user preferences

Recent articles by Dmitri

imageΜερικές σκέψ ... 2 comments

image65 Χρόνια Επανά... 0 comments

imagePiotr Andrievich Marin (Arshinov) 0 comments

Recent Articles about Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος Αναρχική Ιστορία

Απόπειρες αν ... Jul 03 23 by Αναρχικοί Αγ.Αναργύρων – Καματερού

«Ο Ήλιος της Αν... Nov 14 22 by Αναρχικό Στέκι Φιλοσοφικής

Σπάζοντας τι ... Jul 08 22 by Ελευθεριακή Συνδικαλιστική Ένωση

Οι αναρχικές ιδέες

category Ελλάδα / Τουρκία / Κύπρος | Αναρχική Ιστορία | Κριτική / Παρουσίαση author Thursday January 07, 2010 17:59author by Dmitri - MACG (personal capacity) - Anarkismoauthor email ngnm55 at gmail dot com Report this post to the editors

στα γραπτά του Γιάννη Μαγκανάρα

Από το Έκτο Κεφάλαιο του έργου “Για Μια Ιστορία του Αναρχικού Κινήματος του Ελλαδικού Χώρου” το οποίο δημοσιεύεται ολόκληρο (μαζί με άλλα ντοκουμέντα και άρθρα) στην ιστοσελίδα http://ngnm.vrahokipos.net

Και, φυσικά, ο Γιάννης Μαγκανάρας έγραφε και άρθρα που αφορούσαν τις ίδιες τις αναρχικές ιδέες, όπως το παρακάτω, το οποίο είναι απάντηση σε κάποια επιστολή και, μάλιστα, αρκετά δηλωτικό, των απόψεων από τις οποίες εμφορείτο ο Γιάννης Μαγκανάρας, αλλά και οι υπόλοιποι αναρχικοί της «Επί τα Πρόσω»:

Τι είναι και τι θέλουν οι αναρχικοί; Είναι άνθρωποι άνευ αρχής καμμίας, άνθρωποι άνευ ιδεώδους, άνευ σκοπού; Είνε άνθρωποι μη θέλοντες αρχάς-εξουσίαν; Ποίον επί τέλους το ιδεώδες των και τι θέλουν;

Την απορίαν ταύτην του περιέργου αναγνώστου μας θα λύσωμεν ημείς.

Η Ελληνική δημοσιογραφία δεν ηδυνήθη μέχρι σήμερον να δώση δυνάμεθα να είπωμεν, ακριβή και σαφή ιδέαν είς τους αναγνώστας της περί αναρχίας και αναρχικών.

Δύο είδη αναρχικών υπάρχουσιν: Αναρχικοί άκροι – ως ο Ραβασσώλ, ο Ανρύ, ο Βαγιάν, ο Πάλλας κλ. – και αναρχικοί θεωρητικοί – είς τας τάξεις των οποίων συγκαταλέγονται άνθρωποι σοφοί, σπουδασταί της ανθρωπίνης φύσεως και βαθείς γνώσται των ανεπεσχέτων τάσεων της σημερινής εποχής, ως ο Κροπότκιν, ο Τολστόϊ, ο μέγας γεωγράφος του αιώνος μας Ελιζέ Ρεκλούς, ο Αμών, ο Ιούλιος και Ιωάννης Γκράβ, ο Κυπριάννης και πολλοί άλλοι.

Η πρώτη των αιρέσεων τούτων ζητεί αφ’ ου το παν καταστρέψη, ανατρέψη, εξαφανίση εκ του υπάρχοντος κοινωνικού οικοδομήματος, επί των ερειπίων αυτού και επί των τάφων των νεκρών γενεών ζωή νέα και δροσερά ν’ αναπτυχθεί. Λαοί δε έμπλεοι δυνάμεων ασυναρτήτων αλλ’ υγειών ν’ αναφανώσι. Νέα βίβλος της παγκοσμίου ιστορίας ν’ αρχίση.

