όπως και να τη φανταζόμαστε δεν παύει να είναι φαντασιακή. Μπορεί να έχει υλική δύναμη, να κινητοποιεί δυνάμεις για το καλύτερο και το χειρότερο, είτε δηλαδή πρόκειται για την εθνική ομάδα είτε για τον Αστέρα Εξαρχείων, δεν παύει παρόλα αυτά να αποτελεί σύνολο κωδικών επικοινωνίας που ομορφαίνει ή ασχημαίνει τη ζωή μας (αν και οι εθνοφαντασιόπληκτοι εκσπερματώνουν μόνο μέσα στην αποφορά της εθνικής δυστυχίας και καταστροφής). Να το θέσουμε πιο απλά: είμαστε τυχεροί και ευτυχισμένοι που μοιραζόμαστε την ίδια γλώσσα και τις ίδιες παραστάσεις (μεταφορικά και κυριολεκτικά) με τον Τζίμη τον Πανούση, αλλά δεν το κάνουμε και θέμα, ούτε θέλουμε την αποκλειστικότητα. Και από την άλλη, μπορούμε να διακρίνουμε τη χαρά της Κυριακής από τη λύπη της Δευτέρας.

Για να τελειώνουμε, λοιπόν, με τις ιστορικές αναγκαιότητες που το ελληνικό εθνικό κράτος, όπως εξάλλου και τα υπόλοιπα εθνικά αστικά κράτη με το δικό του τρόπο το καθένα, κάλυψε και καλύπτει, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε για διαβούλευση και θα κατατεθεί λίαν συντόμως στην ολομέλεια της Βουλής για συζήτηση και ψήφιση δεν αποτελεί απλώς ένα θετικό πρώτο βήμα, αποτελεί ένα θετικό και αναγκαίο βήμα καθ' εαυτό. Ανεξάρτητα από τις φαντασιώσεις του καθένα, το γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός νέων ανθρώπων που ζουν είτε από τη γέννηση είτε από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους στην Ελλάδα θα δικαιούνται να έχουν πρόσβαση στο υλικό αγαθό που ονομάζεται ιθαγένεια (ακολουθούμε το συνταγματικό και νομικό όρο που περιγράφει την ιδιότητα του πολίτη ανεξαρτήτως της προβληματικής ετυμολογίας του) δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί θετικό. Το ερώτημα που τίθεται και σε εμάς τους ελευθεριακούς αντικρατιστές είναι γιατί "αγαθό" και δη γιατί "υλικό". Και εδώ αναπόφευκτα προσκρούουμε σε αυτούς που απουσιάζουν από το πάνελ.

Ανάμεσα στις φαντασιακές κοινότητες υπάρχουν αριθμοί (με ανθρώπους μέσα) Ασχέτως αν ρωτήθηκαν ή όχι, για την πλειοψηφία των μεταναστών και των μεταναστριών όλων των εθνικοτήτων – πλην εκείνων που υποκρύπτουν υπόνοιες ελληνικού αίματος – και όλων των ηλικιών οι ρυθμίσεις που προτείνονται κυρίως για την απόκτηση ιθαγένειας έγιναν δεκτές με σχετική ανακούφιση και επιφύλαξη βεβαίως για την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων. Οι λόγοι της ανακούφισης αυτής διαφέρουν από τους λόγους της ανακούφισης ημών των πεφωτισμένων που περιγράψαμε παραπάνω. Ενδεχομένως και λόγω έλλειψης παιδείας, οι λόγοι αυτοί στερούνται φαντασιακής ικανοποίησης. Το διαβατήριο πλήρους εισόδου στην ελληνική πολιτική κοινότητα που διαφαίνεται για πρώτη φορά στον ορίζοντα κοντράρεται στα ίσα και μάλλον υπολείπεται της απαλλαγής από ένα βραχνά που κρατάει χρόνια και κοστίζει λεφτά, χρόνο, αξιοπρέπεια, νεύρα σε κάθε μετανάστη και κάθε μετανάστρια: τα ΧΑΡΤΙΑ.

