Ο αντιεξουσιαστικός κυβερνητισμός του ΠΑΣΟΚ
Και οι Αναρχικοί - Μέρος 3ο Β'
Επιμέλεια, σύνθεση, σύνταξη κειμένων Γιώργος Μεριζιώτης
2. Το φιλελεύθερο “δικαιακό κράτος” του ΠΑΣΟΚ
“… Το κράτος, μαζί με την ενίοτε συμβολική ενοχοποίηση κάποιων ατόμων από τους κόλπους των μελών της κυρίαρχης τάξης, επιδιώκει να προλάβει την εναντίωση προς την κυρίαρχη τάξη μέσω γραφειοκρατικών ρυθμίσεων, δηλαδή μέσω νέων νόμων χωρίς ποινικές κυρώσεις. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία, η νομοθεσία κατά της μόλυνσης, η βιομηχανική νομοθεσία, η νομοθεσία που αφορά την ασφάλεια των προϊόντων, όπως και οι νόμοι που προστατεύουν τους καταναλωτές, είναι παραδείγματα στα οποία το χάσμα μεταξύ του νόμου και της επιβολής του είναι αβυσσαλέο. Η επιλεκτική επιβολή προασπίζει τις αξιώσεις για μια επιλεκτική νομοθεσία η οποία, με την σειρά της, προκαλεί μεγαλύτερη συνειδητοποίηση της αδικίας εκ μέρους του κοινού. Αν η επιβολή είναι ανεπαρκής, το κράτος μπορεί να επιχειρηματολογήσει υπέρ περισσότερων κρατικών φορέων επιβολής, που διευρύνουν το κράτος και αυξάνουν την ικανότητα προάσπισής του.
Αυτό το μοντέλο αυτοδημιουργίας αντιστοιχεί στην πίστη ότι οι ανισότητες και οι αδικίες μπορούν να λυθούν ή να διορθωθούν από την νομοθεσία, από εξεταστικές επιτροπές που οδηγούν σε νέα νομοθεσία, ή από νεοδημιούργητες κρατικές γραφειοκρατίες. Κατά ειρωνικό τρόπο, η μη εγκυρότητα αυτού του μοντέλου οδηγεί το δόγμα/θεσμό, δηλ. το εθνικό κράτος ή τον εθνικισμό, σε σύγκρουση με το δόγμα/θεσμό, δηλ. τον καπιταλισμό ή την ατομική ιδιοκτησία. Η πρόσφατη ανάπτυξη των διεθνών εταιρειών διακυβεύει τα εθνικά συμφέροντα κάθε κράτους. Ως εκ τούτου, νέα θεσμικά πρότυπα και δόγματα πρέπει να προκύψουν από αυτήν την σύγκρουση. Αυτό γίνεται φανερό από τις ανισότητες στην κατανομή των τροφίμων και της ενέργειας μεταξύ των λαών της γης.