Οι οπαδοί της αιρέσεως ταύτης τρέφωσι μίσος άσπονδον εναντίον πάσης εξουσίας και κατά παντός πλουσίου. Διαμαρτύρονται δε εναντίον της υφισταμένης κοινωνικής αθλιότητος διά πάντων των μέσων, του εγχειριδίου, της βόμβας, του πετρελαίου, της δυναμίτιδος, έχοντες ως αξίωμα: «Θανατούντες στέργομεν τον θάνατον».

Η ετέρα αίρεσις, βασιζομένη επί της ιστορίας και της επιστήμης, λέγει: ότι, η ανθρωπότης κατά τον φυσικόν νόμον της απεράντου τελειοποιησιμότητος, θέλει εξελιχθή μέχρις εκείνου του σημείου της προόδου, κατά το οποίον οι άνθρωποι της Γής άπαντες, μη υποκείμενοι είς βιωτικάς ανάγκας, απηλλαγμένοι προλήψεων και συνειδότες ότι αλήθεια και φυσική ελευθερία είνε η μεταξύ «δικαιώματος και καθήκοντος αρμονία», δεν θέλουσιν έχει ανάγκην πλέον προσωπικών αρχών και εξουσιών ίνα αποτρέπωνται του κακού. Ότι έκαστος άνθρωπος έχει καθήκον και δικαίωμα να υποβοηθή την πρόοδον, την εξέλιξιν της ανθρωπότητος. Θεωρεί δε ότι το μόνον συντελεστικόν μέσον πρέπει να ήνε αι πνευματικαί επαναστάσεις. Πάσαν βιαίαν πράξιν την αποδοκιμάζει, ως φέρουσαν την παρακώλυσιν της προόδου, της εξελίξεως.

Ιδού εν ολίγοις τι ζητούσιν οι αναρχικοί αμφοτέρων των αιρέσεων, και οποίαι αι θεωρίαι αυτών.

Μς

(«Πελοπόννησος», 31 Ιουλίου 1897)

Άρθρο στην «Επί τα Πρόσω»

Αναδημοσιεύουμε, τέλος, ένα ακόμα άρθρο του Γιάννη Μαγκανάρα που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 35 (και τελευταίο) της «Επί τα Πρόσω» (8 Φεβρουαρίου 1898), στο οποίο σχολιάζει είδηση της εφημερίδας «Πελοπόννησος» την οποία και παραθέτει:

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Δυστυχής γέρων ρακένδυτος, πλέον των 70 ενιαυτών αριθμών, τρία εν όλω ταξείδια επί κάρρου έκαμε χθές από του Νοσοκομείου εις το αστυνομικόν κατάστημα και ανά την πόλιν. Ήτο ασθενής και τας τελευταίας του εμέτρα στιγμάς, έτρεμε δε εκ του δριμυτάτου ψύχους. Εκ του Νοσοκομείου εξεδιώχθη, διά τίνα λόγον άγνωστον και κατέφυγεν εις την αστυνομίαν. Αλλά η αστυνομία τι να τον κάμη; Τον απέστειλε πάλιν εις το Νοσοκομείον και εκεί μετά τόσας παρακλήσεις δεν τον εδέχοντο. Απέστρεφον του οφθαλμούς πάντες οι εκείθεν διερχόμενοι ίνα μη τον βλέπωσι έξωθεν εις το πεζοδρόμιον τρέμοντα και ψυχορραγούντα. Ίσως ήδη δεν θα ευρίσκεται εις την ζωήν, διότι μια γωνία εν τω Νοσοκομείω δεν ευρέθη να ριφθή και αυτός.

(«Πελοπόννησος» Πατρών, 2 Φεβρουαρίου 1898”)

Την εικόνα της αθλίας του γέροντος καταστάσεως, με ζωηρά χρώματα σας την ζωγραφίζει μια από τας αστικάς εφημερίδας της πόλεώς μας. Η αστική εφημερίς αναγράφει απλώς το γεγονός. Πόσον όμως δύναται ν’ αντλήσει φιλοσοφίαν επί του γεγονότος τούτου, το οποίον ήλθε κατόπιν του δοθέντος πλουτοκρατικού χορού να μας δώσει την αντίθεσιν μεταξύ του πλουσίου και του πτωχού πόσας σκέψεις δύναται να αναπτύξη εν ταις στήλαις της αντί να συμπληρώση ταύτας δε ανούσιων δημοσιευμάτων.