Πρέπει δηλαδή κάποιος να πει στους φαντασιόπληκτους και των δυο στρατοπέδων ότι για τους περισσότερους αν όχι για όλους τους νέους που ζουν, σπουδάζουν και δουλεύουν στην Ελλάδα χωρίς να είναι έλληνες πολίτες, η έλλειψη αυτή δεν είναι ούτε φαντασιακή ούτε καν πολιτική. Είναι υλική, όσο τα 300 ευρώ ανά δυο χρόνια που στοιχίζει το παράβολο για την έκδοση και ανανέωση της άδειας παραμονής, όσο το προσωρινό χαρτί βεβαίωσης κατάθεσης των δικαιολογητικών για έκδοση άδειας παραμονής που δεν δίνει το δικαίωμα εξόδου από τη χώρα παρά μόνο μετά από εγκυκλίους του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης για περιορισμένο χρονικό διάστημα κατά τις χριστιανικές γιορτές και το καλοκαίρι, όσο η μη δυνατότητα εργασίας για τα περισσότερα παιδιά που σπουδάζουν σε αντικείμενα όπου απαιτείται ελληνική ιθαγένεια για να δουλέψουν (εκπαιδευτικοί, δικηγόροι κοκ.), όσο η ανάγκη εύρεσης ενσήμων έστω και εξαγορασμένων προκειμένου να ανανεωθεί η άδεια διαμονής μετά το πέρας των σπουδών, όσο…

Η λίστα θα μπορούσε να συνεχιστεί επ’ άπειρον διανθισμένη με εμπειρίες μεταναστών που άπτονται όχι του συμβολικού αλλά του υλικότερου δυνατού αποκλεισμού ή και βίας ακόμη. Η απόκτηση επομένως της δυνατότητας, έστω και λειψής και χρήζουσας βελτιώσεων και εμβάθυνσης, πρόσβασης στην απαλλαγή από τις τραυματικές επιπλέον επαφές με τη δημόσια διοίκηση, της οποίας τουλάχιστον χαίρουν όσοι διαθέτουν ελληνική ταυτότητα (προς αποφυγή παρεξηγήσεων, αυτή που εκδίδει η μπατσαρία εννοούμε), είναι ένα περιορισμένο αλλά χρήσιμο αγαθό. Πίσω, λοιπόν, και πάνω από τη διαμάχη για το πώς θέλουμε ή πώς φαντασιωνόμαστε την πολιτική μας κοινότητα υπάρχουν ζωντανοί άνθρωποι, των οποίων ο αριθμός ουκ ολίγος. Άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες που θέλουν και δικαιούνται να δουλεύουν εκεί που δουλεύουμε κι εμείς, να υφίστανται παρόμοια και όχι μεγαλύτερη εκμετάλλευση από εμάς, να υφίστανται παρόμοια καταπίεση και καταστολή με εμάς και πάει κλαίγοντας.

Οποιαδήποτε επίκληση στην ταξική αλληλεγγύη και συμπόρευση που δεν λαμβάνει υπόψη τις υλικές διαστάσεις της de jure και de facto πολιτικής ανισότητας ανάμεσα σε τμήματα της εργατικής τάξης δεν είναι απλή βλακεία, αλλά επικίνδυνη βλακεία. Στην καλύτερη περίπτωση, οδηγεί σε προστατευτικό πατερναλισμό, σε απλά ελληνικά νταβατζιλίκι, ενώ στη χειρότερη σε εργαλειοποίηση των ανθρώπων προς ικανοποίηση επαναστατικών ορμών, σε απλά ελληνικά βαράω μαλακία χρησιμοποιώντας για προσάναμμα μετανάστες.

Είναι καιρός, λοιπόν, και πρέπει να παλέψουμε κι άλλο για να καταστεί ουσιαστικά άχρηστο ένα μεγάλο κομμάτι της αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε μέχρι τώρα και που δικαίως επικέντρωνε στα ζητήματα του νομικού καθεστώτος ακόμα και για ανθρώπους που δεν γνώρισαν άλλη χώρα από την Ελλάδα. Είναι καιρός να προσγειωθούμε στην έρημο του κοινωνικού!

* Το παρόν κείμενο δημοσιεύητηκε στην αναρχοσυνδικαλισιτκή εφημερίδα "Ροσινάντε"

This page has not been translated into العربية yet.

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]