Η σύγκρουση μεταξύ εθνικού κράτους και κεφαλαίου θέτει το ερώτημα αν ενδείκνυται η εθνική, η ιδιωτική ή η ανθρώπινη «ιδιοκτησία» των φυσικών πόρων (πετρέλαιο, κλίμα). Θέτει το ερώτημα αν είναι απαραίτητος για την συνέχιση της ύπαρξης της ζωής ο εθνικός, ο ιδιωτικός ή ο ανθρώπινος κατανεμητικός έλεγχος. Θέτει υπό αμφισβήτηση και ρίχνει το γάντι στον «εθνικισμό» και την «ατομική ιδιοκτησία» ως δόγματα/θεσμούς. Θα συνεχίσει η ασυλία από κρατικές ποινικές κυρώσεις να προστατεύει τους καπιταλιστές των διεθνών ή ακόμη και των εθνικών εταιρειών; Θα συνεχίσει το κράτος, μέσω του μιλιταρισμού του, να προστατεύει την ιδιωτική απομύζηση, την εκμετάλλευση και τις αγορές στις διεθνείς ή στις εθνικές αποικίες; Μπορούν αυτοί, οι οποίοι μέσω της μονοπώλησης ελέγχουν την οικονομική εξουσία και την εξουσία καταναγκασμού, να συνεχίσουν να έχουν ασυλία από ποινικές κυρώσεις;
Προς το παρόν, το κράτος απαλλάσσει τον εαυτό του από την ευθύνη για τα κοινωνικά κακά που το ίδιο προκαλεί. Επειδή το κράτος είναι αυτό που ορίζει το έγκλημα, αυτό που επιβάλλει τις ποινικές κυρώσεις και αυτό που διαχειρίζεται τα κοινά, τα κακά που προκαλεί είναι πέρα από κάθε ενοχοποίηση. Δεν ευθύνεται για τα εγκλήματα που διαπράττονται από τα άτομα. Η αντεκδίκησή του, οι ποινικές κυρώσεις, επιβάλλονται σ’ αυτούς που υπόκεινται σε ενοχοποίηση χωρίς να απολαμβάνουν ατιμωρησίας. Η συμπεριφορά των υπηκόων του, των εχθρών του, ντόπιων και ξένων, μπορεί να χαρακτηριστεί ως έγκλημα. Εν συνεχεία, το κράτος που εφευρίσκει το έγκλημα, εξαιρεί τον εαυτό του. Οι δικές του πράξεις είναι δικαιολογημένες, μη υποκείμενες σε ποινική κύρωση. Τα κακά που αυτό προκαλεί χαρακτηρίζονται ως αποδεκτά, ως «μη κακά».
Όπως ποικίλλει η μορφή του κράτους, ποικίλλει και η έννοια του ποινικού νόμου, του εγκλήματος και της ποινικής κύρωσης. Οι καπιταλιστικές, φασιστικές και κομματικές δικτατορίες και τα κράτη-πρόνοιας επεκτείνουν, περιορίζουν, δημιουργούν και προωθούν το δικό τους ιδιαίτερο είδος εγκλήματος και ποινικής κύρωσης, ό,τι ταιριάζει δηλαδή στις περί παραγωγής μυθολογίες τους. Ανεξαρτήτως μορφής, το κράτος επιδιώκει να μονοπωλεί την συνείδηση και την κοινωνική ζωή προς το συμφέρον την ολιγαρχίας, καθώς επίσης και να διατηρεί την ηγεμονία, την ιεραρχία και την εξουσία. Γι’ αυτό ποινικοποιεί ιδέες, θεσμούς, κοινωνικές δραστηριότητες και αυτούς που τις αναπτύσσουν όταν αυτοί αποτελούν οργανωμένη απειλή αποκαλύψεων ή αντεκδίκηση ενάντια στο κράτος. Οι ιδέες περί ατόμου και ή περί συλλογικής ευθύνης χειραγωγούνται ώστε να αντιστοιχούν στην ιδιαίτερη ιδεολογική κρατική μορφή τους και να βοηθούν στην διατήρησή της (π.χ. καπιταλιστικής, φασιστικής, κομμουνιστικής ή κομματικής δικτατορίας). Οι ιδέες της εξουσίας και της ιεραρχίας προστατεύονται επιμελώς ως βασικές για την ιδέα του κράτους. Η διαφοροποίηση εγκλήματος και «τιμωρίας» κατασκευάζεται και μυθοποιείται έτσι ώστε να συγκαλύπτει τα συμφέροντα, την εξουσία και την κυριαρχία των λίγων 3 …”
… γι΄αυτό σε πρώτη φάση μπαίνουν σε λειτουργία οι τακτικές εξαπάτησης
Τις πιο πρακτικές λειτουργικές μοντέρνες συμβουλές εξαπάτησης, τις έχει δώσει ο Τζόναθαν Σουίφτ πριν από σχεδόν τρεις αιώνες στο εγχειρίδιο η «Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας»:4
“Το κόμμα που θέλει να αποκαταστηθεί το κύρος και η αξιοπιστία του πρέπει επί τρεις μήνες να μην πει και να μη δημοσιεύσει τίποτα που να μην είναι αληθινό και πραγματικό.
Είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκτήσει το δικαίωμα να πλασάρει ψέματα τους επόμενους έξι μήνες” . Προσοχή, όμως, θέλει και το ψέμα τον τρόπο του:
«Το να δίνεις στο λαό να καταπιεί πολλά μαζί δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνεις πιστευτός. Όταν βάζεις παραπάνω σκουλήκι στο αγκίστρι δεν σημαίνει ότι θα τσιμπήσει ο κοκωβιός”.
Πρώτα οι λαϊκίστικες φυλλάδες, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση μετά, εκδημοκράτισαν το πολιτικό ψεύδος, εμπλούτισαν τις τεχνικές του, έφεραν τα πολιτικά πρόσωπα πιο κοντά μας, με γκρο πλαν και ζουμ στη “γλώσσα του σώματος”, άρα προσωποποίησαν και τελειοποίησαν τις τεχνικές εξαπάτησης. Η προσωποποίηση της πολιτικής, η τάση να ψηφίζονται πρόσωπα, όχι πολιτικές προτάσεις δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο και απόρροια της τηλεπολιτικής. Όπως διαπιστώνει ο Μάρει Εντελμαν στην «Κατασκευή του πολιτικού θεάματος»5, όσο λιγοστεύουν οι προγραμματικές διαφορές ανάμεσα στα κόμματα τόσο οι πολιτικοί ηγέτες προβάλλουν στυλιστικές διαφορές και αντιθέσεις, πουλάνε μια κατασκευασμένη ηγετική φυσιογνωμία, αυτοπαρουσιάζονται ως "μοναδικές επιλογές", προσφέροντας κάτι διαφορετικό από τους αντιπάλους τους σε θέμα στυλ, προσωπικότητας, άσκησης πολιτικής, συναίσθησης ή ευφυΐας». Ο φιλελευθερισμός είναι εξαιρετικά αναγκαίος στον καπιταλισμό των τραστ, των καρτέλ, των πολυεθνικών του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου αλλά και στο κράτος-πρόνοιας. Τα αμερικάνικα λεγόμενα και φιλελεύθερα, προοδευτικά, ανθρωπιστικά ιδρύματα (π.χ. Φορντ, Ροκφέλερ, Κάρνεγκυ κλπ) ιδρύθηκαν, ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από τις ομάδες συμφερόντων των μεγαλύτερων πολυεθνικών εταιρειών για να μεθοδεύουν και να προωθούν σε παγκόσμιο επίπεδο των εκδημοκρατισμό και την οικονομία της ελεύθερης αγοράς.
Σε μια εποχή που μπορεί να υπάρξει κοινωνικός αναβρασμός, η κυρίαρχη τάξη χρειάζεται ένα φιλελεύθερο κίνημα το οποίο να μπορεί να λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα στην μαζική δυσαρέσκεια. Και μ’ αυτόν τον τρόπο, να αποτρέπει τους ανθρώπους να στραφούν προς μια αποτελεσματική κοινωνική επανάσταση (εδώ αυτό το ρόλο τον παίζουν καλύτερα οι σοσιαλφιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες γιατί μπορούν να δημιουργούν ευρύτερες κοινωνικές συναινέσεις ). Όσο περισσότερο εδραιώνονται τα καρτέλ, οι πολυεθνικές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο τόσο περισσότερη φιλελεύθερη-μεταρρυθμιστική ρητορική υιοθετούν τα κόμματα εξουσίας. Έτσι, το σύγχρονο κράτος διατηρεί υπό τον έλεγχό του την εσωτερική αμφισβήτηση, αναπτύσσοντας και θεσμοποιώντας το εμπόρευμα των πολιτικών μανδαρίνων, τον νέο αυταρχισμό, δηλαδή τη μεθοδευμένη γενίκευση της κοινωνίας του ελέγχου της σκέψης και της συμπεριφοράς.