Εις γέρων απέθανεν μέσω της Χριστιανικής μας Κοινωνίας και Πολιτείας εκεί επί του πεζοδρομίου πεταμένος σαν αρρωστιάρικο σκυλί. Και όμως οι αστοί και αι αστικαί εφημερίδες θα εξακολουθώσι να μας λέγωσιν ότι «πάντες ζώμεν εν Ελλάδι καλά» ότι ημείς μωρολογούμε και δεν ξέρομεν τι λέγομεν. Όμως ως πείσμα της μελέτης μας επί της Κοινωνίας λέγομεν, ότι ο πλούσιος κλέπτει τον πτωχόν, ότι η Πολιτεία αστοργεί διά τα περισσότερα τέκνα της, τους πολίτας, τον λαό και ότι η τοιαύτη κατάστασις θα μας οδηγήσει εις μίαν Επανάστασιν. Εάν δε θελήσεις να τους αποδείξεις το μέγα χάος όπερ χωρίζει την Πλουτοκρατίαν από την Εργασίαν και την άκραν αντίθεσιν αυτών, σου λέγωσιν αποτόμως: – Τι λές βρε αδερφέ; Σιώπα! Δεν είναι έτσι που τα λές. Όλοι οι εργάτες εργάζονται και αμοίβονται καλώς! Αι και αν ήναι κανείς δυστηχής και ασθενής και δεν δύναται να συντηρηθή δι’ αυτούς έχομεν κάμει τόσα φιλανθρωπικά καταστήματα. Έχομεν δι αυτούς Πτωχοκομείο και Νοσοκομείο. Εάν ανοίξεις το στόμα σου να τους φέρης αντίρρησιν επί των λεγομένων αυτών, εάν θελήσεις να τους είπης ότι τα νοσοκομεία και τα πτωχοκομεία είναι μόνον δι εκείνους οι οποίοι είναι φίλοι του κόμματος και ότι εις το καθεαυτό πτωχό δεν ανοίγονται οι θύρες των, απέρχονται λέγοντες «Εγεννήθητε, φίλε μου, ν’ αντιλέγητε!». Αλλά η σφενδόνη εξακολουθή περιστρεφομένη και κάποτε θα εκσφενδονίσει τον λίθον.

Ι. Μ. Μαγκανάρας

O Γ. Παπαλεξανδρόπουλος

Προφανώς, μία από τις γνωριμίες του Γιάννη Μαγκανάρα ήταν και ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Πελοπόννησος» Γ. Παπαλεξανδρόπουλος, ο οποίος βρισκόταν κοντά στην αναρχοκομμουνιστική ομάδα της «Επί τα Πρόσω». Ο Γ. Παπαλεξανδρόπουλος, μάλλον με τη βοήθεια του Γ. Μαγκανάρα, κυκλοφόρησε την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 1897 (περίοδο κατά την οποία ο Μαγκανάρας δεν ήταν κρατούμενος) τη σατυρική εφημερίδα «Ο Σατανάς» και αργότερα το 1899 (που ο Μαγκανάρας δεν ήταν επίσης κρατούμενος και, προφανώς, πάλι με βοήθειά του) κυκλοφόρησε μια άλλη σατυρική εφημερίδα τη «Μιμόζα».

Ο Νίκος Ε. Πολίτης στο «Χρονικό του Πατραϊκού Τύπου 1840-1940 (Πάτρα 1984), γράφει ότι «Ο “Σατανάς” έβγαινε τακτικά κάθε εβδομάδα το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 1897 (ίσως και αργότερα). Δύο τουλάχιστον φύλλα του κατασχέθηκαν. Οι άλλες εφημερίδες τον χαρακτήριζαν «ρυπαρόφυλλον». Συντάκτης του «Σατανά», ήταν ο δημοσιογράφος Γ. Παπαλεξανδρόπουλος, που εργαζόταν στην «Πελοπόννησο». Για δημοσιεύματα του «Σατανά» μήνυσε τον Παπαλεξανδρόπουλο ο δημοσιογράφος Μιχ. Σακελλαρίου, και απείλησε να τον σκοτώσει ο ενοικιαστής φόρων Χαρ. Θεοχάρης».