Το κράτος είναι μια συγκεντρωτική κοινωνική μηχανή που κατασκευάστηκε για να παρακινεί και να εξαναγκάζει σε συμμόρφωση προς τα συμφέροντα και τις υπαγορεύσεις της πολιτικής – οικονομικής ολιγαρχίας. Το κράτος και εν προκειμένω οι εκτελεστικές του εξουσίες, σώματα ασφαλείας, στρατός, κλπ σε καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν αυτενεργούν, άμα συμβεί αυτό μιλάμε για πραξικόπημα. Οι εκτελεστικές εξουσίες (εδώ πρέπει να προσέχουν μερικοί στην ανάλυσή τους), υπόκειται στον έλεγχο και τις εντολές της διευθυντικής – διοικητικής εξουσίας, δηλαδή της κυβέρνησης. Το κράτος καθεαυτό με τη στενή πραγματιστική έννοια ποτέ δεν αυτενεργεί. Ενεργοποιείται από εκείνους που έχουν καταστεί αρμόδιοι να καθορίσουν την πολιτική του. Το κράτος δεν επιδέχεται εντολές – μόνο δίνει.
Το πρόβλημα για τις εξουσίες ή τους εξουσιαστές είναι να αποφεύγουν την συμμόρφωση, έτσι ώστε να μπορούν δημιουργικά να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες αντιμετώπισης των αλλαγμένων ενδο- και διακρατικών συνθηκών. Πρωτοβουλίες πρέπει να αναλαμβάνονται συνεχώς για να επινοούνται νέα στρατηγήματα που ωθούν σε συμμόρφωση τους διευθυνόμενους πληθυσμούς και άλλες ανταγωνιστικές εξουσίες εθνικών κρατών.
Η «ορθολογικοποίηση» του σύγχρονου πολιτισμού σε αυτό το πλαίσιο, έχει την έννοια της συγκέντρωσης της εξουσίας και της κυριαρχίας των ολίγων και ταυτοχρόνως, της αυξημένης υπακοής και συμμόρφωσης των πολλών. Τα μέσα εξασφάλισης υπακοής και συμμόρφωσης ορθολογικοποιήθηκαν και επεκτάθηκαν μέσω των πλοκαμιών της κρατικής κοινωνικής μηχανής. Ωστόσο, σ’ αυτήν την διαδικασία ορθολογικοποίησης, η ολιγαρχία προσπάθησε να νομιμοποιήσει την εξουσία της, αξιώνοντας πειστικότερη δικαιολογία για το δικαίωμά της να κυβερνά.
Όλες οι ιδεολογίες διεύθυνσης και ελέγχου έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την προσπάθεια να κάνουν ευχάριστη την πραγματικότητα της εξουσίας-υπακοής. Έτσι, οι ιδεολογίες ερμηνεύουν την πραγματικότητα της εξουσίας-υπακοής με σκοπό να εξουδετερώνουν ή να εξαφανίζουν την σύγκρουση μεταξύ των λίγων και των πολλών, χάριν μιας αποτελεσματικότερης άσκησης της εξουσίας. Για να γίνει αυτό, υποστηρίζει ο Μπέντιξ, η άσκηση εξουσίας ή απορρίπτεται εντελώς με το επιχείρημα ότι οι λίγοι απλώς διατάζουν αυτά που οι πολλοί επιθυμούν, ή δικαιολογείται με τον ισχυρισμό ότι οι λίγοι διαθέτουν τα φυσικά προσόντα ανωτερότητας τα οποία τους καθιστούν ικανούς να πραγματώνουν τα συμφέροντα των πολλών. Αυτές οι φαινομενικά εναλλακτικές διευθυντικές ιδεολογίες εμφανιστήκαν τόσο στο πρώην ανατολικό μπλοκ, - Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, Κινέζικη Λαϊκή Δημοκρατία κλπ, όσο και στο δυτικό μπλοκ - Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ευρώπη, Ιαπωνία κλπ.