«Η Μιμόζα», σατιρική εφημερίδα, που εμφανίστηκε το 1899, ήταν συνέχεια του «Σατανά», που είχε εκδώσει δύο χρόνια ενωρίτερα ο Γ. Παπαλεξανδρόπουλος».

»Η εφημερίδα χαρακτήριζε Μιμόζες, Μιμόζους, Μιμοζίνους ή Μιμοζικούς τις γυναίκες και τους άνδρες που τηρούσαν τους κανόνες καλής συμπεριφοράς, ή ανήκαν στη λεγόμενη αριστοκρατία. Αυτή ήταν και ο μόνιμος στόχος του σαρκασμού της «Μιμόζας».

Με τίτλο «Οι κυανόαιμοι» γράφει:

Φλεβοτομείται γενικώς ο κόσμος εις τας Πάτρας
Κι ενέσεις όλοι κάνουνε με κυανούν λουλάκι
Και δι’ αυτό πλημμύρησαν από αριστοκράτας
Και δεν ευρίσκει πουθενά κανείς μικρόν κοσμάκη.

Θέλοντας να καυτηριάσει τη διάδοση των επιτηδευμένων τρόπων και τη μανία επιδείξεως πραγματικών ή φανταστικών τίτλων ευγενούς καταγωγής ο συντάκτης της εφημερίδας αποκαλεί την Πάτρα Μιμοζόπολη και την υμνεί με τους στίχους:

Χαίρε πόλις των Πατρών, όπου Μιμόζους έχεις
Χαίρε τόπε τοκογλύφων που τα βάσανα αντέχεις.
Χαίρε που εκοσμήθης μεγάλως
Χαίρε που υπερυψώθης εξάλλως.
Χαίρε που σε κοσμούν Μιμόζοι.
Χαίρε που σε υψούν Μασσώνοι.
Χαίρε ώ πόλις παράδοξε.

Στις σάτιρες της Μιμόζας» αντέδρασε υποστηρίζοντας τη λεγομένη «ιθύνουσα» τάξη η εφημερίδα «Χρόνος». Έγραψε ότι αν αυτοί που αποκαλούνται χλευαστικώς Μιμόζοι και Μιμοζίνοι φύγουν από την Πάτρα, όσοι μείνουν «θα ψοφήσουν σα ποντίκια». Γιατί αυτοί χρηματοδοτούν τη βιομηχανία των Πατρών με 60.000 δρχ. το χρόνο, αυτοί συντηρούν τα φιλανθρωπικά ιδρύματα, διαθέτοντας κάθε χρόνο 50.000 για το Νοσοκομείο, 40.000 για το Βρεφοκομείο, 30.000 για το Πτωχοκομείο κλπ.

Ο Γ. Παπαλεξανδρόπουλος φαίνεται ότι είχε κηρύξει πόλεμο κατά της αστυνομίας και, συγκεκριμένα, κατά του αστυνομικού διευθυντή Πάτρας Στυμφαλιάδης, αν κρίνουμε από τα αποσπάσματα των δημοσιευμάτων της εφημερίδας «Νεολόγος» που παραθέτουμε:

ΤΟ ΧΘΕΣΙΝΟΝ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟΝ

Ενώπιον αρκετού πλήθους, εκ νέου χθες ο εκ των συντακτών της Πελοποννήσου κ. Γ. Παπαλεξανδρόπουλος έλαβε τον λόγον εν τη πλατεία Γεωργίου. Σκοπός της δευτέρας ομιλίας ήτο η αναγγελία προς το πλήθος, ότι ο Διευθυντής της Αστυνομίας κ. Στυμφαλιάδης κατήγγειλεν αυτόν τε και τον κ. Στριφτόμπολαν επί υποκινήσει στάσεως κατά των αρχών του τόπου δια της πρώτης ομιλίας των, και η διαμαρτυρία τρόπον τινα αυτού, ότι αυτός απλώς ήλεγξε την αστυνομικήν δράσιν του μηνυτού του. Επί τη ευκαιρία επανέλαβε την σύστασιν όπως οι πολίται ανενεχθώσιν εις την Κυβέρνησιν και ζητήσωσι την μέριμναν αυτής προς μεταβολήν του Αστυνομικού καθεστώτος, συνάμα δε και λήψιν υπόψη του επί των πλειστηριασμών ψηφίσματος. Ωνομάσθη και πενταμελής επιτροπή, εις ην ετέθη και το όνομα του κ. Μ. Γ. Σακελλαρίου, εν παντελεί αυτού αγνοία, εφ ω και ηναγκάσθη ο ημέτερος Αρχισυντάκτης να δηλώση εις εν εκ των μελών της Επιτροπής ότι δεν ηδύνατο να δεχθή την εντολήν ταύτην

(«Νεολόγος», 24 Μαΐου 1899)

ΑΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑΙ ΔΙΚΑΙ ΕΝ ΤΩ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΩ
ΜΗΝΥΤΗΣ Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ κ. ΣΤΥΜΦΑΛΙΑΔΗΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ ΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ ΤΗΣ «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ»
ΑΥΣΤΗΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ

Η δίκη αυτή ορισθείσα διά την χθες προσείλκυσε από πρωίας άπειρον πλήθος, όπερ κατέκλυζε τους διαδρόμους και τας κλίμακας του Δικαστηρίου.

»Αφού εκενώθη ο χώρος, ο προωρισμένος διά τους κ.κ. δικηγόρους ο καταληφθείς ενωρίς υπό των περιέργων εκφωνείται η υπόθεσις και καλείται ο κ. Παπαλεξανδρόπουλος να καταλάβη το εδώλιον του κατηγορουμένου. Αλλ’ ο κ. Παπαλεξανδρόπουλος ευθύς φέρων ένστασιν αναβολής ελλείψει των μαρτύρων της υπερασπίσεως, ην υποστηρίζει ο συνήγορος αυτού κ. Α. Γεωργακόπουλος δι’ ολίγων είπων ότι «δικαίως απουσιάζουν οι μάρτυρες, διότι δεν ετηρήθη απ’ αρχής η τακτική σειρά της εκφωνήσεως και ως εκ τούτου υπέθεσαν οι περισσότεροι, ότι η συζήτησις θα εγίνετο βραδύτερον, υπολογίσαντες τον χρόνον εκ του αριθμού, ον έφερε η εγγραφή αυτής εν τω πινακίω». Ο κ. Εισαγγελεύς απέκρουσε την ένστασιν της αναβολής ως αβάσιμον, καθόσον πάντες λέγει οι μάρτυρες εκλήθησαν νομίμως και προσηκόντως και ώφειλον να είνε παρόντες. Μετά μικράν συνδιάσκεψιν η ένστασις της αναβολής απερρίφθη και ήρξατο η εκτύλιξις της υποθέσεως απόντος του κατηγορουμένου.

»Πρώτος καλείται ο μηνυτής κ. Α. Στυμφαλιάδης, Διευθυντής της Αστυνομίας Πατρών, όστις αρχόμενος λέγει ότι δεν ήτο παρών κατά το συλλαλητήριον, αλλ’ ότι μετά την διάλυσιν τούτου μεταβάς εις την πλατείαν, αντελήφθη ότι όλων τα βλέμματα εστρέφοντο περίεργα κατ’ αυτού, δεν ηδύνατο δε να εννοήση το αίτιον. Επληροφορήθη όμως αμέσως παρά πολλών, ότι ο κ. Παπαλεξανδρόπουλος ομιλήσας προς τον λαόν εξύβρισε την αστυνομίαν, αποκαλέσας τον μεν διευθυντήν «ανίκανον και ψευσθέντα ενώπιον του βασιλέως, τους δε αστυφύλακας κλέπτας και ότι συνέστησεν εις τον λαόν να δράξη τα όπλα και να καταλύση τας αρχάς συνιστών επανάστασιν και πολιτοφυλακήν».

»ΠΡ. Τι συμπεραίνετε κ. Στυμφαλιάδη ότι τα έγραφον αυτά ίνα σας υβρίσωσι προσωπικώς;

ΜΑΡ. Όταν εκ συστήματος υβρίζει τις δεν υβρίζει ή με σκοπόν να προσβάλη. Πλείστοι δε πολίται πολλάκις μοί εξέφρασαν την απορίαν, πως ενώ καθ’ εκάστην υβρίζουν αι δυο εφημερίδες «Χρόνος» και «Πελοπόννησος» αστυνομίαν και διευθυντήν και αρχάς μένουν ακαταδίωκτοι· εις μάλιστα μοι είπεν ότι ήτο προδιατεθειμένος εάν εξηκολούθουν την τακτικήν ταύτην να προκαλέση συλλαλητήριον κατά της ασρανείας των αρχών, αι οποίαι άφινον ακαταδιώκτους τας ανωτέρω εφημερίδας.

ΕΙΣΑΓ. Ποίον το ελατήριον, ένεκα του οποίου καταφέρετο καθ’ ημών ο κατηγορούμενος;

ΜΑΡ. Επιτρέψατέ μοι κύριε Εισαγγελεύ να σας είπω ότι άλλως δεν δύναμαι να εξηγήσω την τακτικήν αυτών ταύτην ή εκ συστάσεως γενομένην. Ομάς τις, ής προεξάρχει ο κατηγορούμενος, συνεπεφάσισαν φαίνεται από κοινού να κηρύξωσι τον πόλεμον κατά της αστυνομίας και του Διευθυντού αυτής και να ζητήση, αμφοτέρων την εξόντωσιν,… (ψιθυρισμοί και θόρυβος εκ του ακροατηρίου). Ηθέλησαν να με εξυβρίσωσι προσωπικώς και τούτο το βεβαιώ επί το λόγω της τιμής μου και του όρκου μου. Πόλεμος καθ’ εαυτό προσωπικός· σήμερον κάνει τούτο ο Στυμφαλιάδης, αύριον εκείνο… και ούτω καθ’ εξής. Tι εζήτουν; την αντικατάστασίν μου και ευχής έργον θα ήτο να μετατιθέμην εντεύθεν προ πολλού, διότι και η υπηρεσία είνε μεγάλη και το καθήκον βαρύ, πλήρες πικριών, ως και οι ίδιοι αντελήφθητε πρότινος εκ του θορύβου του ακροατηρίου».

»Μετά την αγόρευσιν του κ. Εισαγγελέως το Δικαστήριον των Πλημμελειοδικών, αποσυρθέν εξέδοτο την απόφασίν του κηρύξαν ένοχον εξυβρίσεως τον κατηγορούμενον, καταδικάσας αυτόν εις ενός έτους φυλάκισιν ερήμην.

(«Νεολόγος», 29 Μαΐου 1899)

Η κόντρα Παπαλεξανδρόπουλου-Στυμφαλιάδη συνεχίστηκε και τα μετέπειτα χρόνια όπως φαίνεται και από το παρακάτω δημοσίευμα:

ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ

Εξεδικάσθη χθες ενώπιον του Πλημμελειοδικείου η κατά του Γεωρ. Παπαλεξανδροπούλου συντάκτου της «Πελοποννήσου» υπόθεσις επί εξυβρίσει εν συλλαλητηρίω του Διευθυντού της αστυνομίας κ. Στυμφαλιάδου. Το Δικαστήριον των Πλημμελειοδικών μετά την διαδικασίαν επέβαλεν εις τον κατηγορούμενον φυλάκισιν δεκαπενθήμερον ειρήσθω δε ότι προ τινος είχε καταδικασθή εις ενός έτους φυλάκισιν ερήμην.

(«Νεολόγος», 1 Νοεμβρίου 1901)

Συνεχίζεται

Related Link: http://ngnm.vrahokipos.net
This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]