Από δεκαετίες έχει εισχωρήσει στην πολιτική διακυβέρνηση το management διοίκησης των εταιριών. Η σημερινή όπως και η απελθούσα, είναι κυβερνήσεις του στυλ μάνατζμεντ , τα παιδιά που θα ανασηκώσουν τα μανίκια για να δουλέψουν και να ματώσουν (σιγά τα αίματα). Έτσι επανευρίσκονται παλιές σημασίες του 19ου αιώνα σε νέο περιτύλιγμα: “δικαιακό κράτος” σε συνθήκες πλήρους κοινωνικής και πολιτικής ανισότητας και η αξιοκρατία που σε αυτό το περιβάλλον οδηγεί στην αριστοκρατία.
Μπορεί να είμαστε αναρχικοί – αντιεξουσιαστές όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν μελετάμε τα συστήματα και τις μεθόδους της σύγχρονης γραφειοκρατίας και διευθυντικής ιεραρχίας.
To 1978 o Aμερικανός θεωρητικός James Burns στο βιβλίο του με τίτλο "Ηγεσία” (Leadership) διέκρινε τρία διαφορετικά είδη ηγεσίας : 1. μετασχηματιστική ηγεσία, 2. Συ- ναλλακτική ηγεσία, και 3. ηγεσία laissez-faire. 6 Συνοπτικά υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι / ύφη ηγεσίας :
1) αυταρχικό ύφος – οι ηγέτες οργανώνουν οι ίδιοι τις δραστηριότητες της ομάδας τους, δίνουν εντολές, είναι απόμακροι και ασχολούνται αποκλειστικά με το συγκεκριμένο κάθε φορά έργο.
2) δημοκρατικό ύφος – οι ηγέτες φέρονται ως απλά μέλη της ομάδας, ζητούν τη γνώμη των άλλων μελών και συζητούν τα σχέδια της ομάδας.
3) ύφος laissez – faire – οι ηγέτες παρεμβαίνουν ελάχιστα και αφήνουν την ομάδα να πορεύεται μόνη της .
Τα αποτελέσματα δείχνουν : Στις δημοκρατικές ομάδες, οι ηγέτες δημιουργούν ένα φιλικό κλίμα, επικεντρωμένο στην ομάδα και προσανατολισμένο στο έργο της, το οποίο συνδέεται με αυξημένη παραγωγικότητα, η οποία δεν επηρεάζεται από την φυσική παρουσία ή απουσία του ηγέτη. Αντίθετα, στις αυταρχικές ομάδες, οι ηγέτες δημιουργούν ένα κλίμα επιθετικό, επικεντρωμένο στα άτομα, το οποίο συνδέεται με αυξημένη παραγωγικότητα μόνο όταν ο ηγέτης είναι παρόν. Στις laissez – faire ομάδες οι ηγέτες δημιουργούν ένα φιλικό κλίμα, επικεντρωμένο στην ομάδα αλλά προσανατολισμένο στο «παιχνίδι». Το κλίμα αυτό συνδέεται με μειωμένη παραγωγικότητα η οποία αυξάνεται μόνο όταν ο ηγέτης ήταν απών! Μελετώντας την αλληλεπίδραση μεταξύ ηγετών και μελών των ομάδων προκύπτει το συμπέρασμα ότι ένας ηγέτης μπορεί να ασκεί διαφορετικό ρόλο ανάλογα με τον προσανατολισμό του. Ορισμένοι είναι προσανατολισμένοι προς το έργο της ομάδας (επιτυχία στόχων ομάδας, αυταρχική ηγεσία) και άλλοι ηγέτες έχουν κοινωνικο-συναισθηματικό προσανατολισμό (αρμονικές σχέσεις μελών ομάδας και ευχαρίστηση μελών, χαλαρή, μη καθοδηγητική, φιλική, κοινωνική ηγεσία).
Κατά μια άποψη οι δύο αυτοί ρόλοι δεν μπορούν να πληρωθούν από το ίδιο άτομο, δηλαδή ο ίδιος ηγέτης δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικός και στους δύο ρόλους.
Κατά άλλη άποψη η συμπεριφορά του ηγέτη μπορεί να στρέφεται προς την επιβολή δομής στην ομάδα ή μπορεί να χαρακτηρίζεται από το ενδιαφέρον του για τα μέλη της ομάδας και την ευημερία τους. Αυτές οι δύο διαστάσεις είναι ανεξάρτητες και συνεπώς κάποιος μπορεί να ασκεί αποτελεσματικά και τους δύο ρόλους. Οι αποτελεσματικοί ηγέτες είναι αυτοί που αποδίδουν πάνω από το μέσο όρο και στους δύο ρόλους. Την αποτελεσματικότητα του κάθε τύπου ηγεσίας καθορίζει ο βαθμός ελέγχου που έχει ο ηγέτης στις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες 7 .
Σημειώσεις:
1) Τάκης Φωτόπουλος δες : http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/....html
2) “… Ο φόβος της δημιουργικής καταστροφής: Εδώ και πολλά χρόνια ο αμερικανός οικονομολόγος Τζόζεφ Σούμπητερ είχε μιλήσει για την "δημιουργική καταστροφή" που χαρακτηρίζει την ταχεία καπιταλιστική ανάπτυξη. Το νόημα των λόγων του Σούμπητερ είναι πως οι μηχανισμοί της αγοράς οδηγούν σε ταχύτατες αλλαγές που συχνά μεταβάλλουν το οικονομικό περιβάλλον αλλά και τις οικονομικές σχέσεις που συνθέτουν αυτό που λέγεται κοινωνικό και πολιτικό μόρφωμα. Ο καπιταλισμός προχωρεί με εκρήξεις νεωτερισμών που από τα πράγματα τσακίζουν κατεστημένες επιχειρήσεις και πρακτικές φέρνοντας στο προσκήνιο καινούργιες εταιρίες, ιδέες, συνήθειες και δραστηριότητες. Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν οι αλλαγές αυτές ακολουθούσαν βραδείς ρυθμούς με αποτέλεσμα η κοινωνία να μην υφίσταται δραματικούς κραδασμούς. Οι μεταβολές σε νοοτροπίες, στύλ ζωής και πολιτικές αντιλήψεις εξελίσσονταν σε βάθος χρόνου. Στις περισσότερες περιπτώσεις δύο η και τρείς γενιές ακόμη ήταν δυνατόν να περάσουν πριν το πολιτικό και το κοινωνικό σύστημα κλονισθεί συθέμελα κι' επανέλθει σε μιά νέα ισορροπία. Οι επιπτώσεις των αλλαγών στην καθημερινή ζωή των πολιτών αργούσαν να επέλθουν κι έτσι ο κόσμος είχε τον χρόνο να συνηθίσει και να αφομοιώσει το καινούργιο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον. Με τις αλματώδεις προόδους της τεχνολογίας και με την έκρηξη των επικοινωνιών οι όποιες αλλαγές επέρχονται στην ζωή μας πραγματοποιούνται με ταχύτητες σχεδόν συναρπαστικές. Το αποτέλεσμα είναι πως οι άνθρωποι σήμερα σχεδόν βλέπουν τις αλλαγές να εκτυλίσσονται μπροστά τους και ψηλαφούν ρεαλιστικά τα νέα δεδομένα και τις καινούργιες πρακτικές. Το βασικό χαρακτηριστικό του νέου καπιταλισμού - του "ανοργάνωτου καπιταλισμού", σύμφωνα με τους θεωρητικούς της σύγχρονης κοινωνικής ανάλυσης - είναι πως κόβει την ανάσα των κοινωνιών στις οποίες αναπτύσσεται. Οι ταχύτητες των αλλαγών είναι τέτοιες ώστε πρακτικές και συνήθειες οικοδομημένες σε σχετικά πρόσφατα χρονικά πλαίσια ανατρέπονται κι' αντιλήψεις καθιερωμένες και, υποτίθεται μέχρι και πριν λίγο, αδιαμφισβήτητες εξωστρακίζονται στο περιθώριο. Ο πολίτης δυσκολεύεται να συνηθίσει στην δυναμική του καινούργιου και συχνά αισθάνεται ξένος στο περιβάλλον που πέρασε όλη του την ζωή. Η σιγουριά και η σταθερότητα υποχωρούν. Η αβεβαιότητα κυριαρχεί σφυρηλατώντας προσωπικότητες νευρικές, ατίθασες και σε πολλές περιστάσεις απρόβλεπτες.Στην πολιτική η κρίση γίνεται ενδημική. Παλιά πολιτικά σύνορα και ιδεολογικά στρατόπεδα αποδομούνται. Το παλιό καταρρέει δίχως όμως να αντικαθίσταται από ευδιάκριτα καινούργια μοντέλα και πρότυπα. Η "δημιουργική καταστροφή" που κατεδαφίζει το παλιό και οικοδομεί το καινούργιο μαστιγώνει την συντήρηση και περιθωριοποιεί την παραδοσιακή αριστερά. Κάποια τμήματα της αριστεράς, αντλώντας δυνάμεις από την παραδοσιακή τους αφοσίωση στην αποδοχή του καινούργιου, επιχειρούν κάπως να προσαρμοσθούν. Και διατυπώνουν απόψεις περί "τρίτου δρόμου" και "εκσυγχρονιστικής πορείας". Κινητοποιούν έτσι κάποιους ανθρώπους τολμηρούς, δημιουργικούς και δυναμικούς. Ταυτόχρονα όμως προκαλούν την λυσσώδη αντίδραση των παραδοσιακών τους οπαδών και την αντίθεση των παλαιοαριστερών διανοουμένων.Η δεξιά αναγκάζεται μουδιασμένη να παραπαίει ανάμεσα στον στείρο λαικισμό και στην αναζήτηση κάποιου υποτίθεται καινούργιου πολιτικού λόγου. Κι' αυτό επειδή δεν τολμά να ακολουθήσει τον φυσικό της δρόμο. Να αγκαλιάσει δηλαδή τις αλλαγές και να γίνει σημαιοφόρος του αύριο και των δημιουργικών νέων ανακατατάξεων …” Ανδρέας Ανδριανόπουλος
3) Λ. Τιφτ - Ντ. Σάλιβαν: “ Έγκλημα, Εγκληματολογία και Αναρχισμός” υπό έκδοση.
4) Τζόναθαν Σουίφτ “ Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας”, εκδ. Άγρα
5) Μάρει Εντελμαν “Κατασκευή του πολιτικού θεάματος”, εκδ. Παπαζήση
6) Σε ελεύθερη μετάφραση του "laissez-faire" ( εκτός από οικονομικός όρος ελεύθερη από μόνη της αυτορυθμιζόμενη αγορά, αγαπημένος σε νεοφιλελεύθερους - σοσιαλφιλελεύθερους), σημαίνει σε πρώτο πρόσωπο "σας αφήνω να κάνετε"... Κύριο χαρακτηριστικό της ηγεσίας laissez-faire είναι η απροθυμία του ηγέτη να επέμβει σε ζητήματα εκτός της προσωπικής του ευθύνης. Τέτοιοι ηγέτες έχουν μια "ελαστική" προσέγγιση στη διοίκηση του υπουργικού συμβουλίου και των υπουργείων. (Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ηγεσίας ήταν ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ο οποίος έδειχνε σχετικά μικρό ενδιαφέρον για τις καθημερινές εργασίες της κυβέρνησης του... Είχε την τάση να μεταβιβάζει ευθύνες στους υπουργούς του). Θεωρητικά τα πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου τύπου ηγεσίας είναι η απαλλαγή των ηγετών από πρόσθετες ασχολίες και διοικητικά βάρη και η προσήλωση τους σε πολιτικά και εκλογικά ζητήματα…
7) αποσπάσματα από το βιβλίο της Φλώρας Κοκκινάκη "ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ" εκδ. “Τυπωθήτω”.
Συνεχίζεται